Κυριακή 13 Μαρτίου 2016

Η ανωτερότητα του Περικλή


     Ο   μεγάλος   Περικλής, ο   έξοχος  πολιτικός   που   έφθασε    την    αρχαία  Αθήνα    στην  κορυφή   της  δόξας   της   μια  μέρα,  καθώς    βρισκόταν    στην     αγορά   άκουσε   φωνές. Πλησιάζοντας   είδε  κάποιον  να   τον   βρίζει. Ο Περικλής    σιωπούσε,  όμως  ο    υβριστής    συνέχιζε   τα   «θεάρεστο»  έργο   του   και πάλι     χωρίς   απάντηση.  
     Έφθασε    επιτέλους   το    βράδυ   και  ο   υβριστής  που   για   ώρες   έβριζε  τον  Περικλή   ετοιμάστηκε  να    φύγει. Τότε   ο  μεγάλος   εκείνος  πολιτικός φρόντισε   να   του    δώσουν    φανάρι,  έτσι  ώστε  να  μην   σκοντάψει     στο    δρόμο  λόγω   του   σκοταδιού  και    χτυπήσει!


(Αρχιμ.Βασιλείου   Μπακογιάννη: «η   γλώσσα  είναι  μαχαίρι…!»  σ.82)

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

Ο καλόγερος «σύντροφος»


    Ήταν  παλιός  μαρξιστής  και   σκληρός   ιδεολόγος. Τα    χρήματά  του  τα   είχε   δώσει   στο κόμμα   και   ζούσε  μεταφράζοντας   ξένα   κυρίως  πολιτικά    βιβλία. Βλέποντας  ότι   στο  κόμμα   δεν  υπήρχε   η   αγνότητα  που    επιζητούσε   έφυγε  και  μερικά   χρόνια   αργότερα   έγινε  μοναχός   στο  Άγιο  όρος.      Ζούσε   σε  ένα  μικρό  κελί   στις   Καριές, πάντα  όμως    ζητούσε  μα μάθει  νέα   από   τον  έξω  κόσμο για   την   υγεία  την  παιδεία  ρωτώντας  με   αληθινό    ενδιαφέρον  τους  επισκέπτες   του.
     Τα   χειρότερα    αφεντικά, έλεγε,  είναι  οι    χριστιανοί και  οι  κομμουνιστές. Οι  πρώτοι   την  Κυριακή  πηγαίνουν   στην  εκκλησία, την  Δευτέρα  όμως  κλέβουν   τον   εργάτη  και   τον νοικάρη   τους. Οι   δεύτεροι   δίνουν   το  παρόν  σε    διαδηλώσεις    ενάντια    στην   ιδιωτικοποίηση, την άλλη  μέρα  όμως  πρωί -πρωί    στο  κέρδος   στα  ιδιωτικά   σχολεία   κ.α.

     Πέρασαν  τα   χρόνια  και  το  μοναστήρι  τον πήρε   στο  γηροκομείο της  μονής,   όπου   περιποιόταν  τα   γεροντάκια,  μέχρι  που  έγινε  και  αυτός  ανήμπορος. Η  καρδιά  του  όμως    φλεγόταν  για  τους   Ανθρώπους  έξω   στον  κόσμο  και έτσι  βλέποντας   από   το  παραθυράκι  του  κελιού   τα   φώτα    των   αεροπλάνων  προσευχόταν  για   τους   ταξιδιώτες  αν πάνε  καλά  στα  σπίτια   τους  κάνοντας  και  μετάνοιες. Με   τον  καιρό  τα  πόδια   του   έγιναν   σαν   της  γκαμήλας, στη   δε  ακολουθία  κοιμόταν  πράγμα  που  σκανδάλιζε   τους άλλους   μοναχούς  που   τον  ξυπνούσαν    ενοχλημένοι. 
     Μέχρι  που  έμαθε  ο   ηγούμενος  το  τι  έκανε   τις  νύχτες. Μάζεψε  την   αδελφότητα  και   τους  είπε  να  μην   τον   ενοχλούν   γιατί   αγάπησε  πολύ.


(π. Χαραλάμπος  Παπαδόπουλος: «ο  Κινέζος  ο  Θεός  και  η  μοναξιά» σ.109-113)

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Η ιερή ελευθερία


    Μια    δημοσιογράφος  μια  Κυριακή  πρωί  πήγε    στον  Άγιο  Νικόλαο  Χαλανδρίου, μεγάλη   εκκλησία   της  Αθήνας. Ιδού  τι  κατέγραψε: Η   χορωδία  πραγματικά  με   εντυπωσιάζει, μια  και   δεν  έχω   ακούσει  πουθενά  πιο   ωραία   εκκλησιαστική    χορωδία. Το  μυαλό   γαληνεύει. 
     Θυμάμαι  μια  κουβέντα  το  καλοκαίρι  με  ένα   Μαροκινό  φίλο  που θέλησε  να  με   συνοδεύσει   στην  εκκλησία  παρότι  μουσουλμάνος. Η   εκκλησία   σας  φαίνεται  ότι   είναι  φιλελεύθερη. Με   το  που  μπαίνεις   στο  ναό   το  διαπιστώνεις. 
     Ο  καθένας  προσέρχεται  ό,τι  ώρα  θέλει, κάνει   τον   σταυρό  του  όποτε  θέλει, φιλάει   τις   εικόνες  όποτε  θέλει. Άλλος   στέκεται, άλλος     κάθεται, άλλος   γονατίζει  άλλος   στέκεται  όρθιος, έχετε  μια  ιερή   ελευθερία.
      Φιλελεύθερη  λοιπόν  η  θρησκεία   μας   εκείνο   το  απέραντο  δίδαξόν με  τα   δικαιώματά   σου  που   ποτέ   δεν  του  δώσαμε  την  σημασία  που   του  άξιζε. Δεν  κοντοσταθήκαμε   γιατί  μας παρενοχλούσαν   τάχα    φθηνές  ενέργειες   των  λειτουργών   της   Εκκλησίας. Τι  κρίμα  πόσα   χάνουμε;


(περιοδικό: «Λυχνία   Νικοπόλεως»   Φεβρουάριος  2016)

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2016

Μια κουβέρτα


     Η  Μυρτώ    είναι  μια  κοπέλα  25    ετών, εργαζόμενη   και  μένει   ακόμη  με   τους   γονείς   της, αφού   είναι   ελεύθερη. Ένα    βράδυ  και    συγκεκριμένα   την  παραμονή   της   Αποκριάς  μπαίνοντας  στο  σπίτι   από   την  δουλειά  κατά   τις    7   το   βράδυ, πριν  καν  χαιρετήσει   είπε   στη  μητέρα   της: Μαμά   δος  μου  μία  κουβέρτα. Τι  την  θέλεις  παιδί  μου;  ρώτησε  η  μάνα. Για  να   την   δώσει    σε  έναν  άστεγο  που   είδα  πριν  λίγο    στο   σταθμό  του  ηλεκτρικού  να   τρέμει   από   το    κρύο. Μα          ξέρεις  παιδί  μου   δεν  έχουμε  καμιά  παλιά. Δος  μου  μια   από   τις   δικές  μας  επέμεινε  η  κοπέλα  και   αφού   η  μάνα  της  την  έδωσε   σε  μια   σακούλα   έφυγε  λέγοντας: Ξέρεις  πριν  λίγο   έδωσα   στον  ίδιο  πεινασμένο   και   το   σάντουιτς  που μου  είχες  βάλει   το  πρωί με   το  τυρί  και   το    ζαμπόν. Ο πατέρας   της   Μυρτώς  πήγε  μαζί  και   είδε  ότι  η  κόρη  του  έδωσε    στον  άστεγο   την κουβέρτα  και  άκουσε   το  θερμό   ευχαριστώ    του  τελευταίου.
     Λίγες   ώρες    αργότερα  η  Μυρτώ     διασκέδαζε  με   την  ανύποπτη  παρέα   της   πολύ    ευτυχισμένη   για   την  όμορφη  πράξη   της.

     Μήπως  τελικά  εμείς  οι  μεγαλύτεροι   κατακρίνουμε  πολύ   εύκολα   κοπέλες  και   αγόρια   σύγχρονα   σαν  την  Μυρτώ  και  αγνοούμε   ότι  αυτά  τα  παιδιά  έχουν  πολλές   φορές   τόση  και  μεγάλη  καλοσύνη;


(Περιοδικό: «ο  κόσμος   της  Ελληνίδος»   Ιανουάριος-Φεβρουάριος    2016)

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Εβδομαδιαίο  Φυλλάδιο 
«Για τους Γονείς της Ενορίας»
Ιερός Ναός Γενέσιον Τιμίου Προδρόμου Παραλίας Πατρών




Πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για να διαβάσετε τα κείμενα.

Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Φωτογραφίες από το Γεύμα Αγάπης την Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016


Την Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016 πραγματοποιήθηκε "Γεύμα Αγάπης" στο Ενοριακό μας Αρχονταρίκι του Ιερού Ναού Γενέσιον Τιμίου Προδρόμου Παραλίας Πατρών με πολύ μεγάλη επιτυχία. 






Το γεύμα ήταν πλούσιο για όλους...






 Γευματίσαμε μαζί με φίλους και γνωστούς αλλά και με αδελφούς μας που βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική θέση. Όλοι μαζί σαν μια οικογένεια, σε ένα πολύ όμορφο και ζεστό κλίμα.









Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

Εβδομαδιαίο  Φυλλάδιο 
«Για τους Γονείς της Ενορίας»
Ιερός Ναός Γενέσιον Τιμίου Προδρόμου Παραλίας Πατρών




Πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για να διαβάσετε τα κείμενα.

Το φίδι και η πυγολαμπίδα


     Ο  θρύλος  λέει  ότι  κάποτε   το   φίδι   κυνηγούσε   την   πυγολαμπίδα   για  να   την   φάει. Αυτή   έτρεχε    για  μια   δύο  μέρες, ώσπου   την   τρίτη   εξουθενωμένη   σταμάτησε. Τότε   η   πυγολαμπίδα   ρώτησε: Μπορώ  να  σου  κάνω       τρία   ερωτήματα;        
     Αν  και   δεν    συνηθίζω  να   απαντώ  σε  τέτοια    ερωτήματα, θα   σου   απαντήσω, μια   και  σε  λίγο  θα   σε  καταβροχθίσω.
     Ανήκω    στην  τροφική   σου   αλυσίδα; ρώτησε   η  πυγολαμπίδα. Όχι  απάντησε   το   φίδι.
     Σε  έχω    ενοχλήσει  σε  κάτι; Όχι   είπε  ξανά   το  φίδι.
     Τότε  γιατί  θέλεις  να  με   σκοτώσεις;
     Γιατί    δεν  αντέχω  να  σε  βλέπω  να λάμπεις.
     Το  ίδιο   συμβαίνει  και   στη   ζωή    των  ανθρώπων. Πολλοί   είναι    εκείνοι  που   βρίσκουν   ανυπόφορες   την  καλοσύνη  και   την   αρετή   και   τις  πολεμούν   μόνο  και  μόνο   επειδή   δεν  μπορούν  να   τις   φθάσουν.


(Περιοδικό: «η   ζωή  του  παιδιού»   στις    20-2-2016)

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016

Ιερατικό ζεύγος Πέττα


Σχόλιο τῆς καθηγήτριας Θ. Α. Τασσοπούλου στό ἀφιέρωμα τοῦ δημοσιογράφου Παναγιώτου Σακελλαρόπουλου γιά τό ἱερατικό ζεῦγος Πέττα.


Ἀγαπητέ κ. Σακελλαρόπουλε,

Διάβασα τό ἄρθρο σας στό ἔνθετο «Σελίδες τῆς ἀγάπης» τῆς ἐφημερίδας «Πελοπόννησος» τῆς Κυριακῆς 10 Ἰανουαρίου 2016 (σ. 23/3), πού ἀφοροῦσε τό ἱερό Μνημόσυνο, ἐπ’ εὐκαιρία τῆς ἐπετείου τῆς συμπλήρωσης 16 ἐτῶν ἀπό τήν  κοίμηση τοῦ εὐλαβοῦς ἱερέως Νικολάου Πέττα. Θεωρῶ ὅτι περιγράφει ἄψογα τόν ἐνάρετο Γέροντα καθώς καί τήν πρεσβυτέρα του Ἀνθή.
Γραμμή πρός γραμμή τό ἄρθρο σας μοῦ θύμισε περιγραφές τῶν χαρακτήρων καί τῶν ἀγαθοεργιῶν τοῦ ἱερατικοῦ ζεύγους, ὅπως μᾶς τίς ἀφηγούνται οἱ ἀείμνηστοι γονεῖς μου, Ἀθανάσιος καί Δήμητρα, καθώς καί ὁ ἀδελφός μου. Πραγματικά τό ἱερατικό ζεῦγος ἦταν παράδειγμα πρός μίμηση καί κατάφεραν νά στηρίξουν καί νά διαπαιδαγωγήσουν ὄχι μόνο τά πολλά δικά τους παιδιά, ἀλλά καί πολυάριθμα ἄλλα, πού εἴτε ζοῦσαν στήν ἐνορία, ὅπου ὁ π. Νικόλαος ὑπηρετοῦσε ὡς ἱερέας, εἴτε φοιτοῦσαν στό τεχνικό σχολεῖο, στό ὁποῖο δίδασκε.
Ὁ ἀδελφός μου Φώτιος, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε σπουδαστής τοῦ π. Νικολάου, παρ’ ὅλο πού ἔχουν περάσει 35 χρόνια ἀπό τότε, ἀκόμη ἀναφέρεται μέ συγκίνηση στόν π. Νικόλαο ὡς τόν «μεγάλο» του δάσκαλο καί μᾶς διαβεβαιώνει πώς καθηγητές καί μαθητές τόν θαύμαζαν καί τόν σέβονταν, γιατί ἦταν ὁ «προστάτης τῶν φτωχῶν καί ἀδύνατων μαθητῶν», καί ἰδιαίτερα αὐτῶν, πού προέρχονταν ἀπό τό Σκαγιοπούλειο Ὀρφανοτροφεῖο Πατρῶν. Μιλάει γιά τόν ζῆλο μέ τόν ὁποῖο ὁ γέροντας ὡς καθηγητής ἐξηγοῦσε τά μαθήματα τῆς εἰδικότητάς του στά παιδιά, καί μάλιστα πολλές φορές ὄχι μόνο μέσα στήν τάξη, ἀλλά καί πρίν καί μετά τό μάθημα. Ἤθελε νά τά βοηθήσει νά προοδεύσουν στίς σπουδές τους, ἀλλά ἀκόμη μεγαλύτερη σημασία ἔδινε στήν διάπλαση τοῦ χαρακτήρα τους. Τά παρηγοροῦσε, τά συμβούλευε καί πολλές φορές ἔκλαιγε μαζί τους, ὅταν αὐτά τοῦ ἐξομολογοῦνταν τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς τους.
Εἶμαι καθηγήτρια καί ὡς παιδαγωγός, μεγάλη ἐντύπωση ἀπό τίς διηγήσεις τοῦ ἀδελφοῦ μου, μοῦ ἔκανε τό ἑξῆς περιστατικό: Κάποια φορά, μπαίνοντας στήν τάξη ὁ π. Νικόλαος, εἶδε ἕνα παιδί νά κοιμᾶται στό θρανίο του. Ἀντί νά διαμαρτυρηθεῖ, ζήτησε ἀπό τά ἄλλα παιδιά νά κάνουν ἡσυχία γιατί, ὅπως τούς εἶπε, «τό παιδάκι αὐτό, παρά τό νεαρό της ἡλικίας του, δούλευε ὅλη τήν ἡμέρα καί τοῦ χρειάζεται νά ξεκουραστεῖ, γιατί εἶναι ἀποκαμωμένος». Ὅταν τό παιδί ξύπνησε, ὁ π. Νικόλαος τοῦ ζήτησε νά τόν συναντήσει στό διάλειμμα γιά νά καλύψουν τά κενά, πού εἶχαν προκύψει, ὅση ὥρα τό παιδί «ξεκουραζόταν».
Ἡ μεγαλοψυχία τοῦ π. Νικολάου δέν περιοριζόταν στήν κατανόηση καί στήν βοήθεια πρός τούς νέους. Οἱ γονεῖς μου μιλοῦσαν γιά ἕναν πολύ μορφωμένο, φωτισμένο, ἀλλά ταπεινό, ἄνθρωπο, πού ἦταν πρόθυμος νά ἀκούσει τά προβλήματα ὅλων τῶν ταλαίπωρων μεροκαματιάρηδων γειτόνων του, νά τούς συμβουλέψει καί νά τούς παρηγορήσει. Μάλιστα ἡ φήμη του εἶχε διαδοθεῖ καί πέρα ἀπό τήν γειτονιά, μέ ἀποτέλεσμα νά σπεύδουν νά συμβουλευτοῦν τόν σοφό ἱερέα καί ἄνθρωποι ἀπό ἄλλα προάστια τῆς Πάτρας, ἀκόμη καί ἀπό ἄλλες πόλεις.
Κατήγετο ἀπό εὔπορη οἰκογένεια ἑπτανησίων, ἀλλά ἦταν ἁπλός, ἀπέριττος καί προσιτός. Ὅπως χαρακτηριστικά ἔλεγε ὁ πατέρας μου, ἦταν ἱκανός νά συναναστραφεῖ μέ ἀνθρώπους «τοῦ σαλονιοῦ», ἀλλά καί τῆς «λαχαναγορᾶς». Ἡ πρεσβυτέρα του ἦταν ἀκούραστη, χαμηλῶν τόνων, διακριτική καί στήριζε τόν σύζυγό της σέ ὅλες τίς δραστηριότητές της.
Στό ἐπετειακό σας ἀφιέρωμα ἔχετε συμπεριλάβει ἀπόσπασμα ἀπό εἰσήγηση τῆς Καθηγουμένης μ. Μόνικας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίων Νεκταρίου καί Φανουρίου Τρικόρφου Φωκίδος, πού ἔκανε σέ Ἐπιστημονικό Ἁγιολογικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κυρηνείας. Δέν γνωρίζω τήν Γερόντισσα, ἀλλά ἀπό τά γραφόμενά της φαίνεται ὅτι τό ἱερατικό αὐτό ζεῦγος εἶχαν τό χάρισμα, τό σθένος καί τήν θεία Χάρη νά στηρίζουν πνευματικά καί ἠθικά ὄχι μόνον ἀνθρώπους, σάν καί αὐτούς πού συναναστρέφονταν οἱ γονεῖς μου, ἀλλά καί ἄλλους ρασοφόρους πού, σέ ἀρκετές περιπτώσεις, ἔφεραν μεγαλύτερο ἀξίωμα ἀπό ἐκεῖνο τοῦ π. Νικολάου.

Εὐχαριστῶ θερμά καί συγχαίρω ἐσᾶς, ὡς δημοσιογράφο, τήν ἐφημερίδα τῆς γενέτειράς μου, τήν Καθηγουμένη τῆς Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νεκταρίου καί Φανουρίου Τρικόρφου της Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φωκίδος, καί ὅλους ὅσοι ἔχουν συγγράψει βιβλία (ὅπως οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες), ἔχουν ἀναρτήσει ἰστοσελίδες (ὅπως ὁ καθηγητής Πανεπιστημίου κ. Φώτιος Δημητρακόπουλος: www.pnikolaos.gr ) ἤ ἔχουν διοργανώσει ἐκδηλώσεις, πού ἀφοροῦν στό ἱερατικό ζεῦγος Πέττα. Διότι μέ τόν τρόπο αὐτό διατηροῦν τήν μνήμη τους ζωντανή καί βοηθοῦν ἐμᾶς, τούς ἀνθρώπους τῶν μετρίων ἱκανοτήτων καί τῆς χλιαρῆς χριστιανικῆς πίστης, νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἄνθρωποι σπουδαῖοι καί χαρισματικοί, φιλάνθρωποι καί ἐλεήμονες, ἄνθρωποι πού ἀξίζουν τόν χαρακτηρισμό «ἐκλεκτοί καί γνήσιοι φίλοι του Θεοῦ», ἔζησαν ἀνάμεσά μας, στήν διπλανή πόρτα, τούς ἀγγίξαμε καί μᾶς ἄγγιξαν. Καί μόνη αὐτή ἡ σκέψη ἀναπτερώνει τίς ἐλπίδες μας γιά ἕνα καλύτερο μέλλον. 

Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Πρώτη φορά με τον Γέροντα Παΐσιο



     Η συνέλευση της σχολής τελείωσε όπως πάντα με φασαρίες Με τον κολλητό μου, τον Γιάννη, πάντως βγάλαμε ένα άλλο συμπέρασμα. Ότι η φοιτητική παράταξη της Β Πανελλαδικής, είχε τις ωραιότερες γυναικείες παρουσίες μετά βέβαια, από την ΔΑΠ.
Στην έξοδο φωνάξαμε το γνωστό σύνθημα: «Με Α και ΟΥ και ΔΑΠ-ΝΟΥ-ΔΟΥ-ΦΟΥ-ΚΟΥ».
     Βγαίνοντας στην Πατησίων χωρίς να το καταλάβουμε, βρεθήκαμε στο Πολυτεχνείο όπου στρίψαμε για τα Εξάρχεια. Στην Πλατεία η «ΜΑΡΟΝΙΤΑ» είχε καταληφθεί από τους Πασπίτες. Η απογοήτευση μάς κατέβαλλε, αλλά  απτόητοι πήγαμε στα δικά μας μέρη. Στην Σόλωνος το GOODY'S ήταν  γεμάτο από Δαπίτες, αλλά δυστυχώς όχι και από Δαπίτισες. Κατεβήκαμε Εμμ. Μπενάκη αλλά πουθενά οι Δαπίτισες. Ένα πουλάκι μας ενημέρωσε ότι ήταν όλες στην «VERONA» στην Αραχόβης. Πήγαμε τρέχοντας. θα πίναμε από δύο μπίρες σίγουρα, και ίσως και ένα σουβλάκι μετά στου «Κάβουρα». Δυστυχώς όμως το rock-club ήταν γεμάτο από Ραλλικούς. Τι γυρεύαμε εμείς οι γνήσιοι λαϊκοί Δεξιοί της Αβερωφικής πτέρυγας, με τα τσιράκια του καπιταλισμού; Τσακωθήκαμε όπως πάντα με τους εσωκομματικούς μας αντιπάλους και αποχωρήσαμε. Περπατώντας και πάλι την Πατησίων, και οδεύοντας για Πλ. Αμερικής, είχαμε αναλύσει όλα τα προβλήματα της διεθνούς πολιτικής σκηνής και ξανά καταλήξαμε στον ίδιο παρονομαστή, ότι δηλαδή η ανόθευτη λαϊκή δεξιά ήταν η μόνη λύση στην επίθεση της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας!
Στην συνέχεια αναλύσαμε και ποιο σοβαρά προβλήματα, όπως για το επιθετικό δίδυμο του Παναθηναϊκού Χαραλαμπίδη-Ντόκεν! Συζητήσαμε, συζητήσαμε, συζητήσαμε, και πιάσαμε κουβέντα για αυτά που μας έλεγε ο Χρήστος που είχε επισκεφτεί το Άγιο Όρος. Μας σαγήνευσε η ιδέα να πάμε και εμείς, μιας και σε λίγες ημέρες ήταν Μεγάλη Εβδομάδα.
     Οι ημέρες πέρασαν, τρέξαμε, κλαφτήκαμε, και ω του θαύματος μαζέψαμε 25.000 δρχ. Απίστευτο ποσόν!
     Μεγάλη Τετάρτη ξεκινήσαμε με το τρένο των 23.10 για Θεσσαλονίκη. 500 δρχ. το φοιτητικό εισιτήριο! Ξημερώματα φτάσαμε και πήγαμε στο ΚΤΕΛ. Το πρωινό λεωφορείο των 6 για Ουρανούπολη, χώρεσε και εμάς. Άγνωστα μέρη, κοιτούσαμε σαν πρωτόβγαλτοι, τα πάντα. Ενδιάμεση στάση στην Αρναία. Φάγαμε λουκουμάδες για πρωινό. Μετά από 3 ώρες ταξίδι, φτάσαμε στην Ουρανούπολη. Μπήκαμε σε ένα καΐκι. Το καΐκι βούταγε στην θάλασσα και ξανά έβγαινε σώο! Οι επιβάτες του όλοι άνδρες και το 80% Μοναχοί. Κοιταζόμαστε με τον Γιάννη αμίλητοι. Μιλούσαμε με τα μάτια. Μετά από 2 ώρες φτάσαμε στην Δάφνη. Πάθαμε σοκ με τα λειτουργικά κτίρια που ήταν εκεί, εδώ και αιώνες...
     Μπήκαμε σε ένα παμπάλαιο λεωφορείο που σε κάθε ανηφορική στροφή αγκομαχούσε. Τα πάντα γύρω μας θύμιζαν περασμένους αιώνες και Βυζάντιο. Φτάσαμε Καρυές. Βγάλαμε διαμονητήριο και πήγαμε στο Πρωτάτο να προσκυνήσουμε. Είχαμε μπει σε μία άλλη διάσταση. Πήραμε ένα μονοπάτι για την Μονή Ιβήρων αλλά μετά από μερικά μέτρα χαθήκαμε. Το τοπίο ήταν πρωτοφανή για εμάς. Αγνοήσαμε κάθε κανόνα, και αφεθήκαμε στην φύση. Χαθήκαμε στην ανεμελιά του Παραδείσου. Δίχως να το καταλάβουμε νύχτωσε. Τότε ανησυχήσαμε, καθώς κρυώναμε και πεινάγαμε. Είμαστε με τους πρωινούς λουκουμάδες ακόμα.
Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι δεν τσακωθήκαμε με τον Γιάννη. Ποιοι εμείς οι δύο, που ανά είκοσι λεπτά τρωγόμαστε για ψύλλου πήδημα! Αίφνης ακούσαμε βήματα και είδαμε έναν μοναχό. Ναι, δεν λάθευαν τα μάτια μας.
«Ευλογείτε» μας είπε.
«Ο Κύριος» απαντήσαμε περήφανα, καθώς είχαμε μάθει τον κώδικα χαιρετισμού του Αγίου Όρους.
     Μας ρώτησε εάν χαθήκαμε, ή αν κάπου πηγαίναμε τέτοια ώρα. Παραδεχτήκαμε ότι είμαστε χαμένοι από το μεσημέρι! Χαμογέλασε και μας είπε ότι καλύτερα να τον ακολουθήσουμε για να μας φιλοξενήσει στο κελί του. Τον ακολουθήσαμε δίχως άλλη ερώτηση. Φτάσαμε μετά από λίγο στο κελί. Ανασάναμε γιατί βρήκαμε ζεστασιά καθώς είχαμε αρχίσει να τρέμουμε από την Αγιορείτικη υγρασία. Ο Γιάννης μου έκανε νόημα για να μην αναφέρω τίποτα για φαγητό. Κούνησα το κεφάλι μου, αλλά πείναγα πολύ.
Καθώς προσπαθούσαμε να καταλάβουμε που θα κοιμηθούμε ο Γέροντας μας έστρωσε το τραπέζι για να φάμε.
«Έχουμε νηστεία αυτήν την εποχή και το φαγητό που θα σας προσφέρω είναι φτωχό, για αυτό να με συγχωρέστε με» είπε.
Χαμογελάσαμε με τον Γιάννη, καθώς μας φάνηκε αφελής ο Γέροντας. «Έχω φακές».
Μωρέ τι φακές μού τσαμπουνάς σκέφτηκα, και λίγο ψωμάκι μας έφτανε τώρα. Ο Γιάννης μουρμούρισε στο αυτί μου. «Ωχ μάγκα μου, την νηστεία δεν την είχαμε σκεφτεί»...
     Στο τραπέζι ο Γέροντας μας είχε βάλει ένα πιάτο φακές ανάλαδες, ένα μπολ ελιές, ένα πιάτο με ντομάτες, χαλβά και παξιμάδια. Έκανε προσευχή και διακριτικά έφυγε. Μωρέ ποια σουβλάκια του «Κάβουρα» και βλακείες. Μέλι ήταν όλα τα φαγητά. Μόνο coca-cola δεν ζητήσαμε για χώνεψη. Ήρθε αργότερα και μας οδήγησε σε ένα δωμάτιο όπου υπήρχε ένα κρεβατάκι. Κάτω στο πάτωμα είχε βάλει ένα στρώμα με σκεπάσματα.
«Συγχωρέστε με,  αλλά δεν έχω άλλο κρεβάτι» είπε.
     «Μα τι λες Γέροντα» του απαντήσαμε. «Έχει τόση ζεστασιά εδώ.» Κοιμηθήκαμε μέσα σε ένα λεπτό το πολύ. Κάποια στιγμή μέσα στον ύπνο, σηκώθηκα καθώς ξύπνησα για άγνωστο λόγο. Πήγα στο παράθυρο να θαυμάσω την βραδινή φύση. Η περιέργεια ήταν μεγάλη και κοίταξα στο άλλο δωμάτιο.
     Έμεινα άφωνος και βούρκωσα. Ο Γέροντας κοιμόταν κάτω στο πάτωμα με μία κουβερτούλα καθώς τις άλλες, τις είχε δώσει σε εμάς! Ξύπνησα τον Γιάννη για να του το πω. Καθίσαμε και οι δύο αμίλητοι και προβληματισμένοι από το γεγονός. Δύο παλιόπαιδα επειδή ενθουσιάστηκαν με την φύση, χάθηκαν, και την πλήρωσε ένας συνάνθρωπος τους από τα παιδιαρίσματα τους. Δαγκωθήκαμε και θέλαμε η Γη να μας κατάπινε εκείνη την ώρα. Περιμέναμε να ξημερώσει, αλλά χάσαμε τον Γέροντα μέσα από τα μάτια μας. Τελικά τον ανακαλύψαμε στο εκκλησάκι του, να διαβάζει διάφορους ψαλμούς. Καθίσαμε αρκετή ώρα σε κάποιο στασίδι, χωρίς να βγάζουμε άχνα. Τι περίεργο! Εμείς είχαμε την τελευταία επίσκεψη μας σε εκκλησία, μάλλον από την εποχή που βαπτισθήκαμε! Κι όμως καθόμαστε σε ένα εκκλησάκι τώρα και ακούγαμε για ώρα ένα παππούλη να διαβάζει. Είμαι σίγουρος ακόμα και σήμερα, ότι ο Γέροντας δεν μας πήρε είδηση όσο είμαστε εκεί. Μετά από ώρα ο Γέροντας τελείωσε και μας καλημέρισε. Πήγαμε και πάλι στην τραπεζαρία όπου μας ετοίμασε πρωινό. Σύκα, τσάι, ταχίνι, παξιμάδια. Δεν μας ρώτησε το παραμικρό. Παρατηρούσαμε για ώρα τα κάτασπρα χέρια του παππούλη και το αρχοντικό του ύφος. Κάτι είχε αρχίσει να μας κεντρίζει η παρουσία του. Τι; Δεν ξέρω! Του είπαμε ότι θα φύγουμε για να πάμε επιτέλους στην Μονή Ιβήρων. Μας απάντησε ότι νομίζουμε καλύτερο να κάνουμε. Πάντως το κελί του ήταν για εμάς ανοιχτό για όποτε το χρειαζόμαστε. Ακόμα εάν αντιμετωπίζαμε κάποιο πρόβλημα θα του έκανε χαρά αν μπορούσε να μας εξυπηρετήσει!
     Φύγαμε και πήγαμε στο Μοναστήρι όπου και κάναμε Ανάσταση. Στον γυρισμό για Καρυές καθίσαμε σε  ένα ποταμάκι και χαζολογούσαμε. Μία αδέξια κίνηση στο γεφυράκι και πάει το πορτοφόλι μαζί με την περιουσία μας, που ήταν οι υπόλοιπες 20.000 δραχμές. Μπλουμ στο νερό και πάπαλα... Αν μας έκοβες με μαχαίρι, στάλα αίμα δεν θα βγάζαμε. Τα πάντα μαύρα πλέον. Πως θα γυρίζαμε, τι θα γινόταν; Μαύρες σκέψεις στο μυαλό περνούσαν. Μέσα στην απελπισία μας ακούσαμε βήματα. Γυρνάμε το κεφάλι μας και βλέπουμε από το πουθενά, τον Γέροντα, που μας είχε φιλοξενήσει! Μας ευχήθηκε και μας ρώτησε τι κάνουμε; «Καλά» απαντήσαμε.
Τότε γύρισε και μας είπε ότι θα ήθελε να του κάνουμε μία χάρη. Τον κοιτάξαμε με έκπληξη και ρωτήσαμε τι μπορούμε να κάνουμε εμείς για αυτόν!
«Να» μας είπε. «Σαν σήμερα έχασα έναν φίλο μου και θέλω να κάνω ένα ψυχικό. Θέλω να σας δώσω αυτά τα χρήματα να τα κάνετε ότι θέλετε, αρκεί να τον μνημονεύετε όποτε τον θυμόσαστε».
     Δεν πιστεύαμε στα αυτιά μας! Ο Γιάννης σηκώθηκε και του είπε. «Δεν γίνεται παππούλη.»
     «Σας παρακαλώ» απάντησε. «Σας παρακαλώ».
     Μας παρακαλούσαν ξαφνικά να πάρουμε χρήματα, την στιγμή που το πορτοφόλι μας είχε πάρει τον δρόμο για το Αιγαίο Πέλαγος, στην δίνη του ποταμού. Εγώ χαμογέλασα καθώς ήξερα ότι ο Γιάννης θα δεχόταν στο τέλος! Έτσι και έγινε. Φεύγοντας τον ρωτήσαμε τουλάχιστον να μας πει το όνομα του.
«Α, συγνώμη» μας είπε. «Δεν συστήθηκα καθώς είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος ζει χάρη στο Έλεος και την Μεγαλοσύνη του Κυρίου Μας. Παΐσιο με λένε».


Υ.Γ. 1. Ο Γιάννης είναι πλέον ο πατήρ Α. και βρίσκεται σε Σκήτη του Αγίου Όρους.