Είχαν τέσσερα παιδιά ο Αντώνης και η Λούλα, εργάτης ο πατέρας και καθαρίστρια η μάνα και ήρθε η ώρα η μητέρα αν γεννήσει το πέμπτο. Στο ίδιο μαιευτήριο μια άλλη γυναίκα γέννησε το πρώτο της παιδί, όμως δυστυχώς γεννήθηκε νεκρό και η ίδια , λόγω επιπλοκής έπαθε ζημιά έτσι που στο μέλλον να μην μπορεί να γίνει μητέρα.
Τότε πάνω
στον αβάσταχτο πόνο
της πρότειναν να
πάρει ένα άλλο, υπό τον
όρο να μην ξέρει
η πραγματική μάνα το
όνομα της οικογένειας
που θα έπαιρνε
το παιδί. Η Λούλα
πιέστηκε και τελικά
έδωσε το νεογέννητο
παιδί που ήταν κορίτσι,
και κανείς δεν
έμαθε το όνομα
της νέας οικογένειας
του παιδιού.
Η
Λούλα έχασε μετά από
μερικά χρόνια σε ένα
δυστύχημα τον άνδρα
της και το
ένα κορίτσι, η
άλλη έγινε μοναχή, το αγόρι
έφυγε για τον
Καναδά, η άλλη παντρεύτηκε
σε άλλη πόλη και έμεινε
πια μόνη της
πλένοντας και ξενοδουλεύοντας για
να ζήσει. Μια μέρα
πήγε σε μια
άλλη συνοικία και
χτύπησε την πόρτα
ενός μεγάλου σπιτιού και
άνοιξε μια κοπελίτσα
10 ετών. Η Λούλα άρχισε
να την κοιτάζει
σαν απολιθωμένη, αφού το
κορίτσι έμοιαζε πολύ
στην παλιά κόρη
της, Παιδί μου της είπε
φώναξε την μητέρα
σου. Όταν οι δύο
γυναίκες έμειναν μόνες
η Λούλα ρώτησε την
άλλη γυναίκα: Είναι δικό
σας το παιδί; Γιατί
με ρωτάτε; απάντησε η άλλη.
Κυρία μου συνέχισε
η Λούλα είμαι
μόνη και έρημη, πάρτε
με σπίτι σας
σαν σκλάβα μόνο να βλέπω
την Φωτούλα μου
και δεν θα
της πω ποτέ
τίποτα. Η καλή γυναίκα δέχθηκε
σε συνεννόηση με
τον άντρα της
την Λούλα στο
σπίτι και από
τότε οι δύο
γυναίκες η θεία
Λούλα (έτσι φωνάζει η
μικρή την πραγματική
της μάνα)χαίρονται τον
μικρό τους άγγελο που
δεν θα μάθει ίσως ποτέ
την τραγική αλήθεια.
(Γ. Παυλίδου: «χαμόγελο και
δάκρυ» σ.211-212)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου