ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ (25 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2018)
"ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς,
καὶ ἕξεις θησαυρὸν
ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι" (Λουκ. ΙΗ΄ 20).
Ἡ ἀξία τοῦ Νόμου καὶ τὸ "κάτι πάρα πάνω".
Κάποιος πλούσιος ἄρχων, πλησιάζει
τὸν Διδάσκαλον καὶ τοῦ ὑποβάλλει ἕνα ἐρώτημα: "Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας
ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;" Ἕνα ἐρώτημα, τὸ ὁποῖον θίγει, τεράστιον
ζήτημα καὶ πολυχρόνιον, τὸ ὁποῖον ἀπασχολεῖ τὸν ἄνθρωπον κάθε ἐποχῆς, ἀλλὰ καὶ
κάθε κοινωνικῆς κατηγορίας. Ἕνα ἐρώτημα τὸ ὁποῖον, ἀπὸ τὴν ὥραν ποὺ ὁ ἄνθρωπος
συνειδητοποιεῖ τὸν ἑαυτόν του, εὐκαίρως τε καὶ ἀκαίρως, ἀναπολεῖ τὰ ...
"μετὰ θάνατον". Εἴτε πιστὸς εἶναι, εἴτε ἄπιστος, εἴτε γέρων εἴτε
νέος, εἴτε ἀκόμη καὶ παιδίον, ὅταν ἔρχεται καθημερινῶς ἀντιμέτωπος μὲ τὴν πραγματικότητα
τοῦ θανάτου, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν σκέπτεται ἔστω καὶ δι' ὀλίγα δευτερόλεπτα
τὴν μετὰ θάνατον ζωήν. Ἀκόμη καὶ ἂν παρασύρρεται ἀπὸ τὰς κοσμικὰς σκέψεις καὶ
θέλει νὰ πιστεύῃ ὅτι εἰς τὸν κόσμον τοῦτον εὑρίσκεται ἡ ... ὅποια
πραγματικότης, δὲν ἀποστασιοποιεῖται καὶ ἀπὸ τὸ ἐνδεχόμενο, ὅτι ἴσως νὰ ὑπάρχῃ
καὶ ἡ ἀτελεύτητος ζωὴ καὶ ἀνάστασις.
Ὁ πλούσιος τῆς σημερινῆς
Εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἀνησυχεῖ διὰ τὴν αἰώνιον ζωήν, τὴν ὁποίαν καὶ θεωρεῖ
βεβαίαν. Θέλει νὰ τὴν κληρονομήσῃ καὶ ἐρωτᾷ τὸν Διδάσκαλον, ὡς τὸν μόνον
ἀρμόδιον, νὰ τὸν πληροφορήσῃ, διὰ τὸ πῶς καὶ μὲ ποίους τρόπους, δύναται νὰ
ἐπιτύχῃ αὐτὴν τὴν ἐπιθυμίαν του. Ὁ Κύριος, τὸν παραπέμπει ἀμέσως εἰς τὴν
τήρησιν καὶ ἐφαρμογὴν τῶν ἐντολῶν τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου καὶ ἐκεῖνος, ἔχων
ἀκολουθήσει "κατὰ γράμμα" τὰς ἐντολάς, ἀνακουφισμένος ἀπὸ τὴν
ἀπάντησιν τοῦ Ἰησοῦ, σπεύδει νὰ ἀναχωρήσῃ, βέβαιος πλέον διὰ τὴν αἰώνιον ζωήν.
Ὅμως ὁ Κύριος, ἔχει κάτι ἀκόμη νὰ τοῦ ὑποδείξῃ. Εἶναι ἐκεῖνο τὸ ἱερὸν στοιχεῖον
ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπον τέλειον καὶ Ἅγιον. Εἶναι ἡ τελεία ἀπεξάρτησις τοῦ
ἀνθρώπου ἀπὸ κάθε τι τὸ γήϊνον καὶ φθαρτὸν καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη του καὶ ἐξάρτησίς
του ἀπὸ τὴν μέριμναν τοῦ Κυρίου. Εἶναι, ἐκεῖνο ποὺ μᾶς κάνει νὰ νιώθουμε ὅτι
ἔχομεν Πατέρα, ἐνεργὸν καὶ ζῶντα καὶ δραστήριον καὶ μεριμνῶντα διὰ τὰς ἀνάγκας
τῶν τέκνων του.
Τὰ ὑπάρχοντα καὶ ὁ "πλούσιος".
"πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις
θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι" (Λουκ. ΙΗ΄ 22). Δὲν εἶναι ἐκεῖνο
ποὺ ἴσως νομίζουν κάποιοι, ὅτι δηλαδή, ὁ Κύριος θέλει τὸν Χριστιανὸν ἐπαίτην καὶ
ἐξαθλιωμένον οἰκονομικῶς! Λάθος! Ἀλλοῦ ἀποσκοπεῖ ἡ ὑπόδειξις τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν
συγκεκριμμένον πλούσιον ἄρχοντα! Εἰς τὸ στοιχεῖον ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον καὶ ἀνωτέρω ἐτονίσαμεν˙
εἰς τὴν ἐμπιστοσύνην τοῦ ἀνθρώπου εἰς τὴν μέριμναν τοῦ Κυρίου.
Ὁ Κύριος δὲν εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος, παρ' ὅτι ἐχόρτασεν
πεντακισχιλίους ἄνδρας ἀφ' ἑνός, ἀλλὰ καὶ τετρακισχιλίους εἰς ἑτέραν
περίπτωσιν, ἐν τούτοις ἐπέτρεπεν εἰς τοὺς μαθητάς Του νὰ διατηροῦν τὸ
"γλωσσόκομον" καὶ νὰ χρησιμοποιοῦν τὰ συλλεγόμενα χρήματα διὰ τὰς
βιωτικάς των ἀνάγκας; Δὲν θὰ ἠδύνατο, ἆραγε, νὰ καλύπτῃ τὰς ἀνάγκας ταύτας,
θαυματουργὼν διαρκῶς; Συνεπῶς, ὁ Διδάσκαλος, δὲν βάλλει κατὰ τῶν χρημάτων καὶ
κατὰ τοῦ πλούτου, ἀλλὰ κατὰ τῆς ἐξαρτήσεως ἐξ αὐτῶν. Ἐπειδή δε, τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ
καὶ κυρίως τὰ χρήματα, ἀποπροσανατολίζουν τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ὑποχρεώνουν νὰ
"βλέπῃ" μόνον εἰς αὐτὰ καὶ ὄχι εἰς τὸν Κύριον καὶ Πατέρα μας, διὰ τοῦτο
καὶ καταδικάζει τοὺς πλουσίους! Πλούσιος δὲ ἐδῶ θὰ πρέπῃ νὰ νοῇται ὄχι ὁ ἔχων
χρήματα καὶ συντηρούμενος ἐξ αὐτῶν, ἀλλὰ ὁ προσβλέπων εἰς αὐτὰ καὶ ἐξαρτώμενος ἐξ
αὐτῶν. Πλούσιος, εἶναι ὁ φιλάργυρος καὶ ὁ πλεονέκτης, ποὺ ἔχει δώσει τὴν καρδιά
του στὰ χρήματά του καὶ τὸν ὁποῖον, ὁ Θεῖος Ἀπόστολος Παῦλος, ὀνομάζει "εἰδωλολάτριν".
"Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, ... καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν
εἰδωλολατρία, δι' ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας"
(Κολασ. Γ΄ 5-6). Πλούσιος, τέλος, δὲν εἶναι ὁ ἔχων καὶ διανέμων καὶ ἀδιαφορῶν
διὰ τὰ ὀλίγα ἢ πολλά, ποὺ εὑρίσκονται εἰς τὴν κατοχήν του, ἀλλὰ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος
ἔχει ἐναποθέσει τὰς ἐλπίδας του καὶ τὸ μέλλον του καὶ τὴν ὑγείαν του καὶ πᾶν ὅ,τι
ἄλλο δύναται νὰ φαντασθῇ, εἰς τὴν ματαιότητα τοῦ πλούτου.
"πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!" (Λουκ. ΙΗ΄ 24).
Δὲν ἐπέτρεψεν, φίλε μου ἀναγνῶστα, ὁ Κύριος εἰς τοὺς Ἀπόστόλους
καὶ Μαθητάς Του, νὰ ἀποκτήσουν καὶ νὰ φέρουν εἰς τὰ θυλάκιά των (τσέπες των), ὅ,τι
δήποτε περιττὸν ἢ ἀκόμη καὶ ἀναγκαῖον! "Μὴ κτήσησθε χρυσὸν μηδὲ ἄργυρον
μηδὲ χαλκὸν εἰς τὰς ζώνας ὑμῶν, μὴ πήραν εἰς ὁδὸν μηδὲ δύο χιτῶνας μηδὲ ὑποδήματα
μηδὲ ράβδον· ἄξιος γάρ ἐστιν ὁ ἐργάτης τῆς τροφῆς αὐτοῦ" (Ματθ. Ι' 9-10). Ἀντιθέτως,
τοὺς ὑπεσχέθη ὅτι θὰ εἶναι μαζί τους πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος
(Ματθ. ΚΗ΄ 20). Αὐτὴ ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Διδασκάλου των, ἦταν ἀρκετή, διὰ νὰ ἔχουν ἀνὰ
πᾶσαν στιγμὴν τὴν βεβαιότητα, ὅτι ὅπως εἰς τὴν γῆν μεριμνοῦσε ὁ Ἰησοῦς γι' αὐτούς,
πολὺ περισσότερον μετὰ τὴν Θείαν Ἀνάληψίν Του θὰ εὑρίσκεται δίπλα τους ἀνὰ πᾶσαν
στιγμήν. Δὲν εἶναι δέ, περιττὸν νὰ ἀναφέρωμεν, ὅτι οὐδεὶς ἐκ τῶν μαθητῶν τοῦ
Κυρίου μας παρεβίασεν αὐτὴν τὴν ἐντολήν, ἀλλά, ἀντιθέτως, ἅπαντες ἐκήρυξαν εἰς
πάντα τὰ ἔθνη, ὡς ἄποροι καί, ἐν πολλοῖς ἐπαῖται, ἐμπιστευόμενοι τοὺς ἑαυτούς
των εἰς τὰς ἀσφαλεῖς χεῖρας τοῦ Διδασκάλου των.
Ὁ Θεῖος Λόγος καὶ μᾶλλον, Θεία ὑπόσχεσις, ἡ διὰ τοῦ προφήτου
Ἠσαΐου διδομένη, εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι ἀρκετὴ ... γιὰ κάθε ἄνθρωπον τοῦ Θεοῦ.
"μὴ ἐπιλήσεται γυνὴ τοῦ παιδίου αὐτῆς τοῦ μὴ ἐλεῆσαι τὰ ἔκγονα τῆς κοιλίας
αὐτῆς; εἰ δὲ καὶ ταῦτα ἐπιλάθοιτο γυνή, ἀλλ᾿ ἐγὼ οὐκ ἐπιλήσομαί σου, εἶπε Κύριος"
(Ἠσ. ΜΘ΄ 15). Τοῦτο δέ, εἶναι ἡ κεφαλαιώδης ἀλήθεια τὴν ὁποίαν θὰ πρέπῃ νὰ
φέρωμεν κατὰ νοῦν καὶ καρδίαν. Ἐὰν πιστεύομεν ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ὁ Θεὸς Πατήρ ἡμῶν
καὶ ἐὰν ἀνατρέξωμεν εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας καὶ Πίστεώς μας, ὑπάρχουν
πλήθη γεγονότων τὰ ὁποῖα καταδεικνύουν τὴν ἀνύστακτον μέριμναν τοῦ Θεοῦ εἰς τοὺς
ἀγαπῶντας καὶ ἐμπιστευομένους Αὐτόν. Συνεπῶς, "ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν
τὴν ζωὴν ἡμῶν, Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα".
Ἀρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου
Ἱεροκῆρυξ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν