Κάθε Κυριακὴ καὶ κάθε
δεσποτική, θεομητορική, η ἁγιολογικὴ ἑορτή, ἡ Εκκλησία μας τελεῖ τὴν Θεία Λειτουργία. Γι’ αὐτὸ καλὸ ειναι νὰ ξέρουμε τὴ σημασία καὶ τὴν σπουδαιότητά της. Τί ειναι λοιπὸν ἡ Θεία Λειτουργία; Ας ἀπαντήσουμε ἁπλὰ καὶ περιληπτικὰ στὸ ἐρώτημα αὐτό.
Α) Η Θεία Λειτουργία ειναι ἡ μεγαλύτερη πηγὴ εὐλογίας γιὰ τὸν πιστό. Εὐλογία παίρνουμε καὶ μὲ τὸν ἁγιασμὸ καὶ μὲ τὸ ἀντίδωρο καὶ μὲ τὸν τύπο τοῦ σταυροῦ ποὺ κάνει ὁ ἱερέας καὶ μὲ τὰ λείψανα τῶν ἁγίων καὶ μὲ τὰ αγια
ἀντικείμενα καὶ μὲ τὸ χέρι τοῦ ἱερέως. Εὐλογία
παίρνουμε ἀ πὸ τὸν
Θεὸ καὶ όταν ἀγωνιζόμαστε νὰ ἐκτελέσουμε τὶς ἐντολές του καὶ όταν προσευχόμαστε καὶ όταν συμμετέχουμε σὲ ὁποιαδήποτε ἀκολουθία τῆς Εκκλησίας μας. Αλλὰ ἡ κυριώτερη καὶ μεγαλύτερη πηγὴ εὐλογίας είναι ἡ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας
καὶ ἡ ἐνσυνείδητη καὶ μὲ καθαρὴ συνείδηση μετάληψη
τοῦ σώματος καὶ τοῦ αίματος τοῦ Χριστοῦ μας.
Β) Η Θεία Λειτουργία δὲν ειναι μία ἁπλὴ δέηση, προσευχή, δοξολογία. Αλλὰ ενα κατέβασμα τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ. Τί λέμε λίγο πρὶν τὴ μεγάλη εισοδο; «Οἱ τὰ Χερουβὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες, καὶ τὴ ζωοποιῶ Τριάδι τὸν Τρισάγιον Υμνον προσάδοντες, πᾶσαν τὴν βιωτικὴν ἀποθώμεθα μέριμναν, ὡς τὸν Βασιλέα τῶν ολων ὑποδεξόμενοι…». Δηλαδή, νὰ ὑποδεχόμαστε ἐν πραγματικὴ καὶ κυριολεκτικὴ ἐννοία τὸν βασιλέα τῶν όλων, ὁ ὁποῖος θὰ παρουσιασθεῖ καὶ σωματικῶς, μετὰ «τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν», στὸν καθαγιασμένο αρτο καὶ οινο ποὺ βρίσκεται πάνω στὴν Αγία Τράπεζα. Καὶ λίγο πιὸ κάτω, πρὶν τὴν μετουσίωση τῶν τιμίων
δώρων, στὸν «Επινίκιον Υμνον» λέμε: « Αγιος, Αγιος, Αγιος, Κύριος
Σαβαώθ πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης σου. Ωσαννὰ ἐν τοὶς ὑψίστοις. Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. Ωσαννὰ ἐν τοὶς ὑψίστοις». Δηλαδή, όπως ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ἔρχεται ὁ πρωθυπουργὸς τῆς χώρας ἢ ὁ
πρόεδρος
τῆς
δημοκρατίας καὶ τρέχουμε νὰ τὸν ὑποδεχθοῦμε καὶ τὴν ἔλευσή του τὴν θεωροῦμε μεγάλο γεγονός, ἔτσι κάνουμε καὶ τώρα. Ετοιμαζόμαστε
νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν Βασιλέα τῶν ὅλων, τοῦ ὁποίου ἡ βασιλεία δὲν ἔχει τέλος. Καὶ ξεσπᾶμε σὲ ζητωκραυγές.
Ὡσαννά-Ὡσαννά…Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι μία ἐπανάληψη καὶ ἐπαναβίωση, τῆς θριαμβευτικῆς ὑποδοχῆς τοῦ Χριστοῦ ὡς βασιλέως εἰς τὰ
Ἱεροσόλυμα, λίγο πρὶν τὸ πάθος του.
Λέμε πολλὲς φορές' «Ἂχ νὰ ζοῦσα ὅταν
γεννήθηκε ὁ Χριστὸς καὶ νὰ τὸν προσκυνοῦσα στὴ φάτνη! Ἢ νὰ ζοῦσα ὅταν κήρυττε καὶ νὰ τὸν ἄκουγα καὶ νὰ τὸν ἀκουμποῦσα ὅπως ἡ αἱμορροοῦσα»! Κι ὅμως πραγματικὴ καὶ ἀληθινὴ φάτνη εἶναι ἡ Ἁγία Τράπεζα, ὅπου σωματικὰ βρίσκεται ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι Χριστούγεννα. Καὶ τὸ σπουδαιότερο μέσα στὴ Θεία Λειτουργία μας δίνεται ἡ δυνατότητα ὄχι ἁπλῶς νὰ τὸν προσκυνήσουμε ὅπως οἱ μάγοι ἢ νὰ τὸν ἀκουμπήσουμε ὅπως ἡ αἱμορροοῦσα, ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν φᾶμε. Νὰ τὸν βάλλουμε μέσα μας. Κάτι ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ γίνει μὲ τοὺς συγχρόνους του. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἐπίσης μιὰ ἐπανάληψη τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου. Ὁ Χριστός, σωματικὰ παρών, μᾶς τρέφει μὲ τὸ ἄχραντο σῶμα του καὶ μὲ τὸ τίμιο αἷμα του.
Γ) Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι μία διαρκῇς Πεντηκοστή. Λέμε κάποτε' «Ἂχ νὰ ζοῦσα τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς καὶ νὰ βίωνα τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νὰ ἔπαιρνα τὰ χαρίσματά του». Κι ὅμως στὴ Θεία Λειτουργία συμβαίνει κάθε φορὰ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Εἶναι μία διηνεκὴς ἐπανάληψη καὶ ἐπαναβίωση τῆς Πεντηκοστῆς. Τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ μάλιστα τὰ ἐσωτερικὰ καὶ σπουδαία (πρβλ.
Γάλ. 5,22), κατέρχονται στοὺς πιστούς.
Δ) Στὴ Θεία Λειτουργία ἔχουμε φανέρωση τῆς Εκκλησίας. Τί
εἶναι Εκκλησία; Ἡ ἁγία Γραφὴ δὲν μᾶς δίνει ὁρισμὸ τῆς Εκκλησίας. Προσπαθεῖ νὰ τὴν προσδιορίσει μόνο μὲ εἰκόνες. Τὴν παρουσιάζει ὡς οἰκοδομῇ, ἄμπελο, σαγήνη, ποίμνη, σῶμα καὶ ἄλλα πολλά. Αὐτὸ συμβαίνει διότι ἡ Εκκλησία εἶναι μυστήριο. Ἀλήθεια τί εἶναι Θεός, Ἁγία
Τριάς, παράδεισος, κόλαση καὶ τόσα ἄλλα; Εἶναι μυστήρια. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ὀρθόδοξη θεολογία διακρίνεται σὲ καταφατικὴ καὶ ἀποφατική. Στὴ καταφατικὴ προσπαθοῦν, ἡ ἁγία Γραφὴ καὶ οἱ πατέρες, νὰ προσδιορίσουν τί εἶναι Θεός' ἐνῷ στὴν ἀποφατικὴ προσπαθοῦν νὰ προσδιορίσουν τί δὲν εἶναι Θεός. Ἔτσι,
μὲ καταφάσεις καὶ ἀρνήσεις, νὰ προσεγγίσει ὁ ἄνθρωπος τὸ μυστήριό του Θεοῦ. Ἔτσι, ἐπειδὴ ἡ Εκκλησία εἶναι
μυστήριο, ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως: «Πιστεύω…εἰς
μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Εκκλησίαν». Πάντως, ἂν θέλουμε νὰ νοιώσουμε καὶ νὰ αἰσθανθοῦμε
καὶ νὰ βιώσουμε τὸ μυστήριό της Εκκλησίας, θὰ πρέπει νὰ πᾶμε στὸ ναὸ καὶ νὰ συμμετάσχουμε στὴ Θεία Λειτουργία. Εκεῖ βρισκόμαστε ὅλοι ἐν ἀπαρτίᾳ, ἡ Ἁγία Τριάδα, οἱ κληρικοί, οἱ λαϊκοί, οἱ ἄγγελοι, οἱ κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας. Ὁλόκληρη ἡ θριαμβεύουσα καὶ ἡ στρατευομένη Εκκλησία. Ἂν διαβάσουμε τὰ ὁράματα τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου στὴν Ἀποκάλυψη, θὰ δοῦμε ἐκεῖ ὁ Θεὸς νὰ περιστοιχίζεται ἀπὸ ἀγγέλους, ἁγίους, μάρτυρες' νὰ δέχεται τοὺς ὕμνους ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἁγίους ποὺ τὸν περιστοιχίζουν γιὰ τοὺς ζῶντες πιστούς, ἀλλὰ καὶ τὶς προσευχὲς καὶ τὶς δοξολογίες καὶ τὶς δεήσεις τῶν
ζώντων χριστιανῶν, πρὸς Αὐτὸν καὶ τοὺς ἁγίους, καὶ νὰ ὑπάρχει μία ἐπικοινωνία καὶ μία συνάφεια μεταξὺ ὅλων αὐτῶν.
Νὰ ἡ Εκκλησία. Ὁ Θεὸς καὶ σύμπασα ἡ περὶ αὐτὸν καὶ ἡ ὑπ’ αὐτοῦ δημιουργηθεῖσα φύση.
Ὑπάρχει στὸ λαό μας ἡ ἔκφραση' «Θ’ ἀνοίξω Εκκλησία». Τί σημαίνει
αὐτό; Ὅτι θ’ ἀνοίξει ἡ πόρτα τῆς Εκκλησίας καὶ θὰ μποῦνε μέσα καὶ θὰ ἀνάψουν κεριὰ καὶ καντήλια; Καὶ μάλιστα πολλοὶ τῶν χριστιανῶν κάνουν φασαρία
νὰ τοὺς δοθεῖ τὸ κλειδὶ ἀπὸ τὸ νεωκόρο ἢ τὸν ἱερέα γιὰ ν’ ἀνοίξουν ἰδιοχείρως τὸν ναό. Ἡ ἔκφραση αὐτὴ θεολογικὰ σημαίνει ὅτι θὰ ἐμφανισθεῖ καὶ θὰ βιωθεῖ τὴν ἡμέρα ἐκείνη τὸ μυστήριο τῆς Εκκλησίας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λαός μας, ἐπειδὴ στὸ ναὸ λαμβάνει χώρα τὸ μυστήριό της Εκκλησίας, δηλαδὴ ἡ Θεία Λειτουργία,
ποὺ εἶναι τὸ κυριώτερο τῶν τελουμένων, δὲν λέγει ποτὲ ὅτι θὰ πάω στὸ ναό, ἀλλὰ ὅτι θὰ πάω Εκκλησία.
Νὰ λοιπὸν ἡ σπουδαιότητα τῆς Λειτουργίας. Γι’ αὐτὸ οἱ χριστιανοὶ στὶς
κατακόμβες μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τοὺς
ἔτρεχαν νὰ παραβρεθοῦν στὴν
Λειτουργία. Γι’ αὐτὸ ὁ Παῦλος λέγει μὴ ἐγκαταλείπετε τὴν ἐπισυναγωγή
μας. Στὸ σπίτι νὰ προσευχηθεῖς, ν’ ἀκούσεις
κήρυγμα' νὰ πᾷς στὸ ἐκκλησάκι καὶ νὰ κάνεις
τὸ σταυρό σου καὶ ν’ ἀνάψεις
τὸ κεράκι σου' ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἀρκεῖ, δὲν σῴζει. Δὲν εἶναι ἡ Εκκλησία.
Αὐτὴ ὑπάρχει μόνο στὴ Λειτουργία.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ