Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

Υπάρχει άραγε κατήχηση; - π. Τιμόθεος Παπασταύρου


Πολλάκις, ἐνθυμοῦμαι ἐν τῇ ἡσυχίᾳ μου, τὴν παιδικήν μου ἡλικίαν. Τὰς ἡμέρας ἐκείνας καὶ τὰς ὧρας τὰς ὁποίας ἔζησα εἰς τὸ οἰκογενειακόν μου περιβάλλον, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ σχολεῖα τῆς πρωτοβαθμίου καὶ δευτεροβαθμίου ἐκπαιδεύσεως. Τότε ὅτε αἱ συνθῆκαι ἦσαν ἐντελῶς διαφορετικαὶ καὶ εἰς μὲν τὴν οἰκογένειαν ὑπῆρχεν ἡ ἐν Χριστῷ ἀγωγή, ὁ σεβασμὸς εἰς τοὺς γονεῖς ἡμῶν, ἡ πειθαρχία καὶ ἡ συνέπεια, εἰς δὲ τὰ σχολεῖα ὑπῆρχεν ἡ ἐκπαίδευσις, - χωρὶς ἴσως, τὴν σημερινὴν πληθώραν τῆς "γνώσεως" καὶ τῶν τρόπων ἀποκτήσεως αὐτῆς - εἰς τὴν τελείαν, σχεδόν, μορφήν της. Μία ἐκπαίδευσις ἡ ὁποία "ἐστηρίζετο" πρωτίστως εἰς τὴν ἠθικὴν κατὰ Χριστὸν ἀγωγὴν τῶν μαθητῶν, ἀκολούθως εἰς τὴν μάθησιν τῆς ἱστορίας τοῦ Ἔθνους ἡμῶν καὶ τὴν ἀναζωπύρωσιν τῆς Ἐθνικῆς συνειδήσεως, καὶ τέλος εἰς τὴν γενικὴν παιδείαν καὶ γνῶσιν. Μίαν παιδείαν ἡ ὁποία ἤρχιζεν ἀπὸ τὴν πρωϊνὴν (ἢ ἀπογευματινὴν προσευχήν, διότι τότε ὑπῆρχον καὶ τὰ ἀπογευματινὰ σχολεῖα) καὶ περιεῖχεν εἰς τὴν ἑβδομαδιαῖαν λειτουργίαν της, μίαν ἡμέραν τὸν ἀπαραίτητον Ἐκκλησιασμόν, τὴν ὥραν τῆς ἑρμηνείας τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος ἑκάστης Κυριακῆς, ἀλλὰ καὶ τὴν δικαιολογουμένην "παράκαμψιν", ἀπὸ τὰ ... μαθηματικὰ καὶ τὰ ἀρχαῖα καὶ τὴν ἔκθεσιν, εἰς τὴν ἀφήγησιν ἐθνικῶν καὶ θρησκευτικῶν γεγονότων, διὰ νὰ διεγείρουν τὰς μαθητικὰς καρδίας!
Εἰς αὐτὰς τὰς ὧρας ἐμάθομεν, τὸ "Πιστεύω ...", τὸ "Πᾶτερ ἡμῶν ...", τὸ "Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι ...", τὸ "Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ..." καὶ τὸν ὅρκον τῆς φιλικῆς ἑταιρίας, τὰ ἐθνικά μας τραγούδια - "ὅλη δόξα ὅλη χάρη ...", "Περνάει ὁ στρατὸς τῆς Ἑλλάδος φρουρός ...", "Πάντα κι’ ὅπου σ’ ἀντικρύζω μὲ λαχτάρα σταματῶ ...", "Ἔχω μιὰ ἀδελφὴ στὸν κόσμο ξακουστή, τὴν λένε Βόρειο Ἠπειρο, τὴν ἀγαπῶ πολύ ..." -  καὶ πλῆθος ἄλλων εὐχῶν καὶ ὕμνων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ Ἐθνικῶν λόγων καὶ ἀσμάτων, τὰ ὁποῖα εἰσέτι, παραμένουσιν "ἐγγεγραμμένα ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν".
Ἐνθυμοῦμαι, ἐπίσης, κατ’ αὐτὰς τὰς ὧρας τῆς περισυλλογῆς μου, τὴν φοίτησιν ἡμῶν εἰς τὰ κατηχητικὰ σχολεῖα, ὅτε, καθ’ ἑκάστην Κυριακήν, εὐθὺς μετὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν, ἐσπεύδομεν εἰς τὸ Κατηχητικὸν Σχολεῖον τοῦ ἀειμνήστου γέροντος π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου, κρατοῦντες ἀνὰ χεῖρας τὸ τετράδιον (ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἐγράφομεν τὰ "Διδάγματα" καὶ τὰ "Ρητὰ" ἑκάστου μαθήματος) καὶ ἀνεμένομεν τὴν νέαν ἀφήγησιν καὶ ἁγιογραφικὴν ἱστορίαν, παρὰ τῆς κατηχητρίας ἡμῶν καὶ νῦν μοναχῆς Μάρθας, ἡ ὁποία μᾶς ἔθελγεν κυριολεκτικῶς καὶ μᾶς ἀνεβίβαζεν πνευματικῶς εἰς ὕψη Παραδείσια. Μετὰ τὴν Κατήχησιν, κατὰ τὴν τάξιν τοῦ "πρώτου Κατηχητοῦ" τῶν Πατρῶν καί, ἴσως, τῆς Ἑλλάδος, ἀκολουθοῦσεν ἡ ὑμνωδία ὑπὸ τῆς ἀειμνήστου μαθητρίας αὐτοῦ, Ἀθηνᾶς Θεοδοσίου ἥτις εἶχεν μαθητεύσει τὴν Βυζαντινὴν Μουσικὴν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ, ἐκ τῶν κορυφαίων Μουσικοδιδασκάλων, Ἰωάννου Σακελλαρίδου. Ὑμνωδία, "ἐν ὕμνοις καὶ ὠδαῖς πνευματικαῖς", μανθάνοντες τοὺς Ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους τοὺς ὁποίους ἐν συνεχείᾳ ... "ἐκτελούσαμεν" εἰς τὰς Θείας Λειτουργίας τῆς Ἀναπλαστικῆς Σχολῆς, εἰς τούς, κατ’ ἔτος, Χαιρετισμοὺς πρὸς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον καὶ ἄλλας λατρευτικὰς συνάξεις.
Ἀργότερα δέ, ὅταν εἴμεθα εἰς τὰς τελευταίας τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ καὶ ἐν συνεχείᾳ Γυμνασίου (ἑξαταξίου), εὐτυχήσαμεν ἵνα μαθητεύσωμεν εἰς τὸν "μοναδικὸν κατηχητὴν" τῆς Ἐκκλησίας τῶν Πατρῶν, τὸν ἀείμνηστον Γεώργιον Οἰκονόμου, - διὰ τὸν ὁποῖον ἠξιώθημεν ἵνα συγγράψωμεν ἰδιαίτερον πόνημα - παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ὁποίου ἐμάθομεν ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα - ἄνευ τινος ὑπερβολῆς - δὲν ἐμάθαμεν οὔτε εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Κατηχήσεις Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, κατηχήσεις ἱεροῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεῖοι καὶ Ἱεροὶ Κανόνες (Ἱερὸν Πηδάλιον), Δογματικαὶ διδασκαλίαι τῆς Ἁγίας ἡμῶν Πίστεως, ἅπαντες σχεδὸν οἱ ὕμνοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἦσαν τὰ κατηχητικὰ μαθήματα ἑκάστης Κυριακῆς. Κατήχησις καὶ μόνον ... ΚΑΤΗΧΗΣΙΣ!!!
Κατὰ τὴν περίοδον δὲ τῆς φοιτήσεώς μου εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ὅτε διεμένομεν πλησίον τοῦ νεωτέρου πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, συμμετείχωμεν εἰς τὰς ἀνδρώας συνάξεις - καθ’ ἑκάστην Κυριακὴν ἑσπέρας - θέτοντες ποικίλας ἐρωτήσεις ἐπὶ Ἐκκλησιολογικῶν καὶ Ἁγιογραφικῶν καὶ ἄλλων θεμάτων, ἐπὶ τῶν ὁποίων καὶ ἀπήντει ὁ μακαριστὸς καὶ σοφὸς γέροντας. Σκοπὸς δὲ πάντοτε τῶν τοιούτων μαθημάτων καὶ κατηχήσεων ἦτο ... ΕΙΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ! Ἡ, ἐν Χριστῷ, πορεία ἡμῶν καὶ ἡ δόξα τοῦ Θείου Ὀνόματος καὶ ἡ Οὐράνιος Βασιλεία καὶ Δόξα! 
Ταῦτα ἐνεθυμήθην καὶ ἐνθυμοῦμαι συχνάκις, καὶ μακαρίζω, ἀφ’ ἑνὸς τοὺς εὐλαβεστάτους γονεῖς ἡμῶν, οἱ ὁποῖοι ἐνεπιστεύθησαν τὴν ἐν Χριστῷ διαπαιδαγώγησίν μας, εἰς τοιούτους εὐλογημένους κατηχητὰς καὶ διδασκάλους, ἀλλὰ καὶ αὐτοὺς τούτους, τοὺς κατηχητὰς καὶ κατηχητρίας ἡμῶν, οἵτινες διεπαιδαγώγησαν ἡμᾶς "ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου".
Ὅμως, ἐν συνεχείᾳ, ἡ θλῖψις καὶ ἡ στεναχωρία κυριεύουσι τὴν καρδίαν μου, καθόσον βλέπω εἰς τὴν μὲν ἐκπαίδευσιν νὰ ἔχουσι ἐξοβελισθῇ ... ὅ,τι γνήσιον Θρησκευτικόν, ὅ,τι Ἐθνικόν καὶ Ἑλληνικόν, ὅ,τι Πατροπαράδοτον καὶ ἠθικόν! Οἱ μαθηταί, πλέον, καὶ αἱ μαθήτριαι ὀλιγωροῦσι ἀκόμη καὶ εἰς τὴν στοιχειώδη μάθησιν, καὶ αἱ "ἀπαραίτητοι" λεγόμεναι γνώσεις εἶναι ὅ,τιδήποτε ἄλλο, ἄσχετον πρὸς τὴν ... ἀπαραίτητον ἠθικήν, Ἐθνικὴν καὶ Πνευματικὴν κατάρτισιν! Ἡ μόρφωσις, - ὡς τοῦτο διαπιστοῦται καὶ ἀπὸ τοὺς πλέον ... δυσπίστους - διατηρῆται στοιχειωδῶς καὶ μόνον, εἰς τὴν πρωτοβάθμιον λεγομένην ἐκπαίδευσιν, καὶ ἔκτοτε πλέον ἡ τοιαύτη ἐπαφίεται εἰς τὴν εὐσυνειδησίαν τινῶν καθηγητῶν καὶ καθηγητριῶν (... ἴσως καὶ ὄχι) καὶ εἰς τὴν θέλησιν καὶ ἐπιθυμίαν, γονέων τινων καὶ μαθητῶν!
Ἡ ἰδία, ὅμως, ἄν μη καὶ χειροτέρα κατάστασις ἐπικρατεῖ εἰς τὴν Ἐκκλησιαστικὴν παιδείαν. Ἐκεῖ ὅπου, δυστυχῶς "ὑπεχώρησαν", ... τὰ θαύματα καὶ αἱ παραβολαὶ καὶ ἡ "ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία" τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ δυστυχῶς εἰσῆλθον καὶ ἐπεκράτησαν, ... καινοφανεῖς διδασκαλίαι καὶ ἐξωεκκλησιαστικαὶ ἐκδηλώσεις ... Ἀντὶ εὐπρεποῦς ἐμφανίσεως καὶ ἐνδύσεως, βλέπομεν πολλάκις καὶ ἐξάλλους ἐνδυματολογικὰς καὶ ἄλλας ... ἰδιορυθμίας, ἀντὶ τῶν ὕμνων, ἀκούονται ἄσματα καὶ τραγούδια κοσμικά, (συνοδεύονται δὲ πολλάκις καὶ ὑπὸ μουσικῶν ὀργάνων καὶ χορῶν καὶ ἄλλων ἀνεπιτρέπτων ἐκδηλώσεων! Ἐσχάτως δὲ ἐπληροφορήθημεν ἐκ τῶν μέσων κοινωνικῆς δικτυώσεως, ὅτι εἰς κάποια τοιαῦτα "κατηχητικά" διοργανοῦνται, "μασκὲ" ἑσπερίδες καὶ "πάρτυ Καρναβαλικά"!!!) καὶ ἀντί ἁγιογραφικῶν διηγήσεων καὶ Πατερικῶν κατηχήσεων καὶ Ἱερῶν Κανόνων καὶ Ἁγίας Γραφῆς, ... συζητήσεις ἀνούσιαι καὶ κοινωνικὰ προβλήματα καὶ ... ἕνας (δῆθεν) κοινωνικὸς "καθωσπρεπισμός", διότι "αὐτὰ ἀπαιτοῦνται σήμερον διὰ νὰ ἔλθωσιν οἱ νέοι εἰς τὴν Ἐκκλησίαν". Ἐλάχιστα, πλέον, εἶναι ἐκεῖνα τὰ Κατηχητικὰ Σχολεῖα εἰς τὰ ὁποῖα ἀκούεται ὁ μεστὸς καὶ μοναδικὸς Εὐαγγελικὸς Θεῖος Λόγος καὶ οἱ φοιτῶντες εἰς αὐτά, ἀποφοιτοῦσι ὄντως πεπαιδευμένοι καὶ ἐν Χριστῷ κατηχημένοι! Ὡς παρρηγορία προβάλλεται ὑπὸ τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας, ὅτι εἰς ἑκάστην Μητρόπολιν ὑπάρχωσιν Κατηχητικὰ Σχολεῖα καὶ θλιβερὰ "ἐπωδὸς" καὶ αὐτο-καθησυχασμός, ὅτι "νέοι δραστηριοποιοῦνται εἰς τὸ ἔργον τῆς Ἐκκλησίας". "Ἔντεχνος" ἰκανοποίησις ἀκούεται καὶ δεικνύεται συχνάκις, ὑπό τινων γονέων, ἀλλὰ καὶ ὑπ’ αὐτῶν τῶν ἰδίων τῶν "κατηχουμένων", ὅτι ... "πηγαίνομεν εἰς τὸ Κατηχητικόν", ἢ "τὰ παιδιά μας φοιτοῦν εἰς τὸ Κατηχητικόν" καὶ "ὁ νοῶν νοείτω ...".
Ὄντως, φοβοῦμαι, ὅτι θὰ θορυβοῦνται τὰ ὀστᾶ τῶν κεκοιμημένων καὶ ἀειμνήστων ἁγίων Κατηχητῶν καὶ Κατηχητριῶν, ὅταν αἱ ἅγιαι καὶ τίμιαι ψυχαί των βλέπωσι τὸ τοιοῦτον "κατάντημα" τῶν δῆθεν Κατηχητικῶν. Ἠρώτησα κάποτε μίαν τοιαύτην "κατηχήτριαν" - ὡς ἡ ἰδία μοῦ συνεστήθη - ποῖα μαθήματα διδάσκει εἰς τὰ παιδία τὰ ὁποῖα ἐξεπαίδευεν "πνευματικῶς", καὶ ἄνευ τινός συστολῆς, μοῦ ἀπήντησεν ὅτι ... "δὲν διδάσκω κάτι˙ ἁπλῶς τραγουδᾶμε καὶ παίζουμε"! Ἄνευ περαιτέρω σχολίων, θεωρῶ ὅτι δικαίως ... ἀνησυχοῦμεν διὰ τὸ μέλλον!

Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020

Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος 15 χρόνια στον θρόνο του αγίου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ   ΠΑΤΡΩΝ   ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
(2005 - 2020)
ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ  ΧΡΟΝΙΑ  ΣΤΟΝ   ΘΡΟΝΟ
ΤΟΥ  ΑΓΙΟΥ  ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ 
ΑΝΔΡΕΟΥ  ΤΟΥ  ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ

Του
Πρωτοπρεσβυτέρου
Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Δρος Θ.
Καθηγητού του Πειραματικού Γυμνασίου Πατρών

            Στις 20 Φεβρουαρίου συμπληρώθηκαν δεκαπέντε χρόνια από την εις επίσκοπο χειροτονία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου, γεγονός που εορτάστηκε από την Τοπική μας Εκκλησία με επίκεντρο την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Ευαγγελιστρίας Πατρών, καθώς και με τα εγκαίνια του παρακείμενου νέου Ενοριακού Πνευματικού Κέντρου.

            1.  Ο Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος ως γνωστόν, προοριζόταν αρχικά από τον τότε μοναδικά μεγάλο και σπουδαίο αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρό Χριστόδουλο για να εκλεγεί Μητροπολίτης της συμπρωτεύουσας Θεσσαλονίκης, δηλαδή της δεύτερης σε τιμή μετά την Αρχιεπισκοπή  Αθηνών μητροπολιτικής έδρας της Ελλάδος. Το γεγονός όμως ότι η πλήρωση της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης πραγματοποιήθηκε τελικά με κατάσταση (μετάθεση) και όχι με εκλογή, έπειτα από την κένωση του θρόνου της τρίτης σε πληθυσμό πόλεως της χώρας, δηλαδή αυτής των Πατρών, ο οξύνους και διορατικός αρχιεπίσκοπος προσέβλεψε αμέσως στο πρόσωπο του ικανού και έμπειρου Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου, Αρχιμ. Χρυσοστόμου Σκλήφα, τον οποίο έκρινε ως τον πλέον κατάλληλο για την πλήρωσή της, προτείνοντάς τον ένθερμα προς εκλογή στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας (Ι.Σ.Ι) της Εκκλησίας της Ελλάδος. Εκτιμώμενος τόσο από τον μακαριστό αρχιεπίσκοπο, όσο και από το Ιερό Σώμα της Ι.Σ.Ι., ο Αρχιμ. Χρυσόστομος εξελέγη με συντριπτική πλειοψηφία, λαμβάνοντας 66 από τις 71 ψήφους για την Ιερά Αποστολική Μητρόπολη των Πατρών,
διαδεχόμενος με τον τρόπο αυτό μια πανορθοδόξου βεληνεκούς θεολογική και εκκλησιαστική προσωπικότητα ιεράρχου, όπως ο προκάτοχός του Νικόδημος Βαλληνδράς, ο οποίος έπειτα από τριάντα ολόκληρα χρόνια ποιμαντορίας στην πόλη του Αγίου Ανδρέου, παραιτήθηκε για λόγους υγείας από τα καθήκοντά του σε ηλικία ενενήντα ετών τον Ιανουάριο του 2005.       
          2.  Η εκλογή του Μητροπολίτου Πατρών πραγματοποιήθηκε στις 19 και την επομένη, 20 Φεβρουαρίου 2005, έλαβε χώρα η χειροτονία του σε επίσκοπο στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών, ενώ μετά από παρέλευση ενός και πλέον μηνός, προκειμένου να δρομολογηθεί η πολιτειακή αναγνώριση, να τακτοποιηθούν διαδικαστικά και τα άλλα υπηρεσιακά ζητήματα που είχαν σχέση με την παράδοση της Αρχιγραμματείας της Ι.Σ., καθώς και να προετοιμαστεί η Τοπική Εκκλησία των Πατρών για την υποδοχή του, ο νέος Ποιμήν των Πατρών ανήλθε στον θρόνο του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου στις 2 Απριλίου 2005 με την πραγματοποίηση της καθιερωμένης πανηγυρικής τελετής της ενθρονίσεώς του στον μεγαλοπρεπή νέο Ναό του Πρωτοκλήτου. Είναι αξιοσημείωτο μάλιστα το γεγονός, ότι κατά την εύσημο ημέρα της ενθρονίσεώς του ο νέος Μητροπολίτης προέβαλε ως πρώτο μέλημά του την διακονία του παρισταμένου πολιού και ασθενούς προκατόχου του, τον οποίο κάλεσε και επίσημα να συνεχίσει να διαμένει μαζί του στο επισκοπείο προκειμένου να αναλάβει εξολοκλήρου την φροντίδα του. Γι’ αυτό και παρόλο που ο μακαριστός Νικόδημος επέλεξε τελικά να εγκατασταθεί στην Αθήνα, ο διάδοχός του συνέχισε με πολύ ενδιαφέρον να τον επισκέπτεται τακτικά και να μεριμνά για τις συνθήκες της διαβίωσης και της νοσηλείας του, με αποκορύφωμα την μεταφορά της σορού του μετά την κοίμησή του τον Νοέμβριο του 2008 στην Πάτρα, την τέλεση πάνδημης κηδείας προς τιμήν του και τον ενταφιασμό του στον χώρο πέριξ του Μητροπολιτικού Παρεκκλησίου, όπου αναπαύονται κατά παράδοση οι κεκοιμημένοι εν ενεργεία Μητροπολίτες των Πατρών.
         3. Στη διαδοχή του μακαριστού Νικοδήμου από τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο επιβεβαιώθηκε νομίζουμε πλήρως το γεγονός ότι στην Εκκλησία τα χαρίσματα διανέμονται και τα πρόσωπα εκλέγονται κατά τέτοιο τρόπο που να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη σωστική της πορεία ως Σώματος Χριστού εις τους αιώνες, πράγμα που επιβεβαιώθηκε στην Τοπική Εκκλησία των Πατρών κατά την ανατολή του 21ου αιώνα. Και αυτό διότι, ενώ ο αοίδιμος Μητροπολίτης Νικόδημος, που ανέλαβε σε καιρούς χαλεπούς και έπειτα από μακρά χηρεία την διαποίμανση της Ιεράς Μητροπόλεως το 1974, υπήρξε άνθρωπος κυρίως της θεωρίας χωρίς όμως να παραλείπει την πράξη, ώστε με το ποικίλο έργο του να συμπληρώσει εκείνο των  προκατόχων του και επιπλέον να εξυψώσει το κύρος και την αίγλη της επαρχίας του σε πανορθόδοξο επίπεδο, ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, συλλαμβάνοντας τα κελεύσματα των καιρών και της ανάγκες της Εκκλησιαστικής Διακονίας, κατέδειξε, με τις προτεραιότητες που έθεσε στην ποιμαντορία του το 2005, ότι είναι περισσότερο άνθρωπος της πράξεως, χωρίς όμως και πάλι να παρακάμπτει τη θεωρία, γι’ αυτό και προσπάθησε να αξιοποιήσει και οπωσδήποτε να συμπληρώσει, να αναδείξει και να επεκτείνει το έργο του προκατόχου του προς δόξαν Θεού και πνευματικό όφελος του Λογικού Ποιμνίου που Εκείνος του εμπιστεύθηκε.
            Έτσι, αμέσως μετά την ενθρόνιση και την εγκατάστασή του στην Πάτρα, έθεσε ως κύριο μέλημά του - με σκοπό την εύρυθμη λειτουργία της, αλλά και την εξυπηρέτηση των πολλαπλών αναγκών του ποιμαντικού της έργου - την ριζική αναδιοργάνωση της κεντρικής υπηρεσίας της Ιεράς Μητροπόλεως, αρχής γενομένης από την μεταφορά της στο πολυώροφο κτίριο της οδού Βότση 34, ένα έργο του μακαριστού Νικοδήμου, εφόσον οι εγκαταστάσεις στο ισόγειο του επισκοπείου της οδού Ευμήλου δεν επαρκούσαν πλέον για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία της. Εκτός από την μεταφορά της μητροπολιτικής διοικήσεως στο κέντρο της πόλεως όμως, ο νέος Μητροπολίτης προχώρησε και στον εκσυγχρονισμό της όλης λειτουργίας της, με την ίδρυση νέων υπηρεσιών και την πλήρη μηχανοργάνωση των επιμέρους τομέων, αλλά και με την ενίσχυση του δυναμικού της με ικανό ανθρώπινο προσωπικό, αποτελούμενο κυρίως από προσοντούχους κληρικούς ως συνεργάτες, αλλά και λαϊκούς ως εκτάκτους περισσότερο υπαλλήλους, προκειμένου να συμπληρωθεί το ήδη υπάρχον, αλλά και με σκοπό να λειτουργήσουν ομαλά και αποτελεσματικά οι αρτισυσταθείσες διοικητικές της δομές.
          Παράλληλα με την οργάνωση της κεντρικής διοικητικής υπηρεσίας, ο Μητροπολίτης κ. Χρυσόστομος δρομολόγησε επίσης την διευκόλυνση και επιτάχυνση της επικοινωνίας με τις επιμέρους ενορίες μέσω εγκαταστάσεως σε καθεμιά τηλεομοιοτύπου (fax), αλλά και με τους εφημερίους μέσω της απόκτησης, όσων δεν κατείχαν ήδη, προσωπικού κινητού τηλεφώνου, ενώ επιφόρτισε επιπλέον τους προϊσταμένους των ενοριών, αφού τους έδωσε τις κατάλληλες συμβουλές και τις απαραίτητες γραπτές οδηγίες, με την ευθύνη της οργανώσεως και εύρυθμης λειτουργίας των ενοριακών γραφείων για την καλύτερη εξυπηρέτηση των ενοριτών, ορίζοντας για το σκοπό αυτό συγκεκριμένο καθημερινό ωράριο λειτουργίας.
       4. Πρωταρχικό μέλημα ωστόσο του Μητροπολίτου Πατρών κατά την παρελθούσα δεκαπενταετία αποτέλεσε η αναδιοργάνωση και συστηματοποίηση της τελέσεως της Θείας Λατρείας, προτάσσοντας ως κύριο έργο του ιερού κλήρου την ορθή και πλήρη, σύμφωνα με το εκκλησιαστικό τυπικό, τέλεση των ιερών ακολουθιών, με αποκορύφωμα την φροντίδα για την τακτική τέλεση της Θείας Ευχαριστίας κατά τις Κυριακές και τις μεγάλες Εορτές σε όλους ανεξαιρέτως τους ενοριακούς ναούς και τις μονές της Ιεράς Μητροπόλεως, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο την ήδη υπάρχουσα έντονη λειτουργική ζωή της πόλεως και της υπαίθρου της επαρχίας του. Για το σκοπό αυτό και ο ίδιος συνηθίζει να λειτουργεί κάθε Κυριακή ή Εορτή, περιοδεύοντας ακόμη και στις πλέον απομακρυσμένες ενορίες της πνευματικής του δικαιοδοσίας, με σκοπό να τελέσει Αρχιερατικές Θείες Λειτουργίες, Ιερές Αγρυπνίες, Πανηγυρικούς Εσπερινούς, Ιερές Παρακλήσεις, Μεγάλα Απόδειπνα και Χαιρετισμούς, αλλά και Γάμους, Βαπτίσεις, Νεκρώσιμες Ακολουθίες και Ιερά Ευχέλαια, έχοντας στο βαρύ αυτό έργο ως συγκυρηναίους, πρωτίστως τον βοηθό του, επίσκοπο Κερνίτσης κ. Χρύσανθο από το 2014, αλλά και από την έναρξη της ποιμαντορίας του τον περί αυτόν ευαγή κλήρο στο σύνολό του.
            Στο πλαίσιο της μέριμνάς του για την ενίσχυση της ευχαριστιακής συμμετοχής, της τόνωσης του λειτουργικού βιώματος και την ενδυνάμωση του εκκλησιαστικού ήθους του ποιμνίου του, ο Σεβασμιώτατος ενθαρρύνει επίσης διαρκώς την τέλεση σε Ναούς κυρίως της πόλεως αλλά και της υπαίθρου του Ιερού Σαρανταλείτουργου, Θείων Λειτουργιών σε καθημερινή βάση, Ιερών Παρακλήσεων και Ιερών Αγρυπνιών, θεσπίζοντας επιπλέον την καθημερινή τέλεση των ακολουθιών του Εσπερινού, του Όρθρου και της θείας Λειτουργίας στο μητροπολιτικό παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου για να μεταδίδονται ζωντανά από την τηλεόραση του «Λύχνου», την εβδομαδιαία Ακολουθία των Χαιρετισμών ενώπιον του Σταυρού του Αγίου Ανδρέου κάθε Τρίτη απόγευμα, όπως επίσης και την ανελλιπή τέλεση της Ιεράς Αγρυπνίας το βράδυ της Παρασκευής επί του πανσέπτου Τάφου του Πρωτοκλήτου, μετατρέποντας με τον τρόπο αυτό το ιερό του Αποστολείο σε λατρευτικό κέντρο της Τοπικής Εκκλησίας, αναδιοργανώνοντας επιπλέον και με περισσή φροντίδα τελώντας λαμπρά κάθε χρόνο την επέτειο της επανακομιδής της Αγίας Κάρας την τελευταία Κυριακή του Σεπτεμβρίου, αλλά και εμπλουτίζοντας τα «Πρωτοκλήτεια», ούτως ώστε να καταστούν το σημαντικότερο πνευματικό γεγονός στην πόλη των Πατρών κάθε Φθινόπωρο, αποκορύφωμα των οποίων αποτελεί η μεγάλη εορτή του Πολιούχου στις 30 Νοεμβρίου, με την παρουσία κάθε φορά πλειάδας ιεραρχών και κατά καιρούς των Αρχιεπισκόπων κυρού Χριστοδούλου και κ. Ιερωνύμου, αλλά και κορυφαίων εκπροσώπων της Ελληνικής Πολιτείας, υπουργών, πρωθυπουργών και προέδρων της Δημοκρατίας.
           Για την ικανοποίηση των παραπάνω ποικίλων, μόνιμων και έκτακτων, αναγκών του λειτουργικού και του εν γένει ποιμαντικού έργου της Τοπικής Εκκλησίας, ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, αφού ίδρυσε και στελέχωσε κατάλληλα την Τεχνική Υπηρεσία της Ιεράς Μητροπόλεως, προχώρησε κατά τα δεκαπέντε αυτά χρόνια σε ίδρυση νέων Ενοριών, ενθάρρυνε την ανοικοδόμηση ή την αποπεράτωση και πραγματοποίησε τον εγκαινιασμό πολλών Ναών, αλλά και συνέδραμε στην ίδρυση νέων Πνευματικών Κέντρων, ενώ είναι αξιομνημόνευτο επίσης, ότι φρόντισε, σε αρμονική συνεργασία με τα εκκλησιαστικά συμβούλια, τις δημόσιες υπηρεσίες και τους τοπικούς φορείς, για την αποκατάσταση ή την δρομολόγηση της ανοικοδόμησης των ογδόντα και πλέον ενοριακών Ναών, Παρεκκλησίων ή άλλων εκκλησιαστικών εγκαταστάσεων που υπέστησαν ζημίες κατά τον καταστρεπτικό σεισμό του Ιουνίου του 2008, με κορυφαίο έργο εκείνο της πλήρους ανακαινίσεως και αποκαταστάσεως του μεγαλοπρεπούς και εμβληματικού Ναού της Παντανάσσης Πατρών.
            Πέραν τούτων όμως, ο Σεβασμιώτατος αναζήτησε, εξέλεξε και χειροτόνησε πλειάδα νέων και κατά κανόνα καταρτισμένων ευλαβών κληρικών, αγάμων και εγγάμων, με τους οποίους κάλυψε πολλά από τα υφιστάμενα κενά σε ενορίες της πόλεως και της υπαίθρου, αλλά και προσπάθησε να ενισχύσει την διακονία του θείου λόγου με την αύξηση του αριθμού των ιεροκηρύκων και την έκτακτη αποστολή θεολόγων κληρικών σε ενορίες κυρίως της υπαίθρου προς πνευματική οικοδομή του εκεί εκκλησιαστικού πληρώματος, την οποία επιδιώκει να συμπληρώνει με την τακτική αποστολή κατά τις περιόδους προ των μεγάλων Εορτών των Χριστουγέννων και του Πάσχα ενενήντα και πλέον Πνευματικών για την επιτέλεση του μυστηρίου της Ιεράς Εξομολογήσεως.
        5.  Ειδικότερα και όσον αφορά την προσπάθεια διάδοσης του λόγου του Θεού στην μητροπολιτική του περιφέρεια, ο Σεβασμιώτατος κηρύττει και ομιλεί ευκαίρως ακαίρως σε κάθε περίσταση, διατηρεί αγαστή συνεργασία με τις χριστιανικές αδελφότητες και τους διαφόρους χριστιανικούς συλλόγους και πνευματικούς φορείς της πόλεως, αλλά και υποστηρίζει την οργάνωση εσπερινών ομιλιών, καθώς και άλλων εκδηλώσεων πνευματικής οικοδομής στα σαράντα και πλέον υφιστάμενα πνευματικά κέντρα των ενοριών, στα οποία λειτουργούν με την δική του παρότρυνση πολλά κοινωνικά φροντιστήρια για δωρεάν προσφορά βοήθειας στα σχολικά μαθήματα, σχολές κεντήματος, παρασκευής προσφόρου, εκμάθησης μουσικών οργάνων, δημοτικών παραδοσιακών χορών, κ.ά.  Για την ευρύτερη διάδοση του λόγου του Θεού και την μετάδοση της φωνής της Μητέρας Εκκλησίας στα τέκνα της, βασική του μέριμνα έθεσε, αξιοποιώντας και πάλι το έργο του προκατόχου του, την ριζική αναδιοργάνωση, επέκταση και εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων του Ραδιοφωνικού και  του μοναδικού σε πανελλήνιο επίπεδο Μητροπολιτικού Εκκλησιαστικού Τηλεοπτικού Σταθμού «ΛΥΧΝΟΣ», τα οποία μαζί με την ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως προσφέρουν μέγιστο πνευματικό έργο και αποτελούν τους άμβωνες της μεταδόσεως του Ευαγγελίου και της Ορθοδόξου μαρτυρίας της Αποστολικής Εκκλησίας των Πατρών, αλλά και τους διαύλους της,  ελεύθερης και οικειοθελούς εκ μέρους των ακροατών, εισόδου του σωτήριου εκκλησιαστικού λόγου στις οικίες των Ορθοδόξων όπου γης. Στο πλαίσιο μάλιστα της διαφωτίσεως του εκκλησιαστικού πληρώματος, ο Μητροπολίτης Πατρών, διαπιστώνοντας ότι πολλοί αιρετικοί δρουν στην πόλη των Πατρών και στην ύπαιθρο της Αχαΐας, συνέστησε και λειτούργησε την Αντιαιρετική Ομάδα, η οποία επιμελείται και εκδίδει το φυλλάδιο «Στώμεν Καλώς», του οποίου έχουν κυκλοφορηθεί άνω των πενήντα τευχών, καθώς και το έκτακτο δελτάριο «Πανάριον».
         6. Στα δεκαπέντε έτη της ποιμαντορίας του στην Πάτρα, ο Σεβασμιώτατος μερίμνησε επίσης και για την στήριξη του Μοναχισμού, μοναδικά σπουδαίου και απαραίτητου εκκλησιαστικού θεσμού για την καλλιέργεια της πνευματικής ζωής του πιστού λαού του Θεού, ενισχύοντας και καθοδηγώντας τις ανδρώες και γυναικείες μονές της επαρχίας του. Ωστόσο, το έργο του κατά το διάστημα αυτό επικεντρώθηκε κυρίως στην τόνωση του ανδρικού μοναχισμού με την επάνδρωση της Ιεράς Μονής Αγίων Πάντων Τριταίας, όπως και με την ενίσχυση με νέα μέλη των αδελφοτήτων των υπολοίπων Ιερών Μονών, ενώ και για τις γυναικείες Ιερές Μονές φρόντισε, ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά τα τυχόν ανακύπτοντα ζητήματα, αλλά και για να έχουν απρόσκοπτη και αδιάλειπτη λειτουργική ζωή και πνευματική στήριξη, με την αποστολή ως λειτουργών καθ’ όλες τις Κυριακές και τις μεγάλες Εορτές, εφημερίων  που διακονούν κυρίως σε ενορίες της πόλεως των Πατρών. 
       7.  Βασική μέριμνα του Πατρών Χρυσοστόμου υπήρξε επίσης η Φιλανθρωπική Διακονία ως προέκταση και συμπλήρωση, όχι όμως, και ορθώς, υποκατάσταση, του λειτουργικού και αγιαστικού έργου της Εκκλησίας, μέσω της οποίας επιδιώκεται να καλλιεργηθεί στο εκκλησιαστικό πλήρωμα η χωρίς προσμονή ανταπόδοσης, ανιδιοτελής έκφραση της έμπρακτης αγάπης ως κορυφαίας εκφράσεως του λειτουργικού του ήθους, καθώς όπως υπογραμμίζει, «το πρώτο μέλημά μας, βεβαίως, είναι η Θεία Λειτουργία, η διακονία της ευχαριστιακής Τραπέζης, η προσφορά του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, προς αγιασμόν και σωτηρία των ανθρώπων». Επιθυμώντας να επιτύχει τον σκοπό αυτό κατά τον καλύτερο τρόπο ο Σεβασμιώτατος, αναδιοργάνωσε πλήρως και αναπροσανατόλισε τους σκοπούς του Γενικού Φιλοπτώχου Ταμείου, το οποίο παρέχει πλέον και ιδίως μετά τον σεισμό του Ιουνίου του 2008 και την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης το 2010, μεγάλη ανακούφιση, με την προμήθεια ειδών διατροφής, ένδυσης και υπόδησης, οικονομικά βοηθήματα και δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε κάθε άνθρωπο που έχει ανάγκη και καταφεύγει στην Ιερά Μητρόπολη. Παράλληλα επίσης υποστήριξε και την δημιουργία ή την εύρυθμη λειτουργία των πενήντα οκτώ συνολικά λειτουργούντων Φιλοπτώχων Ταμείων σε ενορίες, στις οποίες μάλιστα συνιστά να λειτουργεί παράλληλα και Τράπεζα Τροφίμων, ώστε μέχρι σήμερα να έχουν ιδρυθεί συνολικά πενήντα τέσσερις, επισημαίνοντας ακόμη την ανάγκη να οργανωθούν, εφόσον αυτό είναι εφικτό, περισσότερα ενοριακά συσσίτια, επαινώντας και ενισχύοντας για το σκοπό αυτό τα ήδη υπάρχοντα.
           Καίριας σημασίας δομές για την πραγματοποίηση του πολυεπίπεδου φιλανθρωπικού έργου της Ιεράς Μητροπόλεως, τις οποίες υποστήριξε και τις περισσότερες από αυτές ίδρυσε ο Μητροπολίτης, αποτελούν η Τράπεζα Τροφίμων σε συνεργασία με τον Δήμο Πατρέων από την εποχή του μακαριστού προκατόχου του, στη συνέχιση της λειτουργίας της οποίας επέμεινε θερμά, το Κοινωνικό Μητροπολιτικό Παντοπωλείο «Κελλάρι της Αγάπης», καθώς και η λειτουργία του μεγάλου Μητροπολιτικού Συσσιτίου στην οδό Φιλοποίμενος «Άρτος Αγάπης», μέσω του οποίου, όπως και αυτού της «Στέγης της Αγάπης» για κατ’ οίκον διανομή γευμάτων, αλλά και των υπολοίπων πέντε ενοριακών συσσιτίων προσφέρεται εξαιρετικά μεγάλος αριθμός μερίδων φαγητού καθημερινά χωρίς διάκριση στους πάσχοντες αδελφούς κυρίως της πόλεως, ώστε, όπως τονίζει διαρκώς ο Σεβασμιώτατος, «Ουδείς να πεινάη στην Πάτρα!».
            Στον τομέα της φιλανθρωπίας επίσης σημαντική θεωρείται και η προσπάθεια που καταβάλλεται από τον Μητροπολίτη Πατρών για την παροχή φιλοξενίας στους ασθενείς και τους συγγενείς τους που προέρχονται από άλλα μέρη της χώρας και περιθάλπονται στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου, για την ανακούφιση των οποίων λειτουργεί ήδη το ευρύχωρο Ίδρυμα Φιλοξενίας στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου, ενώ προετοιμάζεται για τον ίδιο σκοπό και ένας άλλος πολύ μεγάλος Ξενώνας στην περιοχή του Κάτω Καστριτσίου. Εκτός από τους συγγενείς όμως, είναι απαραίτητο να υπογραμμιστεί ότι υποστηρίζονται ποιμαντικά και οι νοσηλευόμενοι ασθενείς από εντεταλμένους προς αυτό εφημερίους, αλλά και ενισχύονται πνευματικά από δύο ομάδες συμπαραστάσεως με επικεφαλής τους εφημερίους των δύο μεγάλων Νοσοκομείων των Πατρών. Στο πλαίσιο της φιλανθρωπικής διακονίας επίσης, θα πρέπει να αναφερθεί και η πρωτοβουλία του Σεβασμιωτάτου όλα αυτά τα χρόνια για εξασφάλιση όσο γίνεται μεγαλύτερης ποσότητας αίματος για τους ασθενείς συνανθρώπους μας με την ίδρυση της Τράπεζας Αίματος της Ιεράς Μητροπόλεως, αλλά και με την ενθάρρυνση ανάληψης πρωτοβουλίας για αιμοληψίες εκ μέρους των ενοριών με σκοπό την ικανοποίηση των μεγάλων αναγκών των νοσοκομείων της πόλεως των Πατρών.
             Εκτός από τους ασθενείς όμως ο Μητροπολίτης Πατρών μερίμνησε κατά τα δεκαπέντε αυτά έτη της ποιμαντορίας του και για την πνευματική στήριξη των φιλακισμένων ορίζοντας εντεταλμένο για το σκοπό αυτό Ιερέα και μεγάλη ομάδα κληρικών με σκοπό την τέλεση σε εβδομαδιαία βάση της Θείας Λειτουργίας στο παρεκκλήσιο του Αγίου Ελευθερίου  εντός των φυλακών του Αγίου Στεφάνου, καθώς και την εντατική τέλεση του μυστηρίου της Ιεράς Εξομολογήσεως, την βάπτιση φυλακισμένων, αλλά και την υλική τους ενίσχυση σε είδη προσωπικής χρήσεως μέσω της Κοινωνικής Υπηρεσίας της φυλακής.
           Όλες οι παραπάνω δραστηριότητες υποστηρίζονται έντονα από την Φιλανθρωπική Ομάδα Αγάπης, η οποία λειτουργεί με ευθύνη του Γενικού Φιλοπτώχου Ταμείου και αποτελείται από μεγάλο αριθμό ευσεβών ανδρών και γυναικών της πόλεως των Πατρών.       
           8. Ένας από τους πλέον νευραλγικούς τομείς του εκκλησιαστικού έργου στον οποίο δραστηριοποιήθηκε ο Μητροπολίτης Πατρών κατά την πρώτη δεκαπενταετία της αρχιερατικής του διακονίας επίσης υπήρξε η Νεότητα, για την ποιμαντική μέριμνα της οποίας ίδρυσε και λειτουργεί υπό την εποπτεία του το Γραφείο Νεότητος με σκοπό τον συντονισμό του νεανικού έργου της Μητροπόλεως με κορυφαία αποστολή την λειτουργία σε όλες τις ενορίες Κατηχητικών Σχολείων με παράλληλη οργάνωση δραστηριοτήτων για την προώθηση της ορθής αγωγής των νέων με σκοπό της κατανόηση της εφαρμογής του Ορθοδόξου ήθους σε όλους τους τομείς του κοινωνικού βίου.
           Μεγάλο ενδιαφέρον επέδειξε επίσης ο Σεβασμιώτατος για την ποιμαντική στήριξη των φοιτητών και των σπουδαστών με τον διορισμό εφημερίων υπευθύνων στους Ναούς του Πανεπιστημίου και του Α.Τ.Ε.Ι. αντίστοιχα για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών και των άλλων πνευματικών αναγκών των Ανωτάτων Ιδρυμάτων, ενώ υποστηρίζει και την λειτουργία των πέντε μεγάλων φοιτητικών συναντήσεων σε ισάριθμες ενορίες της πόλεως, στις οποίες συχνά παρίσταται και εισηγείται θέματα ή συζητά επάνω σε προβληματισμούς των συμμετεχόντων. Με πρωτοβουλία του επίσης έχουν ιδρυθεί και λειτουργούν μια Φοιτητική Εστία Αρρένων στην οδό Φιλοποίμενος και μια Μαθητική Εστία στους χώρους της Ιεράς Μητροπόλεως στην Παραλία Πατρών, όπου διαμένουν και σιτίζονται δωρεάν οι μη καταγόμενοι και διαμένοντες οικογενειακώς στην Πάτρα ιεροσπουδαστές που φοιτούν στο Εκκλησιαστικό Λύκειο. Σημαντικός τομέας για την αγωγή των νέων κυρίως, συνιστά επίσης και η λειτουργία υπό την αιγίδα του Σεβασμιωτάτου δύο σχολών Πληροφορικής, μίας σχολής Εκκλησιαστικής Αγιογραφίας και δύο σχολών Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής. Στο πλαίσιο μάλιστα της προσπάθειας που καταβάλλει για την περιστολή του κοινωνικού αποκλεισμού και την ομαλή ένταξη των Ρομά της Δυτικής Αχαΐας στον κοινωνικό ιστό, επιδιώκει να στρέψει τον προσανατολισμό των νεοτέρων περισσότερο προς την εκπαίδευση, προβαίνοντας πολύ συχνά σε ομαδικές Βαπτίσεις μικρών παιδιών, αλλά και φροντίζοντας μέσω των φιλανθρωπικών δομών της Ιεράς Μητροπόλεως και των ενοριών για την υλική και εν γένει πνευματική τους υποστήριξη.
              Τέλος, ένα σπουδαίο έργο της μέριμνας του Σεβασμιωτάτου, είναι και η επανίδρυση και λειτουργία του Παιδικού Σταθμού της Ιεράς Μητροπόλεως με ευθύνη της ενορίας Εγλυκάδος, στον οποίο φιλοξενούνται περισσότερα από εκατό νήπια, προερχόμενα κατά κύριο λόγο από την πόλη των Πατρών.
           9. Από τα παραπάνω αναφερθέντα καθίσταται πλήρως αντιληπτό νομίζουμε, ότι το έργο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου κατά τα πρώτα δεκαπέντε έτη της ποιμαντορίας του καλύπτει ολόκληρο το φάσμα της Εκκλησιαστικής Διακονίας. Η ευσύνοπτη παράθεσή του στον παρόν άρθρο με την ευκαιρία της επετείου της εις επίσκοπο χειροτονίας του πριν από δεκαπέντε χρόνια ωστόσο,  επιχειρήθηκε περισσότερο για να καταφανεί πρωτίστως η μεγάλη πνευματική προσφορά της Τοπικής μας Εκκλησίας στο λαό του Θεού, κυρίως όμως για να δοξαστεί και να δοξολογηθεί το Πανάγιο Όνομα Του, καθώς είναι αποκλειστικά Εκείνος που το ευλόγησε και το επιτέλεσε. Ενώ, για τον αόκνως εργαζόμενο Ιεράρχη των Πατρών, που συμμερίζεται απόλυτα αυτά που τόνιζε ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος* κατά τα δικά του τριαντάχρονα στην Αρχιερωσύνη το 2004, δηλαδή ότι «τέτοιοι σταθμοί δεν αποτελούν λόγους εορτασμού για έναν Ιεράρχη, αλλά το εντελώς αντίθετο. Επειδή ο Ιεράρχης πορεύεται καλά, μόνον όσο και μόνον όποτε αναθυμάται με πόνο, πόσες δυνατότητες δεν κατόρθωσε να αξιοποιήσει, πόσες φορές στάθηκε λίγος, πόσες φορές υπέκυψε στις αδυναμίες του», η ημέρα αυτή αποτέλεσε ευκαιρία θερμής προσευχής και αφορμή πνευματικής περισυλλογής και ανατροφοδότησης, κυρίως όμως εφαλτήριο για μεγαλύτερους αγώνες και θυσίες, μιας και όπως υπογράμμιζε και πάλι ο μεγάλος Πρωθιεράρχης, «ο χώρος της διακονίας για τον Επίσκοπο δεν είναι μόνον όαση προσφοράς, αλλά και έρημος δοκιμασίας».
              Για το λόγο αυτό λοιπόν και ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος επέλεξε να εορτάσει με τρόπο απλό και εκκλησιαστικό τη συμπλήρωση της πρώτης δεκαπενταετίας της επισκοπικής του διακονίας, επικεντρώνοντας το όλο γεγονός στην ευχαριστιακή τέλεση της Θείας Λειτουργίας, επιδιδόμενος δηλαδή στην λειτουργία του κατ’ εξοχήν μυστηρίου της εν προσευχή περισυλλογής, της πνευματικής ανατροφοδοτήσεως, αλλά και της διαρκούς αναμνήσεως ως υπενθυμίσεως, πως η αρχιερατική αποστολή, δεν είναι άλλη από την καθημερινή μαρτυρική θυσία στον Γολγοθά του κόσμου ως μίμηση «του εκουσίου πάθους» του Πρώτου Αρχιερέως Χριστού, εφόσον έχει στέρεα την πεποίθηση, ότι «ο Επίσκοπος, ιστάμενος εις τόπον και τύπον Χριστού και ακολουθών τα βήματα του Θείου Λυτρωτού, καθ’ ημέραν, αίρει τον Σταυρό της μαρτυρικής Ιερωσύνης, προκειμένου μέσα από αυτή την σταυροαναστάσιμη πορεία του και ο Θεός να δοξάζεται και οι άνθρωποι τους οποίους του ενεπιστεύθη ο Θεός, να οδηγούνται στη θέωση». Και τούτο, καθώς ο Ποιμήν των Πατρών, ως διάδοχος του σταυρωθέντος Αγίου Ανδρέου, γνωρίζει άριστα, πως και η μελλοντική του αρχιερατική πορεία θα είναι κατ’ εξοχήν μετοχή στο μαρτύριο της συνειδήσεως και του Σταυρού του Χριστού, όπως συνέβη με τον προκάτοχό του Πρωτόκλητο Απόστολο, αλλά και τους λοιπούς μετέπειτα προκατόχους του, Ποιμένες κλεινούς της Αποστολικής Εκκλησίας των Πατρών.
           Ωστόσο όμως είναι απολύτως βέβαιο επίσης, ότι η μαρτυρικώς εσταυρωμένη αυτή πορεία θα καταστεί παράλληλα εξαγιαστική και εν Χριστώ μεταμορφωτική της υπάρξεώς του, εφόσον, όπως και πάλι τόνιζε ο θαυμαστός Χριστόδουλος, θα συνεχίσει και στα επόμενα χρόνια να αισθάνεται και να βιώνει ως Αρχιερεύς αυτό που είχε βαθιά μέσα στην καρδιά του και ο πολύκλαυστος Γέροντάς του μακαριστός Πρωθιεάρχης, ότι δηλαδή «ο Επίσκοπος δεν έχει δικαίωμα να βλέπει τον κόσμο μέσα από τα μάτια του, αλλά μέσα από την οπτική γωνία που του δίνει το εγκόλπιό του. Αυτό θα πει ότι πρέπει να μη χάνει ποτέ την επαφή με το αληθινό. Να προσεύχεται κάθε στιγμή, να παρακαλεί τον Κύριο να τον βοηθήσει να βλέπει τον κόσμο με το αναστάσιμο φως κι όχι με το φως του παρόντος κόσμου. Να μην τον αφήσει ο Κύριος να νιώσει, ούτε στιγμή, ότι έχει αξίωμα, έχει καθήκοντα, εκπροσωπεί τον θεσμό της Εκκλησίας. Να ικετεύει τον Κύριο ζητώντας Του να τον έχει ικανό να διοικεί εν Χριστώ και όχι εν θεσμώ». Και αυτό, διότι «ο Επίσκοπος δεν γίνεται Ποιμήν διατάσσοντας τους κληρικούς κι επιβάλλοντας την θέλησή του.  - Γίνεται όταν και όσο βλέπει το ποίμνιο και τον κλήρο όχι ως φορείς αδυναμίας, αλλά ως φορείς υψίστης δυνάμεως, που έχουν εκ της αγάπης του Κυρίου.  - Γίνεται Ποιμήν, όταν έχει την ευλογία να βλέπει πίσω και μέσα από την αδυναμία και την αμαρτία, την αξία, μάλιστα δε τη μοναδικότητα. - Γίνεται Ποιμήν, όταν βλέπει καθαρά μέσα του και μπροστά του, ότι μία και μόνη είναι η αμαρτία: η αδυναμία μας να νιώσουμε την αγάπη του Θεού, η αδυναμία μας να ζήσουμε έτσι όπως η αγάπη Του μας επιτρέπει». Γένοιτο !


         * Οι αναφορές μας στον αοίδιμο Αρχιεπίσκοπό μας κυρό Χριστόδουλο προέρχονται από την μνημειώδη ομιλία του με τίτλο «Εμπειρίες από τη ζωή μου ως Επισκόπου» κατά την τελετή παρουσίασης του τιμητικού τόμου για την συμπλήρωση 30 ετών Αρχιερατείας στις 19/10/2004 στην εν Αθήναις αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός».

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

"Κάτω όλες οι εξουσίες"...



Το σύνδρομο «κάτι είμαστε κι αξίζουμε» τρέφει όλα τα κοινωνικοπολιτικά συστήματα. Ο Αναρχικός για παράδειγμα, που το παίζει σπουδαίος. Γιατί κάνει τόση φασαρία; Τι είναι αυτό που τον ενοχλεί βαθύτερα; Αυτό που βαθύτερα τον ενοχλεί, όπως τον καθένα μας, είναι το γεγονός του θανάτου. Θέλοντας με κάποιο τρόπο να τον αντιληφθεί και να τον δικαιολογήσει και μη μπορώντας να κάνει αλλιώς, ενοχοποιεί το σύστημα.

Αναρχικός: «Κάτω όλες οι εξουσίες!!»
Πνευματικός: «Την εξουσία του θανάτου πώς θα την νικήσεις;»

Τι σημαίνει «εξουσία» και γιατί μας ενοχλεί; Η εξουσία του θανάτου είναι που μας ενοχλεί.
Οποιαδήποτε εξουσία, αν δεν μου δίνει τις δυνατότητες της νίκης του θανάτου, είναι σύστημα, είναι αιχμαλωσία, είναι καταπίεση, ας είναι και το πιο φιλελεύθερο σύστημα.

Η κοινωνική προσφορά, η εργασία μου, η πατρίδα μου, όλα έχουν ομορφιά, εφόσον δεν εμποδίζουν και δεν υποκαθιστούν το γεγονός της Αναστάσεως, αλλά μάλλον με ωθούν στον πολιτισμό της Αναστάσεως. Αυτός είναι ο λόγος της ύπαρξης της Εκκλησίας.

Πρόγραμμα Μεγάλης Σαρακοστής 2020 Μητροπολίτου Πατρών








Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020

Γερόντισσα Μακρίνα Μοναχή (1926-2017) Η Οσία Ηγουμένη της Ιεράς Μονής Παναγίας Ελεούσης Πατρών



Του Πρωτοπρεσβυτέρου Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Δρος Θ.
Πριν από λίγες ημέρες συμπληρώθηκαν τρία χρόνια από την οσιακή κοίμηση της πολύ ενάρετης και αγίας γερόντισσας, μοναχής Μακρίνας Μπαλάσκα, η οποία αναδείχθηκε σε ανακαινίστρια και διετέλεσε επί σειρά ετών καθηγουμένη (1982-2010) και τέλος προηγουμένη (2010 - 2017) της Ιεράς Μονής Παναγίας Ελεούσης Πατρών.
I. Η μακαριστή γερόντισσα γεννήθηκε το έτος 1926 στο χωριό Κλεινδιά της Ηλείας ως το έβδομο κατά σειρά από τα δέκα τέκνα της υπερπολύτεκνης οικογενείας του Νικολάου και της Αικατερίνης Μπαλάσκα.
Κατά το άγιο βάπτισμα έλαβε όχι τυχαία το όνομα Ευγενία, καθώς αυτό θα αποτύπωνε εξαιρετικά στο μέλλον την ποιότητα του χαρακτήρα της και θα σηματοδοτούσε επακριβώς την θαυμαστή πνευματική της πορεία. Η Ευγενία ανατράφηκε σε ένα περιβάλλον εμποτισμένο βαθιά από την ορθόδοξη πίστη και παράδοση, στο οποίο κατείχε κεντρική θέση η εν Χριστώ ζωή και η ευσέβεια, αλλά και διακρινόταν για το έντονο φιλομοναχικό του πνεύμα.
Σ’ αυτό άλλωστε οφείλεται και το γεγονός ότι τα τρία από τα δέκα τέκνα της οικογένειας αποφάσισαν να ασπαστούν τον μοναχικό βίο και μάλιστα δύο από αυτά να εγκαταβιώσουν σε μονές του Αγίου Όρους, αρχικά ο π. Βαρλαάμ στη Μονή Σίμωνος Πέτρας και κατόπιν ο π. Ιωσήφ, που, ενώ ήταν έγγαμος, έλαβε σε ηλικία 72 ετών το μοναχικό σχήμα και κοιμήθηκε στην Μονή Οσίου Γρηγορίου.
Από την πρώιμη παιδική της ηλικία η Ευγενία καλλιέργησε ένθερμα τη μοναχική κλίση στο οικογενειακό της περιβάλλον υπό την καθοδήγηση του αδελφού της Γεωργίου, που διετέλεσε και δάσκαλός της στο Δημοτικό Σχολείο, αλλά και ερχόμενη σε επικοινωνία με ευλαβείς και ενάρετους μοναχούς και μοναχές που σύχναζαν στο πατρικό της σπίτι, ώστε να αποφασίσει σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών να εισέλθει για να μονάσει στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Φραγκοπηδήματος Ηλείας.
Αποφασιστικής σημασίας γεγονός για την οριστικοποίηση του μοναχικού της προσανατολισμού αποτέλεσε το υπερφυσικό σημείο που βίωσε κατά την επίσκεψη μιας ενάρετης μοναχής, η οποία ήταν όπως έλεγε «άνθρωπος του Θεού» και έφτασε ρακένδυτη στο χωριό της παρακαλώντας για ενίσχυση με τρόφιμα της μονής της.
Η συνάντηση της μικρής Ευγενίας με την αγία «καλογριά» στην Κλεινδιά και ιδιαιτέρως η θεοπτική εμπειρία που την συνόδεψε, επέφερε τρομερό εσωτερικό συγκλονισμό στην ψυχή της και καθόρισε ενώ ήταν ακόμη οκτώ ετών την πνευματική της πορεία, εξάπτοντας άσβεστα πλέον στην ψυχή της τον πόθο του ισάγγελου βίου.
Στην μικρή κοπέλα φάνηκε, πως το πρόσωπο της αγίας μοναχής έλαμπε όπως ο ήλιος από το άκτιστο φώς της χάριτος του Θεού, γεγονός που την αλλοίωσε πνευματικά, θέρμανε ακόμη περισσότερο τον φιλέρημο ζήλο της και οπωσδήποτε αποκρυστάλλωσε την απόφασή της να ακολουθήσει τον υψιπετή αγγελικό βίο.
Στην όλη πνευματική της προετοιμασία για το νέο αυτό στάδιο που επρόκειτο να εισέλθει η ζωή της, αξιώθηκε να έχει προορισμένο προβλεπτικώς από τη θεία Πρόνοια θερμό συμπαραστάτη τον αδελφό της, μετέπειτα π. Βαρλαάμ, ο οποίος μαζί με τον πνευματικό της Αρχιμ. π. Αχίλλειο Παπαθανασόπουλο την εισήγαγαν μυσταγωγικώς στο μεγάλο πνευματικό άθλημα της εν ασκήσει μοναχικής πολιτείας.
II. Έτσι, με τις ευχές και τις προσευχές όλων να την συνοδεύουν, εισήλθε το 1944 στην μονή της μετανοίας της, όπου έλαβε κατά την μοναχική της κουρά το όνομα της αδελφής του Μεγάλου Βασιλείου αγίας μοναχής Μακρίνας και ξεκίνησε την κοπιώδη ανάβαση και σταυροαναστάσιμη ασκητική της πορεία στη μοναχική παλαίστρα, επιδιδόμενη μέχρι και το 1981 που παρέμεινε στην μονή σε ποικίλους και πολύμοχθους πνευματικούς αγώνες, ζώντας με αδιάκριτη υπακοή προς την κατά πνεύμα μητέρα της ηγουμένη και θυσιαστική, γεμάτη υπομονή, αγάπη προς τις υπόλοιπες συνασκήτριες και πνευματικές της αδελφές, προσφέροντας με μεγάλη προθυμία και χωρίς γογγυσμό ολόκληρο το είναι της σε όλα τα διακονήματα που αναλάμβανε.
Ακολουθώντας επιπλέον τους κανόνες του θεμελιωτή του κοινοβιακού μοναχισμού Μεγάλου Βασιλείου για έμπρακτη έκφραση της αγάπης του κοινοβιάτη προς τον συνάνθρωπο και μάλιστα τον πάσχοντα αδελφό, αναδείχθηκε συμπαραστάτιδα θερμή για τους κατατρεγμένους και δοκιμαζόμενους πένητες κατοίκους των χωριών πέριξ της μονής, προσπαθώντας να τους ανακουφίσει με όποιο μέσο διέθετε, αποσκοπώντας να επιτύχει μέσω της ασκητικής της ζωής και της εν αγάπη θυσιαστικής προσφοράς της την εν Χριστώ τελείωσή της, που είναι η κάθαρση από τα πάθη και ο στολισμός με τις ποικίλες άγιες αρετές, ο φωτισμός του νου με την άκτιστη θεία δόξα και η εν χάριτι θέωση ως προσωπική κοινωνία και ένωση με τον ποθητό της καρδιάς της Νυμφίο Χριστό.
Αποκορύφωμα αυτής της εν ασκήσει πνευματικής της πορείας αποτέλεσε το έτος 1974, οπότε μέσα σε πλησμονή χαράς αξιώθηκε, αν και «αναξία» όπως σημειώνει για τον εαυτό της, να λάβει από τον μακαριστό μητροπολίτη Ηλείας Αθανάσιο το πολυεύθυνο και βαρύτατο Μεγάλο και Αγγελικό Σχήμα, το οποίο θα αποτελούσε αφορμή για την επίδοσή της σε ακόμη μεγαλύτερους πνευματικούς αγώνες.
III. Το έτος 1981, κατά παραχώρηση Θεού και έπειτα από άδεια και ευλογία του αοιδίμου μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου του Βαλληνδρά (1974-2005), μεταφυτεύτηκε και εγκαταβίωσε ώριμη πια πνευματικά σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών στην παντελώς εγκαταλειμμένη και ερειπιώδη μονή της Παναγίας Ελεούσης κοντά στην Πιτίτσα Αχαΐας μαζί με δύο νέες και προσοντούχες ευλαβείς κοπέλες από την πόλη των Πατρών ως δόκιμες, την νυν ηγουμένη, μοναχή Μακαρία και την μοναχή Νεκταρία, οι οποίες τέθηκαν εν υπακοή κάτω από την πνευματική της καθοδήγηση και ποδηγεσία.
Έναν χρόνο αργότερα, το 1982 που πραγματοποιήθηκε η μοναχική κουρά των δύο δοκίμων, η μοναχή Μακρίνα ανέλαβε την ηγουμενία της μονής με κύριο σκοπό να οικοδομήσει τις ψυχές των πνευματικών θυγατέρων που της χάρισε και της εμπιστεύθηκε ο Θεός, αλλά και να στηρίξει και να αναπαύσει πνευματικά τους πολλούς κοπιώντας και πεφορτισμένους άνδρες και γυναίκες που είχαν αρχίσει να προστρέχουν για ανακούφιση και παρηγοριά στο φτωχικό υλικά, αλλά πλούσιο σε αγάπη, μητρικά φιλόξενο και γεμάτο από πνευματική χαρά μοναστήρι της.
Παράλληλα με τον πνευματικό της αγώνα, η ηγουμένη Μακρίνα ανέλαβε επίσης το μακροχρόνιο και πολύμοχθο έργο της εκ βάθρων ανακαινίσεως και αποκαταστάσεως της νέας πνευματικής κοιτίδας της μετανοίας της, επιδιδόμενη με ένθερμο ζήλο, θυσιαστικό πνεύμα και θαυμαστή επιτυχία στην αναπαλαίωση και συμπλήρωση των εγκαταστάσεων του συγκροτήματος της εγκαταλειμμένης μονής της Ελεούσης.
Στο έργο αυτό είχε θερμή συμπαραστάτιδα και ακοίμητη βοηθό με αισθητή ζωντανά και έντονη την παρουσία της στις πολλές δυσκολίες και τους ποικίλους πειρασμούς την Υπεραγία Θεοτόκο, την ευλογία και την αληθινά πατρική στήριξη του μακαριστού μητροπολίτου Νικοδήμου, αλλά και την πολλή αγάπη και την παντοειδή συμπαράσταση των κατά πνεύμα θυγατέρων της, καθώς και του μεγάλου πλήθους των ευλαβών χριστιανών των Πατρών που είχε σαγηνέψει και προσελκύσει κοντά της με τη γνήσια μητρική της στοργή και την αφειδώλευτη αγάπη της.
Η ακριβής μοναχική πολιτεία και η μεγάλη αρετή της γερόντισσας Μακρίνας, σε συνδυασμό με την υποδειγματική εφαρμογή του κοινοβιακού ιδεώδους και την εύρυθμη λειτουργία της μονής, εκτός από την ευόδωση των εργασιών για την αποκατάσταση του οικοδομικού της συγκροτήματος, δεν άργησαν επίσης να προσελκύσουν και άλλες φιλέρημες ψυχές που ήθελαν να ξεδιψάσουν «ως έλαφοι» στις πλούσιες πνευματικές της πηγές, να ησυχάσουν ως «νοσία» κάτω από τα στοργικά φτερά της, αλλά και να αναπαυθούν στο ευσκυόφυλλο δέντρο της αγάπης της, ώστε με την πάροδο του χρόνου να σχηματιστεί και να υφίσταται ευάριθμη και πνευματικά εκλεκτή αδελφότητα, που συνεχίζει να αγωνίζεται φιλότιμα και να διακονεί με ταπείνωση και θυσιαστική αγάπη τη σωτηρία του ανθρώπου, υπό την εμπνευσμένη και εν ταπενώσει διακριτική καθοδήγηση πλέον της μαθήτριάς της στην πνευματική ζωή, εξίσου ενάρετης καθηγουμένης, γερόντισσας Μακαρίας.
Η σημερινή ευλογημένη αδελφότητα της μονής αποτελεί χωρίς αμφιβολία τον αγλαό και εύχυμο καρπό του πολύμοχθου έργου, αλλά και την αυθεντική αποτύπωση των υψηλών μέτρων της πνευματικής στάθμης και της μεγάλης αρετής της οσίας γερόντισσας Μακρίνας.
Γι’ αυτό και οι πνευματικές της θυγατέρες, συνεχίζοντας την κοινοβιακή παράδοση που τους δίδαξε με το παράδειγμά της η μητέρα τους, όπως επίσης και την θαυμαστή πνευματική της εργασία που τους εμπιστεύθηκε ως ιερά παρακαταθήκη, εξακολουθούν με τον ίδιο ιερό ζήλο να προσφέρουν αδιάκριτα σε χιλιάδες πονεμένες ψυχές θερμή αγάπη, μεγάλη πνευματική παρηγοριά με την προσευχή τους, διαρκή συμπαράσταση στις ποικίλες δυσκολίες τόσο με την πνευματική τους συμβουλή και καθοδήγηση, όσο επίσης και με την αδιάλειπτη λειτουργία της άγνωστης και κρυφής στους πολλούς, ωστόσο πολύ έντονης, πλούσιας και μεγάλης σε εύρος κρυφής εργασίας της ελεημοσύνης, ως έμπρακτης έκφρασης της αγάπης, που ασκούν, η οποία εκφράζεται ποικιλοτρόπως και διαρκώς με παντοειδή ενίσχυση σε υλικά αγαθά του κάθε ανθρώπου που θα προστρέξει στην αγάπη τους ή θα πληροφορηθούν από άλλα πρόσωπα ότι έχει ανάγκη.
Με τον τρόπο αυτό η μονή έχει μεταβληθεί σε μια πνευματική όαση μέσα στην ξηρασία της μοναξιάς του σύγχρονου κόσμου, παρέχοντας μεγάλη αναψυχή και πνευματική ανάπαυση στους πάμπολλους προσκυνητές που εγκαταλείπουν καθημερινά την «ερημία των πόλεων» για να αναζητήσουν την θεία παρουσία και μετοχή, αλλά και την κατά άνθρωπον παρηγορία στην «κοινωνία της ερήμου» της ιεράς Μάνδρας της Ελεούσης.
Για να καταφέρει όμως η μακαριστή γερόντισσα Μακρίνα να αναδείξει τη μονή που της εμπιστεύθηκε η Αγία Εκκλησία σε πνευματική κυψέλη, αειλαμπή φάρο και εργαστήριο για την δική της αλλά και την πνευματική προκοπή ολόκληρης της αδελφότητας, επιδίωξε να δημιουργήσει, ως «πρωτόνυμφος» και καθηγουμένη της Μάνδρας αυτής του Χριστού υπό τη σκέπη της Αγίας Μητρός Του, ένα κοινόβιο συγκροτημένο, το οποίο θα αγωνίζεται για να ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και θα ακολουθεί επακριβώς την ασκητική κοινοβιακή παράδοση των Πατέρων.
Για το λόγο αυτό και με την εν Χριστώ ζωή της έδινε πρώτη εκείνη διαρκώς την αίσθηση ότι δεν ζούσε για τον εαυτό της, αλλά πως ζούσε και αναλωνόταν θυσιαστικά και σε καθημερινή βάση για την πνευματική πρόοδο της αδελφότητας.
Ωστόσο όμως, ζώντας ως ηγουμένη και μητέρα για την προκοπή των αγαπημένων της κατά πνεύμα θυγατέρων, η Μακρίνα ζούσε ουσιαστικά μόνο για τον Θεό και εν τω Θεώ, ώστε να καθοδηγεί μετά συνέσεως «φόβου, πίστεως και αγάπης» ως πνευματική τους τροφός τις ψυχές που της εμπιστεύθηκε Εκείνος, χωρίς να ασκεί την ανθρωποπρεπή ανελεύθερη εξουσία, αλλά την εν αγάπη θεοπρεπή και εν ελευθερία σωτηριώδη διακονία, μυσταγωγώντας τις κατά τρόπο θαυμαστό στην μετοχή του μυστηρίου του Χριστού.
Η γερόντισσα δηλαδή μιμούνταν ουσιαστικά με τον υποδειγματικό της ασκητικό βίο και ακολούθησε στην πνευματική ζωή τα μέτρα των παλαιών οσίων Αμμάδων της Αιγυπτιακής και της Παλαιστινής ερήμου, γι’ αυτό κι ενώ ήταν πολύ αυστηρή και απαιτητική με τον εαυτό της, ήταν ταυτόχρονα λίαν επιεικής, φιλόστοργη και συγχωρητική με τους άλλους και ιδιαιτέρως με τις κατά πνεύμα θυγατέρες της στη μονή, ώστε ο αγωνοθέτης της Θεός να αποδέχεται και να ευλογεί την αγία της ζωή ως θυσία ευπρόσδεκτη στο θρόνο του, καθώς αυτή χαρακτηριζόταν από βαθιά ταπείνωση, πλήρη απάρνηση του εαυτού της, αλλά και από την νέκρωση του προσωπικού της θελήματος ως ηγουμένης, καθώς είχε θέσει ως σκοπό της να πραγματοποιείται αδιάλειπτα στην Μάνδρα που ποίμαινε το θέλημτ του Θεού «ως εν ουρανώ και επί της γης».
Για το λόγο αυτό και επέμενε παρακαλώντας παρακλητικά εν αγάπη τις πνευματικές της θυγατέρες για πλήρη προσήλωση και ακριβή τήρηση της μοναχικής πολιτείας.
Έτσι, μολονότι η γερόντισσα ήταν ως χαρακτήρας κατά κύριο λόγο συγκρατημένη και σιωπηλή εξαιτίας της έντονης προσπάθειας που κατέβαλε για διαρκή βίωση της σωτηριώδους πνευματικής καταστάσεως της χαρμολύπης στη ζωή της, με την ειρήνη, αλλά και την αληθινότητα που εξέπεμπε το συνήθως σοβαρό, όμως πάντα χαρούμενο πνευματικά πρόσωπό της, γαλήνευε τις ψυχές όλων, ενώ ο λιτός και ευσύνοπτος, ωστόσο βαθύς και περιεκτικός της λόγος, λειτουργούσε θεραπευτικά και αναζωογονητικά στις καρδιές των συνδαιτυμόνων της και ιδίως των μελών της αδελφότητας.
Η Μακρίνα ως ηγουμένη θεωρούσε πως ο μοναδικός τρόπος αποτελεσματικής θεραπείας των ψυχών μέσα στην μοναστική κοινωνία είναι η κατανόηση εκ μέρους της τής αδυναμίας κάθε αδελφής και κατόπιν η εν ταπεινώσει και αγάπη διόρθωσή της, με σκοπό να βιώσει αληθινά την νήψη και την σταυρική πορεία της εν ασκήσει μοναχικής ζωής.
Έτσι, για την επιτυχή καθοδήγηση των θυγατέρων της χρησιμοποιούσε την σπουδαία αρετή της διακρίσεως, καθώς επίσης και την με μητρική πνευματική στοργή εκφραζόμενη αληθινή αγάπη, θεωρώντας ως πρωταρχικό στοιχείο για την προσέγγιση των ψυχών των τέκνων της την αμοιβαία εμπιστοσύνη, ώστε η κάθε αδελφή να αισθάνεται σιγουριά και ασφάλεια προκειμένου να της αποκαλύπτει ελεύθερα τους λογισμούς και τις πνευματικές της πληγές, ευελπιστώντας στην εν αγάπη θεραπεία τους, χωρίς να φοβάται ή να ντρέπεται καλύπτοντας ή αποκρύπτοντας οτιδήποτε, καθώς θα αισθανόταν πως, με το να καταθέτει καθαρά «τα άδηλα και κρύφια της καρδίας της», εκμυστηρεύεται τον πόνο της ψυχής της στην «τελεία αγάπη» της μητέρας της ηγουμένης, η οποία «έξω βάλλει τον φόβον».
Στον πνευματικό αυτόν αγώνα των αδελφών, η γερόντισσα ως πραγματική μητέρα λειτουργούσε συμπληρωματικά και θεραπευτικά στις ελλείψεις της κάθε ψυχής και, με αλείπτη σταθερό την χάρη του Θεού, επινοούσε ποικίλους τρόπους, πλήρεις σοφίας και συνέσεως πνευματικής, για την υπέρβαση των δυσκολιών και την αποτελεσματική θεραπεία των πνευματικών ασθενειών των θυγατέρων της, ενισχύοντάς τις αποτελεσματικά προκειμένου να διατηρούν έντονο τον θείο ζήλο και να μην φοβούνται να επιλέξουν την δυσκολία του πνευματικού αγώνα αντί για τον εφησυχασμό της ακηδίας, τον κόπο της ασκήσεως αντί για την άνεση της οιήσεως, αλλά και την θυσιαστική προσφορά αντί για την απαίτηση και το δικαίωμα της υπερηφανείας.
Γι’ αυτό και χρησιμοποιούσε έναν πολύ διακριτικό και ευέλικτο τρόπο παιδαγωγίας των ψυχών, προσπαθώντας να εφεύρει για την καθεμία από τις αδελφές το αποτελεσματικότερο πνευματικό φάρμακο για την υπέρβαση των διαφόρων δυσκολιών που αντιμετώπιζε.
Έτσι, για την οσία γερόντισσα το υψηλό και επίζηλο αξίωμα της ηγουμένης δεν αποτελούσε πεδίο άσκησης κοσμικής εξουσίας ή εφαλτήριο δημοσιότητας, ούτε σήμαινε επίσης αφορμή ή ευκαιρία για εγκόσμια καταξίωση, αλλά ως επί το πλείστον μια εν κρυπτώ σταυρική και κοπιώδη μέριμνα για την εύρυθμη λειτουργία του κοινοβίου, καθώς επίσης και βαριά ποτισμένη με πολλά δάκρυα ευθύνη για την ορθή πνευματική καθοδήγηση των πνευματικών της θυγατέρων.
Η γερόντισσα δηλαδή, κατάφερνε να επιβάλλεται ως ηγουμένη στηριζόμενη όχι στα δικαιώματα ή τις εξουσίες που της προσέδιδε το αξίωμά της, αλλά επιδεικνύοντας εκείνη προς όλους, και πρώτιστα προς τις ευαίσθητες ψυχές των κατά πνεύμα τέκνων που της είχε εμπιστευθεί ο Θεός να καθοδηγήσει πνευματικά, απεριόριστη θυσιαστική αγάπη, μητρική διάκριση, ύφος συγκαταβατικό, επιεικές και διδακτικό, στολισμένο με εκκλησιαστικό ήθος και πνευματική ωριμότητα.
Αυτό το κατόρθωνε καλλιεργώντας και εφαρμόζοντας έμπρακτα και αδιάλειπτα τις θείες αρετές, ώστε να αποτελεί η ίδια το πρότυπο για ό,τι ζητούσε, φροντίζοντας παράλληλα οι απαιτήσεις της από τις αδελφές να μην ξεπερνούν ποτέ τις δυνάμεις τους, ασκώντας με λεπτότητα και φιλάνθρωπο μέτρο την ηγουμενική της εργασία για την πνευματική πρόοδο της αδελφότητας, εξατομικεύοντας και εφαρμόζοντας την καθοδήγησή της όχι υποταγμένη στις επιθυμίες, αλλά προσαρμοσμένη στις δυνατότητες και τις ανάγκες κάθε πνευματικής της θυγατέρας με κύριο σκοπό τη σωτηρία της.
Επειδή μάλιστα την διέκρινε η απλότητα και την χαρακτήριζε η υψοποιός ταπείνωση, φέροντας το αξίωμά της και παρά την επιβλητικά εντυπωσιακή της παρουσία, δεν καταργούσε ποτέ την αμεσότητα στη σχέση της με την κάθε αδελφή, αλλά ούτε και μείωνε την εν αγάπη στοργική και παρακλητική επικοινωνία που διατηρούσε με ολόκληρη την αδελφότητα ή τους κάθε ηλικίας προσκυνητές στην μονή, καθώς η πολιτεία της ως μητέρας του κοινοβίου υπήρξε τέτοια που τις περισσότερες φορές χωρίς να υποδεικνύει, να συμβουλεύει ή να επιβάλλει τις εντολές της, προσέφερε με το βλέμμα, την κίνηση και κυρίως το παράδειγμά της βιωματική και αδιάψευστη μαρτυρία για το ορθώς πρακτέο.
Με τον τρόπο αυτό αναζωπύρωνε το φιλότιμο και προσέλκυε φυσιολογικά τις κατά πνεύμα θυγατέρες της κυρίως, αλλά και τους παρευρισκομένους στο χώρο της μονής να την μιμηθούν και να εφαρμόσουν οικειοθελώς και για την δική τους πνευματική ωφέλεια τις εντολές της, εφόσον με τον εύστοχο, λιτό και βραχύ της λόγο, όπως επίσης και την φρόνιμη στάση της, αποκάλυπτε φυσικά και χωρίς να το επιδιώκει τον αγώνα της για να καταστεί πρώτιστα εκείνη υπόδειγμα και κανόνας ζωής, ασκώντας έμπρακτα και με πολλή επιμέλεια τις αρετές της αγάπης, της παρθενίας, της ακτημοσύνης, της υπακοής, της προσευχής, της ταπεινώσεως και της ελεημοσύνης, τις οποίες δίδασκε με απλότητα και μετέδιδε εποπτικά στα πνευματικά της τέκνα.
Η γερόντισσα Μακρίνα αποτελούσε πράγματι υπόδειγμα ψυχοσωματικού παρθενικού ήθους, το οποίο βίωνε ως καθημερινή νυμφική συνοδοιπορία με τον Χριστό. Ήταν μάλιστα τέτοια η ακτινοβολία της καθαρότητας και της πνευματικής της διαύγειας μέχρι τέλους, ώστε για τους έμπειρους στα πνευματικά πιστούς που επικοινωνούσαν μαζί της, η παρουσία της και μόνο τους δημιουργούσε αίσθηση κατανύξεως, μεταρσιώσεως και χαρμόσυνης πνευματικής χαράς.
Γι’ αυτό και η καθοδήγησή της τόσο προς τις αδελφές όσο και προς τις πολλές άλλες ψυχές που παρηγορούσε και ενίσχυε στον πνευματικό τους αγώνα δεν ασκούνταν καταπιεστικά, αλλά κινούμενη εντός της αγάπης προσπαθούσε ελεύθερα να οδηγήσει όσους της εμπιστεύονταν την πνευματική τους πορεία στην υπέρβαση των παθών με την μετατροπή τους σε σωτηριώδεις αρετές, ώστε με την αδιάλειπτη μυστηριακή ζωή, κυρίως με την προτροπή για συχνή συμμετοχή στα μυστήρια της Εξομολογήσεως και της Θείας Ευχαριστίας, να τους εισαγάγει κατόπιν στο μυστήριο της μακαρίας και αδιαλείπτου χαρμολύπης, που είναι το μέτρο της εν Χριστώ ζωής και οπωσδήποτε για τις κατά πνεύμα θυγατέρες της στην μονή, ο σκοπός της εν ασκήσει αγγελικής μοναχικής τους πολιτείας ως πνευματικής τελειώσεως.
Έχοντας η γερόντισσα ως πρότυπο αφιερώσεως και θυσίας την Υπεραγία Θεοτόκο, μιμούνταν επακριβώς την υπακοή της και δίδασκε ως ηγουμένη με το παράδειγμά της τις θυγατέρες της την αγία υπακοή, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την ανυπόκριτη και αδιάκριτη υπακοή στους επισκόπους της, αλλά και στους κατά καιρούς πνευματικούς της πατέρες και οδηγούς.
Με τον τρόπο αυτό ενέπνεε και δίδασκε σιωπηρώς στα μέλη της αδελφότητας την έμπρακτη υπακοή που είναι το θεμέλιο του αληθούς μοναχικού βίου και το κυριότερο στοιχείο για την καλλιέργεια της πνευματικής ζωής, όπως και το βασικότερο συστατικό της σωτηρίας τους.
Η υπακοή για την γερόντισσα ήταν εκείνη η αρετή που έδινε πραγματικό νόημα στη ζωή όταν η μοναχή επιδιώκει την υπέρβαση του θελήματός της, όχι όμως αναγκαστικά αλλά εν ελευθερία, στοχεύοντας ήδη από αυτήν την ζωή στην πρόγευση της μέλλουσας θείας Βασιλείας.
Αν αυτό γίνει κατορθωτό, τότε η παραίτηση από την αυτονόμηση και η νέκρωση του θελήματός της πραγματώνεται αβίαστα ως αγαπητική προσφορά προς τον Κύριο και εν προκειμένω η ζωή των αδελφών στην μονή γίνεται αληθινός παράδεισος στη γη.
Γι’ αυτό και θεωρούσε πως η πνευματική προκοπή των θυγατέρων της θα μπορούσε να επιτευχθεί όχι με την καταπιεστική και τυπική βία ως άσκηση στην υπακοή, αλλά με την πρόθυμη και χαρούμενη εκούσια αγωνιστική διάθεση χωρίς υπόκριση, προκειμένου η καθεμιά από τις αδελφές να εφαρμόσει αβίαστα την πνευματική βία στην άσκησή της από αγάπη ως νύμφη και ως θυσία από «έρωτα μανικόν» προς τον ουράνιο Νυμφίο Χριστό, αναφωνώντας διαρκώς με ταπείνωση εντός της καρδιάς της το «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
Η γερόντισσα ήταν επίσης άνθρωπος της αδιάλειπτης προσευχής και της θείας λατρείας, στην οποία έδινε ύψιστη βαρύτητα θεωρώντας την ως ευκαιρία πρόγευσης από την παρούσα της μέλλουσας και ατελεύτητης ζωής, αλλά και ως διαρκή βίωση της Δευτέρας Παρουσίας, ώστε να πρωτοστατεί ως ηγουμένη στην τέλεση των καθορισμένων ιερών ακολουθιών στην μονή, αλλά και να μεριμνά για την όσο το δυνατόν συχνότερη τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.
Σκοπός της ήταν να μυήσει τις αδελφές, αλλά και να διδάξει στους προσκυνητές την αδιάλειπτη προσευχή και την ανελλιπή ενεργό συμμετοχή στη θεία λατρεία.
Ως ηγουμένη όμως και μητέρα της μονής θεωρούσε πολύ σημαντική επίσης και την δική της προσευχή για την κάθε αδελφή ξεχωριστά, γι’ αυτό και εκτός από τις ανάγκες του πολύωρου κανόνα της, προσευχόταν μυστικά επίσης και για την πνευματική τους προκοπή, καθώς γνώριζε πως η εργασία της προσευχής της ως μητέρας του κοινοβίου ενισχύει, ενώνει και χαριτώνει ολόκληρη την αδελφότητα.
Από την όλη ηγουμενική της διακονία προκύπτει σαφώς νομίζουμε, ότι η γερόντισσα είχε στέρεα την πεποίθηση πως ο κοινός βίος στην μονή συνίσταται στην συναντίληψη, στην συνοδοιπορία και στην διαρκή συναίσθηση της πνευματικής οικειότητας μεταξύ των μοναζουσών, που ως κοινό και ακατάλυτο σύνδεσμο έχουν την πυρακτωμένη αγάπη προς τον Νυμφίο Χριστό.
Γι’ αυτό και προσπαθούσε ακατάπαυστα να ενσταλάξει στις ψυχές των πνευματικών της θυγατέρων την βεβαιότητα ότι η ζωή στη μονή αποτελεί συνένωση σε ένα σώμα προσώπων δεμένων μεταξύ τους με ακατάλυτο αδελφικό σύνδεσμο, που, με την δική της πνευματική καθοδήγηση ως προεστώσας μητέρας στην αγάπη, συν-αγωνίζονται χωρίς να ανταγωνίζονται και συν-οδοιπορούν χωρίς να απορούν, να ολιγωρούν ή να αργοπορούν, αλλά ως φρόνιμες παρθένες και νύμφες του Χριστού να γρηγορούν και να προσεύχονται αλληλοβασταζόμενες και αλληλοϋποστηριζόμενες ως ένα σώμα στον πνευματικό αγώνα της ασκήσεως, προκειμένου, σηκώνοντας και φέροντας με υπομονή τον σταυρό της η καθεμιά, να ακολουθούν πρόθυμα τον φωτεινό συγκυρηναίο Νυμφίο εν τω μέσω της σκοτεινής νυκτός της αμαρτίας στον ανηφορικό δρόμο για τον Γολγοθά, με σκοπό να υποστούν την επίπονη συσταύρωση των παθών και να οδηγηθούν στην αναστάσιμη κάθαρση που θα φωτίσει με το λαμπρό της φώς την προσωπική τους οδό προς Εμμαούς συνοδεύοντας τον αναστάντα πια Νυμφίο, για να βαδίσουν κατόπιν σταθερά και ακλόνητα προς την θεοποιό κατάσταση της πνευματικής εν Χριστώ τελειώσεως ως προεισόδου στον παράδεισο της τρυφής και προγεύσεως της Βασιλείας του Θεού επί της γης.
IV. Η γερόντισσα δίδασκε διαρκώς με το ζωντανό της παράδειγμα και μετέδιδε σιωπηρώς με την αγία της βιωτή τόσο στις πνευματικές της θυγατέρες, όσο και στις πολλές ψυχές που καθοδηγούσε την πνοή της αιωνιότητας και τον εκούσιο και υγιή ζήλο του μαρτυρίου της συνειδήσεως σε ολόκληρη τη ζωή της, γεγονός που κορυφώθηκε κατά τα τελευταία και δύσκολα έτη που η υγεία της δοκιμάστηκε σοβαρά, ώστε να μην μπορεί να ασκεί τα καθήκοντά της και να παραδώσει την ηγουμενία στην νέα γερόντισσα Μακαρία το 2010.
Η αγάπη, ο άπειρος σεβασμός και η ευγνωμοσύνη της αδελφότητας εκφράστηκε μέχρι την αναχώρησή της για τον Ουρανό με συγκινητικό τρόπο, καθώς η οσιώτατη και ενάρετη προηγουμένη δέχθηκε την ανύστακτη, διαρκή και αρχοντική πνευματικά φροντίδα των θυγατέρων της, οι οποίες αποζημιώθηκαν πλουσιοπάροχα από την κατά θεία παραχώρηση βίωση πολλών παράδοξων γεγονότων που συνέβαιναν στην πνευματική τους μητέρα.
Και αυτό διότι, παρά την βαριά δοκιμασία που υπέστη η γερόντισσα, δεν της έλειψε ούτε για μια στιγμή η αληθινή πνευματική χαρά, την οποία βίωνε έντονα καθημερινά με σιωπή, ταπείνωση, υπακοή και υποταγή στο θείο θέλημα «ως στρουθίον μονάζον επί δώματος» στο απέριττο κελί της, ωστόσο γεμάτο με την παρουσία, μέσα από τις εικόνες τους, των Αγίων.
Με τον τρόπο αυτό, αν και ευρισκόμενη σχεδόν εν απολύτω σιωπή λόγω της ασθένειας, δίδασκε εύγλωττα και κραυγαλέα στις νύμφες του Χριστού που την φρόντιζαν την αγία υπομονή και την υψοποιό και θεοποιό ταπείνωση, εφαρμόζοντας επακριβώς το πρόσταγμα του αγαπημένου της Νυμφίου ότι «εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών», αλλά και παράλληλα φανερώνοντας, όπως ορθά παρατηρείται, «τον [απύθμενο] πλούτο της ψυχής της και την εσωτερική της [πνευματική] καλλιέργεια».
Εκτός αυτού όμως και το πρόσωπο της γερόντισσας, κατά τα χρόνια της δοκιμασίας ιδίως, ήταν πάντοτε λαμπερό και παράξενα φωτεινό, στραμμένο κατά το τελευταίο διάστημα του επίγειου βίου της σχεδόν διαρκώς στις πολλές εικόνες του κελιού της, που γινόταν καθημερινά τα ανοικτά εκείνα παράθυρα για να ατενίζει την δόξα του Ουρανού.
Σύμφωνα μάλιστα με τις μαρτυρίες των θυγατέρων της, ενώ είχε τα χοϊκά της μάτια προσηλωμένα στα χαριτωμένα πρόσωπα των Αγίων ως αληθινών εικόνων και φίλων του Θεού, τα έστρεφε φυσιολογικά κατόπιν προς τον Ουρανό για να μελετήσει το δρόμο των Αγίων και να απολαύσει έστω και δι’ εσόπτρου εν αινίγματι την θέα του Θεού.
Για το λόγο αυτό τόσο στις αδελφές, όσο και σε πολλούς από τους κατά καιρούς λειτουργούς ιερείς της μονής που της μετέδιδαν συχνότατα το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου ήταν έντονα έκδηλη η αίσθηση, ότι η προηγουμένη Μακρίνα προγεύονταν την Βασιλεία του Θεού και ζούσε μέσα στο φώς της θείας χάριτος.
Έτσι, από τον Φεβρουάριο του 2017 που η γερόντισσα κοιμήθηκε οσιακά, δοκιμασμένη σκληρά, ώριμη πνευματικά και προετοιμασμένη κατάλληλα, να υπάρχει έντονη η προσδοκία αλλά και η κρυφή βεβαιότητα στις πνευματικές της θυγατέρες και τους κληρικούς και λαϊκούς που γεύθηκαν έστω και αναξίως τον πνευματικό της πλούτο, ότι έχουν αποκτήσει άλλον έναν ευάρεστο πρέσβη στο θρόνο του Ουράνιου Πατέρα, ώστε ο τάφος της να αποτελεί έκτοτε γι’ αυτούς καθημερινό καταφύγιο προσευχής και τόπο επίγειας παρηγορίας, ενώ η αγιασμένη της ψυχή, που απολαμβάνει τα θεία μυστήρια στον γνόφο της αγνωσίας του Θεού ενωμένη κατά χάριν με τον ποθητό της ψυχής της Νυμφίο Χριστό, αλλά και συναυλίζεται με την προστάτιδά της Υπεραγία Θεοτόκο και συνεορτάζει φαιδρώς συν πάσι τοις Αγίοις στις σκηνές τους, να δέεται μητρικώς για τη σωτηρία τους, προσμένουσα «ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος».
Αμήν !


Ο αμαρτάνων - Ο μετανοών - π. Τιμόθεος Παπασταύρου


ΚΥΡΙΑΚΗ  ΙΖ΄ ΛΟΥΚΑ  ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ  ΥΙΟΥ  (16  ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ  2020)

"πάτερ, ἥμαρτον" (Λουκ. ΙΕ΄ 21)

Ὁ ἁμαρτάνων ἄνθρωπος.

Μία παραβολήν, φίλε μου ἀναγνῶστα, καὶ ἴσως τὴν πλέον συγκινητικὴν καὶ διδακτικήν, μᾶς διδάσκει σήμερον ὁ Κύριος ἡμῶν. Μίαν παραβολὴν καὶ διδαχὴν ἥτις, - κατὰ τὴν σύμφωνον γνώμην τῶν Ἁγίων Πατέρων - θὰ ἤρκῃ διὰ τὴν σωτηρίαν ἡμῶν, ἀκόμη καὶ ἂν δὲν ὑπῆρχεν, ἄλλό τι σωστικόν πλὴν ταύτης. Μίαν παραβολὴν διὰ τῆς ὁποίας καταδεικνύεται, ἀφ᾿ ἑνὸς μέν, ἡ τραγικὴ πτῶσις τοῦ ἁμαρτάνοντος ἀνθρώπου καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου τὸ ἄπειρον ἔλεος καὶ ἡ ἄπειρος ἀγάπη τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ ἡμῶν.
Λέγει, λοιπόν, ὁ Κύριος˙ "Ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς". Ὁ νεώτερος τῶν δύο τούτων υἱῶν, παρουσιάζεται ὑπὸ τοῦ Κυρίου, ὡς ζωηρότερος καὶ πλέον εὐάλωτος εἰς τὴν κοσμικὴν ζωὴν καὶ νοοτροπίαν. Παρασύρρεται ἀπὸ τὰς ὑποδείξεις τῶν φίλων του καί τινα ἡμέραν ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα του, ἀφ’ ἑνὸς ἵνα τοῦ προβάλῃ τὴν ἀσεβῆ του ἀπαίτησιν καὶ ἀφ’ ἑτέρου ἵνα τοῦ εἴπῃ τὴν ἀπόφασίν του ὅτι πρόκειται νὰ φύγῃ ἐκ τῆς πατρικῆς ἐστίας. Ὁ ταπεινὸς καὶ εὐλογημένος ἐκεῖνος πατήρ, αἰφνιδιάσθη ἀκούων τὴν τοιαύτην ἀπόφασιν, ἀλλὰ βλέπων τὸ ἀμετάθετον τῆς γνώμης τοῦ νεωτέρου υἱοῦ του, ὑποχωρεῖ καὶ συγκατατίθεται ... Ἐμέρισεν τὴν περιουσίαν του καὶ ἔδωσεν εἰς τὸν νεαρὸν "τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας" ... Ἐκεῖνος, ἄνευ τινος τύψεως, "μετ’ ού πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ... ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν" καὶ "ἐλεύθερος" ἐκ τῆς πατρικῆς προστασίας, ζεῖ καὶ κινεῖται ἀσυστόλως καὶ ἀσώτως, διασκορπίζων τὴν περιουσίαν του!
Ἦλθεν, ὅμως, καὶ ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποίαν ἐξέλιπε καὶ ὁ τελευταῖος ὀβολός. Οὐ μήν δε, ἀλλὰ σύν τούτῳ, "ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι"! Ἀρχικῶς, ἀνεζήτησεν ἐργασίαν καὶ ἐπειδὴ δὲν ἦτο τοῦτο ἐφικτόν, ἠναγκάσθη ἵνα συμβιβασθῇ εἰς τὴν εὐτελεστάτην ἐργασίαν τῆς βοσκῆς τῶν χοίρων! Ὁ μισθός του .. ἀνύπαρκτος καὶ ἡ τροφή του ἐλαχίστη ... ! Τόσον ὀλίγη, ὥστε "ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ".
Ἕως τοῦ σημείου τούτου, βλέπομεν τὴν κατάστασιν τοῦ ἀποστάτου ἁμαρτωλοῦ. Ἀρχικῶς αἰσθάνεται ἐλεύθερος καὶ εὐτυχής, ἀλλ’ ἐν συνεχείᾳ ἀποδυναμοῦται, πνευματικῶς καὶ μὴ ἔχων τὸ παραμικρόν ... ἀναζητεῖ βοήθειαν καὶ στήριξιν ἐκ τῶν ἀδυνάμων καὶ πτωχῶν καὶ λιμοκτονούντων πνευματικῶς, ἀνθρώπων! Ὅμως, οὐδεὶς ἐδύνατο νὰ τὸν βοηθήσῃ οὐσιαστικῶς ...

Ὁ μετανοῶν ἄνθρωπος.

Συνεχίζων, ὁ Κύριος, τὴν διήγησιν τῆς παραβολῆς, περιγράφει τὴν ὁδὸν τῆς μετανοίας ... "Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε"! Ἡ φρᾶσις αὕτη καταδεικνύει ... καὶ τὴν παραφροσύνην τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ καὶ τὴν λογικὴν καὶ σωφροσύνην τῆς μετανοίας. Ἦλθεν εἰς ... "τὰ συγκαλά του", θὰ ἐλέγομεν! Τοῦτο εἶναι τὸ πρῶτο "βῆμα" τῆς μετανοίας! Νὰ αἰσθανθῇ ὁ ἁμαρτωλὸς τὴν ἐξαθλίωσίν του! Τοῦτο καὶ ἔγινεν εἰς τὴν περίπτωσιν τοῦ Ἀσώτου. Ἐννόησε τὴν πτῶσιν του καὶ τὴν πνευματικήν του κατάπτωσιν καὶ συνειδητοποιεῖ ὅτι, μακρὰν τῆς πατρικῆς ἐστίας, εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐπιβιώσῃ. Ὅταν ἦλθεν "εἰς ἑαυτόν", ἡ πρώτη σκέψις του ἦτο ἡ εὐδαιμονία τὴν ὁποίαν ἐβίωνον οἱ ὑπηρέται εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ πατρός του τὴν ὁποίαν καὶ συνέκρινεν μὲ τὴν ἰδικήν του τραγικότητα. "πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι"! Ἡ δευτέρα δε σκέψις καὶ ἀπόφασις, ἦτο νὰ ἐπιστρέψῃ ἐν μετανοίᾳ καὶ δάκρυσι εἰς τὸν ἠγαπημένον πατέρα του.
Ὁ πατὴρ αὐτοῦ, ὡς συνάγεται ἐκ τῆς παραβολῆς, δὲν ἔπαυσε ἵνα ἀνησυχῇ διὰ τὸν ἄσωτον υἱόν του. Ἀφ’ ἧς στιγμῆς οὗτος ἀπέδρασεν καὶ ἀπεμακρύνθη, ὁ σεμνὸς οὗτος γέρων, ἀναμένει αὐτὸν ἵνα ἐπανέλθῃ! ... Καὶ ὅταν βλέπει τοῦτον νὰ ἔρχεται, καθόλου ἀγνώριστος καὶ ἀλλοιωμένος ἐκ τῆς ἁμαρτίας, σπεύδει ἵνα ὑποδεχθῇ καὶ ἐνισχύσῃ τοῦτον καὶ "ὑποστυλώσῃ" πνευματικῶς! Ὁ υἱός, ἐμφανῶς "σοκαρισμένος", πίπτει καὶ προσκυνεῖ εἰς τοὺς πατρικοὺς πόδας ... καὶ ὁ Πατήρ, ... "ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν". Τοιουτοτρόπως ὑποδέχεται ὁ Κύριος τὸν μετενοημένον ἁμαρτωλόν ... Ἄνευ ἀπειλῶν καὶ ὀνειδισμῶν καὶ προσβολῶν! Μόνον διὰ τῆς ἀπείρου Πατρικῆς Αὐτοῦ ἀγάπης ... ! Καὶ ὅτε, ὁ ἄσωτος, "Εἶπε ... πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου", ὁ Θεῖος Ἐκεῖνος Πατήρ, ὄχι μόνον ἀπεδέχθη τὴν μετάνοιαν αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ ... "Εἶπε ... πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη"!
Συνεχίζει, βεβαίως, ἡ παραβολή, διὰ τῆς γνωστῆς βαρυθυμίας καὶ δυσθυμίας τοῦ πρεσβυτέρου υἱοῦ, ἀντιδρῶντος τούτου εἰς τὴν τοιαύτην ὑποδοχὴν τοῦ ἀσώτου ἀδελφοῦ του. Ἂς μὴν εἰσέλθωμεν εἰς τὴν ἑνότητα ταύτην, καθότι ὁ χρόνος καὶ ὁ χῶρος περιορίζουσιν ἡμᾶς.
Ἂς ἐπιμείνωμεν ὀλίγον εἰς τὴν δύναμιν τῆς μετανοίας ἥτις εἶναι ἡ μόνη, πρὸ τῆς ὁποίας ὑποκλίνεται καὶ ... ὁ ἴδιος ὁ Κύριος! Ἅπαντες εἴμεθα ἁμαρτωλοί, ἄλλοι περισσότερον τοῦ ἐν λόγῳ ἀσώτου υἱοῦ καὶ ἄλλοι ὀλιγώτερον ...! Τοῦτο, ὡς παρατηροῦμεν, δὲν ἀπασχολῇ ποσῶς τὸν Οὐράνιον Πατέρα! Ἐν προκειμένῳ, δὲν ἀνεζήτησεν τὴν παραμικρὰν λεπτομέρειαν διὰ τὴν ἁμαρτωλὸν πορείαν τοῦ υἱοῦ Αὐτοῦ. Ἀπολαμβάνει, μόνον θὰ ἐλέγωμεν, τὴν ἐπιστροφὴν αὐτοῦ, ὡς "ἐκ θανάτου ἀναστάσεως" .

Ταπείνωσις καὶ μετάνοια.

Ταύτην τὴν ἐπιστροφήν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἴθε νὰ ζηλώσωμεν καὶ βιώσωμεν ἵνα γενώμεθα δεκτοὶ καὶ ὑποδεκτοὶ εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Πατρὸς καὶ μέτοχοι τῶν Οὐρανίων ἀγαθῶν τῆς ἀπολαύσεως. Ἀμήν.


Ἀρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου

       Ἱεροκῆρυξ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

Εβδομαδιαίο  Φυλλάδιο 
«Για τους Γονείς της Ενορίας»
Ιερός Ναός Γενέσιον Τιμίου Προδρόμου Παραλίας Πατρών




Πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για να διαβάσετε τα κείμενα.