Στο λιμάνι του
νησιού ήσαν συγκεντρωμένοι οι κάτοικοι για
να αποχαιρετήσουν το μεγάλο εμπορικό όταν
έφθασε ο κυρ-Θύμιος και είπε στον καπετάνιο: Πάρε
και αυτό το παιδί μαζί σου καπετάνιε, είναι
ορφανό. Ο καπετάν-Αλέξης παρά τις αντιρρήσεις του,
πήρε το παιδί μαζί του και αυτό
γρήγορα έγινε η συμπάθεια ολόκληρου του
πληρώματος για την προθυμία και την πολλή
δουλειά που «έριχνε» στο καράβι. Το παιδί κάθε
βράδυ πριν κοιμηθεί έβγαζε και προσευχόταν
μπροστά σε μια μικρή εικόνα του Αγίου
Γεωργίου που την είχε δώσει η μητέρα
του πριν φύγει.
Πέρασε καιρός
σε αυτό το πρώτο ταξίδι του παιδιού
και να ! το καράβι σχίζει και πάλι τα
νερά του Αιγαίου πλέοντας κατά το νησί
τους. Ξαφνικά ο γερο-Νικολής, ο μεγαλύτερος
του πληρώματος είπε: καπετάνιε ας προσέχουμε, βλέπω
σύννεφα, δεν αποκλείω θύελλα.. Σχεδόν αμέσως ο
ουρανός σκοτείνιασε και τεράστια κύματα
άρχισαν να χτυπούν το πλοίο. Ο καπετάνιος
έδινε συνεχώς οδηγίες κρατώντας ο ίδιος
το τιμόνι, όταν μέσα στο γενικό χαλασμό ο
μικρός Γιωργής πήγε κοντά στον καπετάνιο και
είπε: Καπετάνιε να προσευχηθούμε στον άγιο
Γεώργιο, είναι θαυματουργή η εικόνα του που
έχω μαζί μου. Όλοι γονάτισαν και το 15χρονο
παιδί είπε κλαίγοντας: Άη - Γιώργη μην μας
αφήσεις να χαθούμε: Πέρασαν ώρες όταν
ξαφνικά όλοι είδαν μέσα στη γενική
αντάρα ένα καβαλάρη πάνω σε φτερωτό άλογο
να σκορπίζει τα σύννεφα και σε λίγο
τον ήλιο να βγαίνει.
Έμειναν εκεί
γονατιστοί καπετάνιος και πλήρωμα ευχαριστώντας
τον άγιο για την σωτηρία τους και
μόλις εκείνη την ώρα διεπίστωσαν ότι τότε
ξημέρωνε η μέρα της γιορτής του!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου