ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΒΔΟΜΗ (4 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2019)
"ἵνα ὁμοθυμαδὸν ἐν ἑνὶ στόματι δοξάζητε τὸν Θεὸν" (Ρωμ. ΙΕ΄
6)
Δόξα καὶ λατρεία, εἰς τὸν Θεόν.
Ἡ ἐποχὴ εἰς τὴν ὁποίαν
εὑρισκόμεθα, χαρακτηρίζεται κυρίως ἀπὸ τὴν ἀποδόμησιν καὶ τὴν κατακρήμνισιν
ὅλων τῶν ὑψίστων ἀξιῶν - μηδὲ ἐξαιρουμένου καὶ Αὐτοῦ τοῦ Ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ
Θεοῦ ἡμῶν - καὶ τὴν προσπάθειαν ἀναστηλώσεως ἢ καὶ ἤδη ... ἀναστήλωσιν, νέων
εἰδώλων καὶ νέων "θεοτήτων" καὶ νέων "ἀξιῶν" καὶ ἠθῶν.
Τοῦτο διαπιστοῖ ὁ κάθε καλοπροαίρετος παρατηρητής, παρατηρὼν τὸν τόπον καὶ λαὸν τοῦτον, τὸν ἕως χρόνου τινος
θεωρούμενον "Ἅγιον" καὶ "περιούσιον" τοῦ Κυρίου, ἐσχάτως δέ,
ἀποστασιοποιούμενον καὶ ἐναντιούμενον πολλάκις, εἰς τὰ ἅγια καὶ ἱερὰ ἐκεῖνα
θέσμια, ἐπὶ τῶν ὁποίων καὶ ἠνδρύνθη καὶ ἐδοξάσθη καὶ ἐμεγαλύνθη.
Κατὰ τὸ Ἁγιογραφικόν, οἱ
ἄνθρωποι, "μετήλλαξαν τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, καὶ ἐσεβάσθησαν
καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα, ὅς ἐστιν εὐλογητὸς εἰς τοὺς
αἰῶνας" (Ρωμ. Α΄ 25). Τὸ
ἀκόμη χειρότερον δέ, τὸ ὁποῖον συμβαίνει καὶ βλέπομεν αὐξανόμενον, εἶναι πλέον,
ὅτι ἤρχισεν νὰ ἐπικρατῇ ἀπὸ χρόνων, ἕνας ἄκρατος ὑλιστικὸς τρόπος ζωῆς καὶ οἱ
ἄνθρωποι, - πολλάκις καὶ οἱ λεγόμενοι, "τῆς Ἐκκλησίας" - ζῶσιν ἐπὶ
τῆς γῆς ὡς ... αἰώνιοι καὶ σωματικῶς ἀθάνατοι! Ὁ Θεός, δι’ αὐτοὺς δὲν ὑπάρχει
καὶ ἂν ... ὑπάρχῃ, δὲν θέλουσι νὰ τοὺς ἐνοχλῇ, κατὰ τὸν αἰώνιον ἐκεῖνον λόγον
τοῦ Δικαίου καὶ πολυάθλου Ἰώβ, ὅπου ὁ ἀσεβής, ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Θεόν,
λέγει, "ἀπόστα ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὁδούς σου εἰδέναι οὐ βούλομαι" (Ἰὼβ ΚΑ΄ 14).
Ὅμως, ἡμεῖς οἵτινες θέλομεν νὰ
εἴμεθα ἐξηρτημένοι ἀπὸ τὴν "ἄμπελον" ποὺ εἶναι ὁ Κύριος, θὰ πρέπῃ νὰ
γνωρίζωμεν, πῶς θὰ πρέπῃ νὰ διατηρῷμεν ταύτην τὴν ἐπαφὴν καὶ ἐπικοινωνίαν μετ’
Αὐτοῦ. Ἐν προκειμένῳ, ὁ Θεῖος Ἀπόστολος Παῦλος, μᾶς ὑποδεικνύει τήν, κατὰ τὴν
προσευχητικὴν ἐπικοινωνίαν μετ’ Αὐτοῦ, δοξολογίαν πρὸς Αὐτόν. Τί σημαίνει ὅμως
... δοξάζω τὸν Θεόν; Πῶς ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἀπονέμομεν δόξαν εἰς τὸν Κύριον;
Εἰδικῶς, κατὰ τὴν ὥραν τῆς προσευχῆς - διότι, μποροῦμε νὰ δοξάζομεν τὸν Θεὸν μὲ
κάθε λόγον, κάθε πρᾶξιν, κάθε λογισμόν, καὶ "ἐν τῷ σώματι ἡμῶν καὶ ἐν τῷ
πνεύματι ἡμῶν" (Α΄ Κορ. ΣΤ΄ 20), - ἡ ἐπικοινωνία μας μετὰ τοῦ Θεοῦ
πρέπει νὰ γίνεται μὲ τὴν συναίσθησιν ὅτι, ὁ Κύριος εἶναι ὁ ἀπρόσιτος, καὶ
Ἅγιος, καὶ ἄπειρος, καὶ αἰώνιος, καὶ ἀπερινόητος, ... καὶ ἡμεῖς εἴμεθα, οἱ
ἁμαρτωλοί, καὶ ἐλάχιστοι, καὶ ἀνάξιοι ... καὶ μόνον κατὰ τὴν ἄπειρον Αὐτοῦ,
ἀνοχὴν καὶ μακροθυμίαν, Τοῦ ἀπευθύνομεν τὴν δέησίν μας. Ἡ συναίσθησις αὕτη καὶ
μόνη εἶναι ἀρκετὴ διὰ νὰ δημιουργήσῃ ἐντὸς ἡμῶν τὴν ἀνάγκην ὅπως δοξάσωμεν
Αὐτὸν καὶ ὑπερυψώσωμεν καὶ προσκυνήσωμεν. Τότε δέ, καὶ Ἐκεῖνος δέχεται τὴν
δέησιν ἡμῶν καὶ προστρέχει εἰς τὴν βοήθειαν καὶ ἀρωγήν ἡμῶν.
Πῶς ὁμιλοῦμεν πρὸς κάποιον τὸν
ὁποῖον ἔχομεν ἀνάγκην καὶ προσμένομεν τὴν βοήθειάν του; Ὁποίας γλυκείας φράσεις
καὶ ὁποῖα δάκρυα καὶ ὁποίας κολακείας καὶ ἱκεσίας τοῦ ἀποδίδομεν, προκειμένου νὰ
"κάμψωμεν" τὴν συμπάθειαν αὐτοῦ καὶ τὸν πείσωμεν ἵνα συνδράμῃ εἰς τὴν
ἀδυναμίαν ἡμῶν; "Τίς ἐν δικαστηρίῳ τὸν δικαστὴν οὐ πτοεῖται; ἢ τίς ἱαθῆναι
βουλόμενος τὸν ἱατρὸν παροργίζει;" (Κατανυκτικὸς ὕμνος). Ὅταν, ἐν
τοιαύτῃ ψυχικῇ καταστάσει καὶ διὰ τοιούτων λογισμῶν καὶ αἰσθημάτων, Τὸν
παρακαλοῦμεν, τότε ἡ δέησις ἡμῶν γίνεται ... δοξολογία. "Κύριον τὸν Θεόν σου
προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις" (Ματθ. Δ΄10). Δόξα καὶ
λατρεία, μόνον εἰς τὸν Κύριον, ὅπως, ἄλλωστε, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει
μέσα ἀπὸ τὰς καθημερινὰς ἀκολουθίας.
Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ λατρεία.
Εἰδικῶς κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη,
ἀκούομεν παρὰ τῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων, καὶ ὄχι μόνον! μίαν φρασεολογίαν παράξενον
καὶ ἐν πολλοῖς ἀπαράδεκτον κατὰ τὴν δογματολογίαν ἀλλὰ καὶ χριστιανικὴν
συμπεριφοράν. Ἀκούεται, ἐπὶ παραδείγματι, ἡ φρᾶσις, "λατρεύω τὸ
σπίτι", "λατρεύω τὴ θάλασσα", "λατρεύω τὰ ζωάκια" καὶ
παρακάμπτω ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἀκούεται κατὰ κόρον, μεταξὺ "ἐρωτευμένων"
ἢ μεταξὺ γονέων καὶ τέκνων, "σὲ λατρεύω" ἢ "εἶσαι ἡ λατρεία
μου", κ. ἄ. Βεβαίως, θὰ πρέπῃ νὰ δικαιολογήσωμεν ἐκείνους καὶ ἐκείνας ποὺ
λέγουν τοιαῦτα "πομπώδη" λόγια, διότι δὲν γνωρίζουσι, οὔτε περὶ τίνων
διαβεβαιοῦνται, ἀλλ’ οὔτε καὶ πῶς θὰ πρέπῃ νὰ ὁμιλοῦν καὶ νὰ συμπεριφέρονται.
Ἡ "λατρεία" εἶναι ἡ
ὑψίστη μορφὴ ἀγάπης καὶ ἀφοσιώσεως, καὶ ταύτην ὀφείλομεν, μόνον εἰς τὸν Κύριον
καὶ Θεὸν ἡμῶν. Εἰς τὴν πρόκλησίν τινος Γραμματέως, "ποία ἐστὶ πρώτη πάντων
ἐντολή; Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη αὐτῷ ὅτι πρώτη πάντων ἐντολή· ἄκουε, Ἰσραήλ,
Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι· καὶ ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης
τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ
ὅλης τῆς ἰσχύος σου. Αὕτη πρώτη ἐντολή" (Μάρκ. ΙΒ΄ 29-30). Καὶ ὅταν, ἄλλην στιγμήν,
ὡμίλει καὶ διέκρινεν τὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους, ἀγάπην, δὲν
ἐδίστασεν νὰ τονίσῃ ὅτι, "Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ
ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος" (Ματθ.
Ι΄ 37).
Ἐὰν δὲ ἀνατρέξωμεν εἰς τὰ πρῶτα
βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κυρίως δέ, εἰς τὸ τῆς "Ἐξόδου", ὁ Κύριος
ποὺ παραδίδει τὸν Νόμον εἰς τὸν Μωϋσῆν, φαίνεται νὰ εἶναι ἰδιαιτέρως,
ἀπαιτητικὸς καὶ "ζηλότυπος" (ζηλιάρης), καὶ νὰ ἀπαιτῇ κατ’
ἐπανάληψιν, τὴν μόνην λατρείαν καὶ μόνην πίστιν εἰς Αὐτόν. Καὶ ὅταν ὁ σκληροτράχηλος
ἐκεῖνος ἑβραϊκὸς λαός, ἐπανειλημμένως τὸν ἠρνεῖτο καὶ προσκυνοῦσε τὰ εἴδωλα, πάντοτε
αἱ τιμωρία ἦσαν σκληραὶ καὶ ἀμείλικτοι.
"Σοὶ πρέπει πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις".
Ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἐκκλησία, διδάσκει
ἡμᾶς ἐκ τῶν ἱερῶν Αὐτῆς κειμένων καὶ ἐκ τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως, ὄχι μόνον τὸ
"προσεύχεσθαι", ἀλλὰ καὶ τὸ "πῶς δεῖ προσεύχεσθαι".
Βεβαίως, ἐκ τῆς Πατερικῆς καὶ Ἀσκητικῆς Παραδόσεως, ἔχομεν περιπτώσεις κατὰ τὰς
ὁποίας, Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι, κινούμενοι μὲ "ἀφελότητα καρδίας"
καὶ μὴ ἔχοντες γνώσεις δογματικάς, ὡμίλουν καὶ προσηύχοντο πρὸς τὸν Κύριον
"ἐκ καρδίας" καὶ ἡ προσευχή των "ἠκούετο" καὶ πολλάκις
ἐθαυματούργει. Οὗτοι ὅμως, ἐξαιροῦνται ... τοῦ κανόνος. Ἡμεῖς ποὺ εὐτυχήσαμεν
καὶ ἐδιδάχθημεν καὶ ἐμάθομεν, ἂς δοξάζωμεν "ἐν παντὶ καιρῶ καὶ τόπῳ", τὸ
ὑπὲρ πᾶν, Ὄνομα καὶ μόνον Τοῦτο, τοῦ Παναγάθου Πατρὸς καὶ τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ
καὶ τοῦ Παναγίου καὶ Ζωοποιοῦ Πνεύματος. Ἀμήν.
Ἀρχιμ.
Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου
Ἱεροκῆρυξ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν