ΚΥΡΙΑΚΗ
ΔΕΚΑΤΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (5
ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2018)
"ἕως
πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;" (Ματθ. ΙΖ΄ 17)
Ἡ ἀδυναμία τῶν
μαθητῶν.
Ὁ Κύριος εὑρίσκεται εἰς τὸ ὄρος Θαβὼρ
καὶ μεταμορφοῦται ἔμπροσθεν τῶν τριῶν μαθητῶν του καὶ κάτω εἰς τοὺς πρόποδας
τοῦ βουνοῦ, εὑρίσκονται οἱ ὑπόλοιποι ἑννέα μαθηταί. Ἐκεῖ ἔρχεται ἕνας
ταλαίπωρος πατέρας, σύρων τὸν δαιμονιζόμενον υἱόν του καὶ ἀναζητῶν τὸν Κύριον
διὰ νὰ τὸν θεραπεύσῃ. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Κύριος εὑρίσκεται εἰς τὸ ὄρος, θεωρεῖ
αὐτονόητον, νὰ καλέσῃ τοὺς ἑννέα μαθητάς, νὰ θεραπεύσουν ἐκεῖνοι τὸν
δαιμονιζόμενον νέον. Οἱ μαθηταί, θεώρησαν "ἁπλῆν διαδικασίαν" τὸ νὰ
ἐπιτιμήσουν τὸν ἀπεχθῆ διάβολον, ἐπειδὴ τόσον εὔκολα θεράπευε ὁ Κύριος τέτοιους
δαιμονιζομένους. Διεψεύσθησαν ὅμως! Προσπάθησαν κατ' ἐπανάληψιν νὰ διώξουν τὸν
δαίμονα, ἀλλ' εἰς μάτην.
Οἱ μαθηταὶ ἀντιλαμβάνονται, ἀφ' ἑνὸς
μέν, ὅτι ἔχουν νὰ κάνουν μὲ ἕνα πανίσχυρον πρόσωπον ποὺ δὲν εἶναι διατεθειμένον
νὰ ὑπακούσῃ στὶς ἀδύναμες ἐπιτημήσεις τους καὶ ἀφ' ἑτέρου, ὅτι δὲν διαθέτουν τὸ
κῦρος καὶ τὴν ἐξουσίαν τοῦ Διδασκάλου των. Νιώθουν πολὺ μικροί, μπροστὰ σὲ ἕνα
γίγαντα. Ἀναγκάζονται νὰ περιμένουν καὶ αὐτοί, νὰ κατέβη ὁ Κύριος˙ καὶ ὅταν
ἦλθε καὶ ἔσπευσε ὁ πατέρας τοῦ παιδίου νὰ τὸν παρακαλέσῃ καὶ νὰ τὸν πληροφορήσῃ
διὰ τὰ ὅσα προηγήθησαν, "Ἀποκριθεὶς ... ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ
ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ᾿ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι
ὑμῶν;" (Ματθ. ΙΖ΄ 17). Στὴ
συνέχεια, βέβαια, "ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ
ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης" (Ματθ. ΙΖ΄ 18). Ἔτσι, μὲ
τὴν ἴδια εὐκολία ποὺ πάντα ἐνεργοῦσε τὰ ποικίλα θαύματά Του.
Πλησιάζουν, ὅμως, κάποια στιγμὴ καὶ
ἐρωτοῦν τὸν Χριστόν: "διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν
αὐτό;" (Ματθ. ΙΖ΄ 19) καὶ ὁ Κύριος τοὺς ἀπαντᾶ: "διὰ
τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως,
ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν
ἀδυνατήσει ὑμῖν" (Ματθ. ΙΖ΄ 20).
Ἡ
ἀπιστία.
Εἶναι ἆραγε οἱ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ,
ἄπιστοι; Μήπως, αὐτὸ ποὺ τοὺς εἶπε ὁ Χριστός, ἦταν μία λεκτικὴ ὑπερβολή; Πρέπει
νὰ γνωρίζῳμε ὅτι ὁ Κύριος, ὡς ὁ μόνος τέλειος καὶ ἀναμάρτητος, δὲν εἶπε ποτέ,
εἴτε λάθος, εἴτε ψέμμα, εἴτε ὑπερβολή! Πάντοτε εἶπε τὴν ἀλήθεια καὶ μάλιστα ὄχι
στὴν σχετικότητά της - ὅπως τὴν λέγομεν ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι, - ἀλλὰ εἰς τὴν
τελειότητά της. Ἐπανερχόμαστε λοιπόν, εἰς τὸ ἐρώτημά μας. Εἶναι, ἐν προκειμένῳ,
οἱ μαθηταὶ "ἄπιστοι"; Διὰ νὰ δώσωμεν τὴν ἀπάντησιν εἰς τὸ
συγκεκριμμένον ἐρώτημα, θὰ πρέπῃ νὰ ἴδωμεν τί σημαίνει ἡ λέξις
"ἀπιστία".
Οἱ πολλοὶ χριστιανοί, ἔχοντες νοθεύσει
τὴν σημασίαν τοῦ ὅρου "πίστις", παρεχάραξαν - καὶ τοῦτο εἶναι
αὐτονόητον, - καὶ τὶς ὁμόρριζες λέξεις, "ἀπιστία",
"δυσπιστία", "ὀλιγοπιστία". Συνεπῶς, ἐφ' ὅσον
"πίστις" δι' αὐτοὺς, εἶναι μία τυπικὴ καὶ μόνον παραδοχὴ τῆς ὑπάρξεως
τοῦ Θεοῦ, "ἀπιστία", κατὰ τὴν ἐπιπόλαιη ἄποψή τους, εἶναι ἡ ἄρνηση
καὶ ἀπόρριψις τοῦ Θεοῦ. Εἰς τὴν παροῦσαν ὅμως περίπτωσιν, ὁ Κύριος λέγοντας τὴν
λέξιν "ἀπιστίαν" πρὸς τοὺς μαθητάς Του, σίγουρα ἐννοεῖ κάτι πολὺ
βαθύτερο καὶ οὐσιαστικότερο. Εἶναι δέ, βέβαιον, ὅτι "ἄπιστον" δὲν
ἐννοεῖ μόνον, ἐκεῖνον ποὺ ἀρνεῖται τὴν
ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ εἰς τὸν ὅρον τοῦτον, περιλαμβάνει καὶ πολλοὺς ἄλλους.
"ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον
σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ
οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν". Ἐγράψαμεν προηγουμένως τὸ συγκεκριμμένον
ἐδάφιον, ἀλλὰ τὸ ἐπισημαίνομεν καὶ πάλιν, διότι εὔκολα ἀντιλαμβάνεται ὁ
καθένας, τὸ πῶς ἐννοεῖ ὁ Κύριος, τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀπιστίαν. Πίστις, εἶναι, ἡ
ἀπόλυτος ἐκείνη ἐμπιστοσύνη, ὄχι εἰς τὴν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ εἰς τὴν δύναμιν
Αὐτοῦ. Πίστιν ἔχει ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἐμπιστεύεται ἀπολύτως τὸν Παντοδύναμον
Θεὸν καὶ εἰς οἵανδήποτε περίστασιν δύναται νὰ ψελίζῃ ἀπὸ καρδίας, "γενηθήτω
τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς" (Ματθ. ΣΤ΄ 10).
Ἀντιστρόφως δέ, "ἀπιστία" σημαίνει, ἡ ἐμπιστοσύνη εἰς τὴν ἰδικήν μας
ἀνύπαρκτον δύναμιν, καὶ ἡ ἀποστροφή μας ἀπὸ τὴν ἀγάπην τοῦ Παναγάθου Πατρός.
Διὰ νὰ μᾶς ἀποτρέψῃ δὲ ὁ Κύριος, ἀπὸ μίαν τοιαύτην καταστροφικὴν ἐμπιστοσύνην
εἰς τὸν ἑαυτόν μας, μᾶς διευκρίνησεν ὅτι, "Καθὼς τὸ κλῆμα οὐ δύναται καρπὸν φέρειν ἀφ' ἑαυτοῦ, ἐὰν μὴ μείνῃ ἐν τῇ ἀμπέλῳ, οὕτως οὐδὲ ὑμεῖς, ἐὰν μὴ ἐν ἐμοὶ μείνητε. Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν" (Ἰωάν.
ΙΕ΄ 4-5).
Αὐτὴ εἶναι ἡ ζητουμένη, ἀπὸ τὸν Θεόν, πίστις μας˙ ἡ ἀπόλυτος ἐξάρτησίς μας ἀπ'
Αὐτόν.
Ἡ
ἀνοχὴ τοῦ Θεοῦ.
"Μέχρι πότε θὰ σᾶς ἀνέχομαι;"
Ἀκούεται σὰν βαρειά ἀγανάκτησις, ὁ Λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου˙ καὶ ὄχι μόνον
ἀκούεται, ἀλλὰ καὶ εἶναι ...! Βεβαίως, ἡ ἀνοχὴ τοῦ Κυρίου εἶναι ἄπειρος καὶ δὲν
περιορίζεται μέσα σὲ συγκεκριμμένα ὅρια. Ὅμως ὅταν, τόσον ἔντονα καὶ ἁπτά, μὲ
τόσα θαύματα, μὲ τόσην διδασκαλίαν, παραμένομεν δύσπιστοι καὶ ἄπιστοι καὶ
παλεύομεν νὰ ἐπιλύσωμεν τὰ διάφορα προκύπτοντα προβλήματα, παραθεωροῦντες τὴν
παρουσίαν καὶ δύναμιν τοῦ Θεοῦ, τότε ἂς φοβούμεθα μήπως κάποια στιγμή,
"τελειώσει" ὁ χρόνος τῆς ἀνοχῆς! Ἂς θυμηθοῦμε ἐδῶ, τὸ γιατί ὁ Θεὸς
ἐπωνόμασε τοὺς Ἰσραηλίτας, "σκληροτραχήλους καὶ ἀπεριτμήτους τῇ
καρδίᾳ καὶ τοῖς ὡσίν" (Πράξ. Ζ΄ 51). Τόσον ἔντονος ἦτο ἡ παρουσία
Του καὶ τὸ ἐνδιαφέρον Του διὰ τὸν λαὸν ἐκεῖνον, ὥστε δὲν ὑπῆρχε πλέον καμμία
δικαιολογία διὰ τὴν σκληρὰν καὶ βλάσφημον στᾶσιν των ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ.
Κάποιες στιγμές, μέσα στὴν θρησκευτική
μας ἱστορία, ὁ Κύριος "ἐσκλήρυνε" τὴν στᾶσιν Του ἀπέναντι εἰς τὸν
ἄνθρωπον. Εἰδικῶς δέ, εἰς τὴν ἱστορίαν τῶν προαναφερθέντων σκληροταχήλων
Ἐβραίων, ὁ Θεϊκὸς "πέλεκυς" ἔπεσεν βαρύτατος ἐπὶ τὰς κεφαλάς των. Εἰς
τὰ Σόδομα καὶ Γόμμορα καὶ τὰς περὶ αὐτάς, πόλεις, μὲ τοὺς δηλητηριώδεις ὄφεις
ἐν τῇ ἐρήμῳ, μὲ τὴν φρικτὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος καὶ εἰς ἄλλας παρομοίας
περιπτώσεις ἢ καὶ σκληροτέρας.
Εἴθε, ἡ ἀγάπη Του νὰ μετριάζῃ τὴν
δικαίαν ὀργήν Του καὶ εἴθε ἡ πίστις ἡμῶν νὰ συντελῇ πρὸς τοῦτο.
Ἀρχιμ.
Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου
Ἱεροκῆρυξ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν