ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ (23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2018)
"αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν" (Ματθ.
Α΄ 21).
Ἡ ἁμαρτία.
Ὀλίγαι ἡμέραι μᾶς χωρίζουν, φίλοι
ἀναγνῶσται, ἀπὸ τὴν "Βασιλίδα τῶν ἑορτῶν", τὰ Χριστούγεννα καὶ ἡ κάθε
χριστιανὴ ψυχὴ ἀναλογίζεται τὸ μυστήριον τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου μὲ κάθε
παράμετρον αὐτῆς. Ἀσύλληπτον, ὄντως τὸ μυστήριον καὶ ἀδιευκρίνηστοι αἱ
λεπτομέρειαι αὐτοῦ. "Μυστήριον ξένον ὁρῶ καὶ παράδοξον", ἀναφωνεῖ ὁ
ὑμνωδὸς καὶ ἐπαναλαμβάνει ὁ χρυσοῦς τὴν γλῶτταν καὶ πρίγκιψ τῶν ἱεροκηρύκων,
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Καὶ ὄντως˙ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἀπορεῖ τόσον, πρὸ τῆς
Θείας ἐνανθρωπήσεως, ὅσον ἐξίσταται διὰ τό, ποία Θεία παρέμβασις ἀπητεῖτο διὰ
τὴν διάρρηξιν τοῦ ἀκαταβλήτου τείχους τῆς ἁμαρτίας τὸ ὁποῖον παρεμβάλετο μεταξὺ
Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Πόση Θεία Ἀγάπη ἐζητεῖτο διὰ τὸν ἀποστάτην ἄνθρωπον,
προκειμένου οὗτος νὰ ἐπανεύρῃ τὴν λύτρωσιν καὶ τὴν πύλην τοῦ Παραδείσου! Διότι,
ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι ἁπλῶς μία πρᾶξις˙ ἡ ἁμαρτία εἶναι, σύγκρουσις μὲ τὸν Θεόν
καὶ συμφωνία μὲ τὸν διάβολον. Εἶναι, θανάσιμος τραυματισμὸς τῆς ψυχῆς καὶ
παράδοσις δικαιωμάτων εἰς τὸν πονηρὸν διὰ τὴν πλήρη καταστροφήν της. Εἶναι, -
κατὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρας - "ἄπειρον κακόν" μὲ τεραστίας προεκτάσεις,
ἀφοῦ δὲν εἶναι αὕτη μόνον ἕν κακὸν εἰς μίαν στιγμὴν ποὺ ἔγινε καὶ ἐχάθη εἰς τὴν
συνέχειαν, ἀλλ’ ἕν κακὸν μὲ ἀπείρους διαστάσεις καὶ ἀπροσμετρήτους συνεπείας. Εἶναι
ἡ ἀποδοχὴ καὶ συμφωνία τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τοῦ μισοκάλου, εἰς τὸν ὁποῖον καὶ
ὑποτάσσεται καὶ ἐκ τοῦ ὁποίου χειραγωγεῖται.
Ἡ σωτηρία.
Ἀπὸ τοῦτο τὸ κακὸν τῆς ἁμαρτίας,
τὸ "ἄπειρον" καὶ ἀπροσμέτρητον, οὐδεὶς ἠδυνήθη νὰ σώσῃ τὸν ἄνθρωπον.
Ἐπέρασαν ἀπὸ τὸν κόσμον τοῦτον, Ἅγιοι ἄνθρωποι, Δίκαιοι καὶ Ὅσιοι, Προφῆται,
συνομιλοῦντες κατὰ κυριολεξίαν, μετὰ τοῦ Θεοῦ, Μάρτυρες καὶ ὁμολογηταὶ οἱ
ὁποῖοι διὰ τοῦ ἱεροῦ των αἵματος προσυπέγραψαν τὴν Πίστιν καὶ ἀφοσίωσίν των εἰς
τὸν Μόνον Ἀληθινὸν Θεόν. Δὲν ἐφάνησαν, ὅμως, οὗτοι, ἱκανοὶ νὰ τιθασσεύσουν τὸ
ἀδάμαστον θηρίον τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ ἀπαλλάξουν τὸ ἀνθρώπινον γένος ἀπὸ τὰς
ὀλεθρίους συνεπείας αὐτῆς. Ἀκόμη καὶ κορυφαῖαι καὶ μοναδικαὶ Ἅγιαι
προσωπικότητες, ὡς ὁ Τίμιος Πρόδρομος, ἢ ὁ ἅγιος γεννάρχης τοῦ Ἰσραὴλ Ἁβραάμ, ἢ
ὁ Θεόπτης Μωϋσῆς, ἢ ὁ Δανιὴλ ὁ Μέγιστος ὡς προσαγορεύεται εἰς τὴν
Ἐκκλησιαστικὴν ὑμνολογίαν, ὑπῆρξαν καὶ αὐτοί, ὡς ἄνθρωποι, θύματα τῆς παμφάγου
ἁμαρτίας καὶ κατεβρωχθήθησαν ὑπὸ τοῦ Ἅδου, ἀναμένοντες τὸν Μεσσίαν καὶ
λυτρωτήν˙ τὸν νικητὴν τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου.
Οὐδεὶς ἠδυνήθη νὰ ἀναταποκριθῇ
εἰς τὰς ἀπαιτήσεις μιᾶς τόσον δυσκόλου ἀναμετρήσεως, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία ἐφαίνετο
πανίσχυρος καὶ ἀήττητος. Ὅλοι οἱ δίκαιοι καὶ Ἅγιοι πρὸ τοῦ Χριστοῦ, ἀνέμενον ἐν
τῷ ᾍδῃ τὴν ἔλευσιν τοῦ Μεσσίου ὁ ὁποῖος θὰ ἦτο καὶ ὁ Μόνος ποὺ θὰ ἐπανόρθωνε
ὅλο αὐτὸ τὸ κακὸ τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ὄντως ἦλθεν! Ἦλθεν μὲ ἐμφάνισιν ἀπατηλὴν καὶ
"ὃς
ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ' ἑαυτὸν
ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι
εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου,
θανάτου δὲ σταυροῦ" (Φιλιπ. Β΄ 6-8). Ἦλθεν διὰ νὰ σώσῃ τὸ
ἠγαπημένον Του πλᾶσμα, τὸν ἄνθρωπον, ἀπὸ τὰς ὀλεθρίους συνεπείας τῆς ἁμαρτίας
καὶ διὰ νὰ ἀνοίξῃ τὸν "πάλαι Παράδεισον" καὶ δύνανται πλέον οἱ
θέλοντες, νὰ εὕρωσι τὴν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς των καὶ ἔχωσι ζωὴν αἰώνιον. Ἦλθεν ὡς
εὐτελὴς καὶ ἀπέριττος καὶ ἀπὸ τὴν πρώτην στιγμὴν τῆς ἐπὶ γῆς ἐμφανίσεώς Του,
κρύπτεται καὶ σκιάζει τὴν Θείαν ὑπόστασίν Του, ἡ ὁποία διαφαίνεται καὶ
διακρίνεται μὲν κάποιας στιγμάς, οὕτως, ὅμως, ὥστε, νὰ μὴν δύναται ὁ διάβολος
νὰ ἔχῃ μὲ ἀκρίβειαν, τὴν βεβαιότητα περὶ τοῦ ποῖος εἶναι καὶ διὰ νὰ τὸν ἐξαπατήσῃ
(ὁ Κύριος). Μέχρι καὶ τῆς στιγμῆς ποὺ ὁ Ἰησοῦς "παρέδωκε τὸ πνεῦμα",
ὑπελόγιζε μέν, "ἔψαχνε" καὶ ἐρευνοῦσε διὰ νὰ ... μάθῃ, νόμιζεν καὶ
εἶχεν πολλοὺς ἐνδοιασμούς, ἠσθάνετο τὴν Θείαν Δύναμιν καὶ ἐφευγεν διωκόμενος
ὑπὸ τῆς Θείας Ἰσχύος κατὰ τὴν θεραπείαν τῶν δαιμονιζομένων, ἀλλὰ ἡ ἀμφιβολία
του παρέμενεν ἀνεξήγητος.
Τὸ κοσμοσωτήριον ἔργον τοῦ
Χριστοῦ μας, οὐδεὶς ἠδυνήθη νὰ κατανοήσῃ πλήρως,
πρὶν τοῦτο εἰς τέλος ὁλοκληρωθῇ! Οὔτε ἀκόμη καὶ αὕτη ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, οὐδὲ
οἱ μαθηταί καὶ Ἀπόστολοι, ἔστω καὶ ἂν συνεβίωσαν μετ' Αὐτοῦ κάποια ἔτη τῆς
ἐπιγείου βιοτῆς καὶ παρουσίας Του. Μόνον Αὐτός, "ὡς οἶδεν, ὡς ἠθέλησε καὶ ὡς
ηὐδόκησεν" (Κάθισμα τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων), κατηργάσθη τὴν
σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ μόνον Αὐτός, ἔθεσεν τὸν Ἴδιον
Ἑαυτόν Του, λίθον σωτήριον ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἵδρυσεν τὴν Ἁγίαν Του Ἐκκλησίαν, - "καὶ
ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ
κατισχύσουσιν αὐτῆς" (Ματθ. ΙΣΤ΄ 18). Ἦλθεν διὰ νὰ ἐξουδετερώσῃ
τὴν θανατηφόρον ἁμαρτίαν καὶ διὰ νὰ δύναται ὁ εὐάλωτος εἰς αὐτήν, ἄνθρωπος, νὰ
ἀντιμάχεται καὶ ἀντεπιτίθεται καὶ διὰ τῶν σωτηρίων Ἱερῶν Μυστηρίων νὰ
ἀποκαθιστᾷ τὴν ψυχικὴν φθορὰν τὴν ὁποίαν αὕτη τοῦ δημιουργεῖ.
"ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα" (Ματθ. Δ΄ 16).
Ποῖος δύναται νὰ φαντασθῇ, φίλοι
ἀναγνῶσται, ὅτι ἐνῶ λάμπει ὁ Ἥλιος καὶ καταυγάζει καὶ ζωογονεῖ τὰ πάντα, ποῖος,
ἐπαναλαμβάνω, δύναται νὰ φαντασθῇ, ὅτι ὑπάρχουσι λογικοὶ ἄνθρωποι οἵτινες
ἀρέσκονται νὰ διαβιοῦν εἰς σκοτεινὰ καὶ ὑγρὰ μέρη μὴ θέλοντες νὰ ἀπολαμβάνωσι
τὰς εὐργετικὰς ἡλιακὰς ἀκτίνας; Ποῖος, ἐπίσης, δύναται νὰ διανοηθῇ ὅτι, ἐνῶ
ἦλθεν ὁ Σωτῆρας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ ἀνθρώπου καὶ κατενίκησεν καὶ κατετρόπωσεν τὴν
ἁμαρτίαν καὶ τὸν διάβολον, ὑπάρχουσιν εἰσέτι καὶ ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι - καὶ δυστυχῶς
οὗτοι εἶναι πολὺ περισσότεροι τῶν ὄντως λογικῶν καὶ νοημόνων - οἱ ὁποῖοι
ἀποστρέφονται καὶ ἀποστασιοποιοῦνται ἀπὸ τὸν Σωτῆρα, "Ἥλιον τῆς
Δικαιοσύνης" καὶ συνεχίζουν νὰ φιλιάζουν καὶ ἐρωτοτροποῦν μετὰ τῆς
θανατηφόρου ἁμαρτίας;
Καὶ ὅμως˙ "αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν
αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν" (Ματθ. Α΄ 21). Ἡ φρᾶσις αὕτη τοῦ
Ἀρχαγγέλου, δὲν εἶναι μόνον μία ὑπογράμμισις καὶ κατάδειξις τῆς ἀποστολῆς ἀλλὰ
καὶ δυνάμεως τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ εἶναι
πρωτίστως μία πρόσκλησις πρὸς πάντας τοὺς θέλοντας σωθῇναι, διὰ τὴν σωτηρίαν,
τὴν ὁποίαν - μόνον Οὗτος - "παρέχει τῷ κόσμῳ".
Ἀρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου
Ἱεροκῆρυξ
Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν