Γράφει ὁ Ἄρχ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ Πατρίδα μᾶς βρίσκεται σὲ μία ἀπὸ
τὶς πλέον κρίσιμες καμπὲς τῆς πορείας της, ἕως σήμερα. Ὅπως εἶναι ἐπίσης
πραγματικότητα ὅτι οἱ «ἄσπονδοι φίλοι μας» κάνουν τὰ πάντα γιὰ νὰ μᾶς
«βοηθήσουν»... Μετὰ βεβαιότητος, φίλοι μου, κανένα ἄλλο Ἔθνος δὲν
ἔχει προσφέρει τόσα πολλὰ στὴν ἀνθρωπότητα, καὶ δυστυχῶς, κανένας ἄλλος λαὸς
δὲν μισεῖται, τόσο ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ὅσο καὶ ἀπὸ τοὺς «συμμάχους» τῆς Εὐρωπαϊκῆς
Ἑνώσεως (καὶ ὄχι μόνο), ὅσο ὁ Ἑλληνικός. Φυσικά, ὅλες αὐτὲς οἱ
διαπιστώσεις ἀποτελοῦν πλέον «κοινὸν τόπον».
Ὅλοι, ἀνεξαρτήτως πολιτικῶν ἢ κομματικῶν τοποθετήσεων, συμφωνοῦν στὰ παραπάνω, καὶ θὰ πρέπει κανεὶς ἢ νὰ ἔχει χάσει τὴν ψυχική του ἰσορροπία ἢ νὰ «ρίχνει νερὸ» στοὺς μύλους τῶν ἀνθελληνικῶν κέντρων γιὰ νὰ ὑποστηρίξει τὰ ἀντίθετα.
Ὅλοι, ἀνεξαρτήτως πολιτικῶν ἢ κομματικῶν τοποθετήσεων, συμφωνοῦν στὰ παραπάνω, καὶ θὰ πρέπει κανεὶς ἢ νὰ ἔχει χάσει τὴν ψυχική του ἰσορροπία ἢ νὰ «ρίχνει νερὸ» στοὺς μύλους τῶν ἀνθελληνικῶν κέντρων γιὰ νὰ ὑποστηρίξει τὰ ἀντίθετα.
Καλὸν ὅμως, εἶναι, νὰ ρίξουμε κάποιες ματιὲς στὰ
ἐνδότερά της Ἐθνικῆς καὶ κοινωνικῆς μας ζωῆς, ὥστε νὰ δοῦμε καὶ τὸ δικό μας
ἠθικό, πρῶτα, κατάντημα. Τὴν πνευματικὴ δήλ. πτώση ποὺ μᾶς ἔφερε σὲ αὐτὰ τὰ
ἀποτελέσματα καὶ σὲ αὐτὸ τὸ τραγικὸ ὄντως κατάντημα.
Γιατί, ναὶ μέν, ἀρχίσαμε νὰ ψάχνουμε τὸ ψωμὶ στοὺς
κάδους τῶν ἀπορριμμάτων. Γιὰ νὰ θυμηθοῦμε ὅμως, τί γινόταν μόλις μέχρι πρὸ
ὀλίγου καιροῦ, μὲ τὴν περίπτωση αὐτὴ τοῦ φαγητοῦ; Πόσα τρόφιμα καὶ πόσα
καρβέλια ἄρτου, καὶ ὅ,τι ἄλλο σχετικό, ἀδιάντροπα, ὡς κοινωνία τὸ πετούσαμε
στοὺς...
ἴδιους κάδους ποῦ τώρα ψάχνουμε ψωμάκι;
Ποιὸς δὲν ἔβλεπε (ἂν διέθετε βεβαίως νοῦν), μὲ
σπαραγμὸ ψυχῆς, τὰ ἀδέσποτα σκυλιὰ νὰ σχίζουν τὶς σακοῦλες τῶν σκουπιδιῶν καὶ
ὡς ἀηδιαστικὰ ἀπορρίμματα, ἐκλεκτὰ φαγητά, νὰ ρυπαίνουν τοὺς δρόμους;
Καὶ ποιὸς λησμονεῖ τὴν τραγικὴ ἀλήθεια (τὴν ὁποία
ἐπιμελῶς ἔκρυβαν οἱ εἰδικοί, ἐνῶ ἦταν ἤδη αὐτὴ γνωστή), ὅτι μὲ αὐτὰ τὰ δῆθεν
«ἀποφάγια» τῶν κάδων, δήλ. θὰ λέγαμε καλύτερα, τὶς κανονικὲς μερίδες τῶν
σκουπιδιῶν, μίας μόνο ἡμέρας, τῶν πολιτισμένων δῆθεν λαῶν, θὰ μποροῦσαν νὰ
ζήσουν γιὰ πολλὲς ἡμέρες οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι τῆς Ἀφρικῆς καὶ ὁπουδήποτε
ἀλλοῦ, ποῦ μαστίζονται ἀπὸ τὴν φοβερὴ μάστιγα τῆς πείνας;
Μᾶς κακοφαίνεται τώρα, ὅταν μικρὰ παιδιά, ἀλλὰ καὶ
γέροντες λιποθυμοῦν, διότι δὲν σιτίζονται κανονικά, λόγω ἐλλείψεως χρημάτων καὶ
ἀγαθῶν. Δικαίως θλιβόμαστε καὶ μᾶς κακοφαίνονται ὅλα αὐτά. Ὅμως, γιὰ νὰ
γυρίσουμε λίγο πίσω τὸ ρολόϊ τοῦ χρόνου καὶ νὰ δοῦμε; Ἀλλὰ τί νὰ δοῦμε; Νὰ
οἰκτιρήσουμε ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους, διότι τὸ φαγητὸ ποὺ τρώγαμε τὸ μεσημέρι,
ἦταν ἐν πολλοῖς ἀδύνατον νὰ τὸ γευθοῦμε καὶ τὸ βράδυ. Θὰ ἔπρεπε πρῶτα νὰ
πεταχθεῖ τὸ μεσημεριανὸ καὶ κατόπιν παρασκευάζαμε τὸ βραδινὸ καὶ μάλιστα ὄχι
μόνο ἕνα δεῖπνο, ἀλλὰ ποικιλία. Καὶ γιατί αὐτό; Διότι οἱ κανακάρηδες καὶ οἱ
«εὐαίσθητες» κόρες τοῦ σπιτιοῦ, μὲ τὶς ἰδιοτροπίες καὶ τὶς παραξενιὲς ποὺ
μεγάλωναν (διότι ἔτσι τὰ μάθαμε τὰ παιδιά), δὲν μποροῦσαν νὰ χωνέψουν τὰ
παραδοσιακὰ φαγητὰ τῆς Ἑλληνικῆς κουζίνας.
Ἀρκετὲς φορὲς μάλιστα, τὰ καλομαθημένα μας (μᾶλλον
κακομαθημένα μας), δὲν εἶχαν καν διάθεση γιὰ τὸ σπιτικὸ φαγητὸ καὶ θὰ ἔπρεπε ὁ
«ἔξυπνος» πατέρας καὶ ἡ «σύγχρονη» μητέρα, νὰ «σκάσουν τὸ γενναῖο» χαρτζιλίκι,
ὥστε καὶ οἱ ἴδιοι νὰ ἀποφύγουν τὶς «γκρίνιες» ἀλλὰ καὶ τὰ «κακομαθημένα» νὰ
χορτάσουν ἀπὸ τὶς γνωστὲς καὶ μὴ ἐξαιρετέες ἁλυσίδες ἑστιατορίων...
Πόσο, ἀλήθεια, μᾶς στενοχωρεῖ τώρα, ποῦ δὲν μποροῦμε
νὰ κινήσουμε καν τὸ αὐτοκίνητο; Πόσο, πράγματι, μᾶς θλίβει ποὺ δὲν ὑπάρχουν τὰ
χρήματα γιὰ τὶς ἀσφάλειες, γιὰ τὰ καύσιμα, γιὰ τὰ ἀνταλλακτικά, καὶ γενικῶς
τώρα ποῦ δὲν ἔχουμε γιὰ τὰ ποικίλα ἔξοδα τοῦ ὀχήματος;
Ἀλλὰ ἂς ρίξουμε καὶ πάλι μία σύντομη ματιὰ πίσω μας.
Τί βλέπουμε πάλι; Βλέπουμε ὅτι στὶς «παλιὲς καλὲς
ἡμέρες» δὲν μᾶς ἔφθανε τὸ ἕνα αὐτοκίνητο. Σὲ ἀρκετὲς μάλιστα τῶν περιπτώσεων,
δὲν ἔφθανε οὔτε καὶ τὸ δεύτερο ὄχημα. Χρειάζονταν τόσα ὀχήματα, ὅσα καὶ τὰ μέλη
τῆς οἰκογένειας, γιὰ νὰ μὴν ὁμολογήσουμε ὅτι χρειαζόταν σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ τὸ
τζὶπ τέσσερα ἐπὶ τέσσερα γιὰ τὸ κυνήγι (δήλ. γιὰ νὰ δείξουμε τὰ συμπλέγματα
εἴτε σαδισμοῦ, εἴτε κατωτερότητας), ἀλλὰ καὶ γιά...
Τώρα βεβαίως μᾶς βολεύει παραπάνω ἀπὸ ἄνετα ἡ δημόσια
συγκοινωνία καὶ σὲ λίγο θὰ εἴμαστε εὐχαριστημένοι ἐὰν θὰ μποροῦμε νὰ
καταβάλουμε καὶ αὐτὰ τὰ ἁπλὰ εἰσιτήρια στὴν ἀστικὴ συγκοινωνία.
Νὰ ἐπισημάνουμε ἄλλη πτυχὴ ποῦ δικαιολογεῖ τὸ
οἰκονομικό μας κατρακύλισμα;
Ἂς ἀγγίξουμε καὶ αὐτὴ τὴν πληγή, διότι ἐδῶ φέρει καὶ ἡ
Ἐκκλησία μερίδιον εὐθύνης. Πόσοι καὶ πόσες πήγαιναν σὲ μυστήρια
(Γάμων-Βαπτίσεων) καὶ θὰ ἔπρεπε νὰ ἀγοράσουν ἢ νὰ φτιάξουν καινούργια καὶ
πανάκριβη ἐνδυμασία (Ἐνδυμασία ποὺ ἀναδείκνυε ὄχι τὴν προσωπικότητα ἀλλὰ ποὺ
καταντοῦσε τὸν ναὸ «πασαρέλα»). Βλέπετε, «δὲν ἔπρεπε» νὰ ἐμφανιστοῦν οἱ κύριοι
καὶ οἱ κυρίες μὲ ἐνδυμασία ποὺ εἶχε ἤδη φορεθεῖ. Καὶ τὸ πλέον τραγικὸ εἶναι ὅτι
ἐὰν χρειαζόταν μετὰ ἀπὸ λίγο νὰ παραστοῦν σὲ ἄλλο μυστήριο (κοινωνικὸν γεγονὸς
γάρ), θὰ ἔπρεπε ἐξ ἀρχῆς νὰ κάνουν τὴν ἐμφάνισή τους στὴν «πασαρέλα» μὲ
καινούργιο σύνολο (μᾶλλον ξεγύμνωμα) ποὺ τοὺς καταντοῦσε ὡς τὰ παλαιὰ κινητὰ
κρεοπωλεῖα, γιὰ νὰ μὴν ποῦμε ὅτι ἔφτανε κανεὶς νὰ ἀηδιάσει τὴν ἀνθρώπινη
ὕπαρξη.
Νὰ ἐπεκταθοῦμε τώρα φίλοι μου καὶ στὸ πρόβλημα τοῦ
λεγομένου δανεισμοῦ, ποὺ τεχνηέντως βεβαίως ἐπέβαλλαν οἱ τράπεζες καὶ οἱ
ποικίλοι γνωστοὶ –ἄγνωστοι «μεγαλοκαρχαρίες»;
Ὅλοι λίγο ἕως πολύ, ἐὰν δὲν ἔχουμε πέσει σ’αὐτὴ τὴν
παγίδα, γνωρίζουμε ἀπὸ φιλικὰ καὶ συγγενικὰ πρόσωπα τὸ δράμα τῶν τραπεζικῶν
κατασχέσεων.
Τί νὰ σημειώσουμε τώρα ἐπάνω σ’αὐτό; Καλύτερα ἂς μὴ
σχολιάσουμε τίποτε. Μᾶλλον νὰ θρηνήσουμε χρειάζεται. Ἀλλὰ «πόθεν ἄρξομαι
θρηνεῖν»;
Βεβαίως, ἴσως κάποιος νὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι δὲν συνέβαιναν
ὅλα αὐτὰ (δήλ. οἱ καταχρήσεις καὶ ἡ ἀσέβεια) ποὺ ἀναφέραμε πιὸ πάνω, σὲ ὅλους.
Ναί. Δὲν συνέβαιναν στὸν ἴδιο βαθμὸ σὲ ὅλους, ἀλλὰ δυστυχῶς στὸ μέτρο τοῦ
δυνατοῦ καὶ κὰτ΄ἀναλογίαν βέβαια, συνέβαιναν σὲ ὅλους. Οἱ ὁρισμένες ἐξαιρέσεις,
δὲν ἔχουν παρὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουν τὸν κανόνα. Τὸν κανόνα ὅτι « Πάντες ἐξέκλιναν,
ἅμα ἠχρειώθησαν» Καὶ εἶναι ἀνάγκη, θὰ μᾶς κάνει καλό, νὰ ὁμολογήσουμε
ξεκάθαρα ὅτι ὁ τρόπος ζωῆς τῶν τελευταίων ἐτῶν μᾶς εἶχε ὁδηγήσει στὸ μὴ
περαιτέρω.
Ἰσχύει πλέον τώρα ὁ λόγος τοῦ Πυθαγόρα «Δεῖ εἰσιέναι
εἰς τὰς πόλεις, πρῶτον μὲν τρυφήν. Εἴτα κόρον. Ἔπειτα δὲ
ὕβριν. Μετὰ δὲ ταῦτα ὄλεθρον.»
Ἑπόμενο δὲ εἶναι φίλοι μου, μετὰ ἂπ΄ αὐτὰ καὶ ἄλλα
πολλά, γιὰ τὰ ὁποία « ἴσασιν οἱ μεμυημένοι» δήλ. ὅλοι οἱ Ἕλληνες, νὰ
λειτουργοῦν ὄχι μόνο οἱ οἰκονομικοὶ ἀποκλεισμοὶ μαζὶ μὲ τὸ Δ.Ν.Τ., ἀλλὰ καὶ τὰ
« κουρέματα» καὶ ὁσονούπω ἔρχονται καὶ τὰ « ξυρίσματα» ἀλλὰ καὶ ὁ « γδαρμὸς» ἐκ
τῆς τυραννείας...
Ἀλλ’ αὐτὸ ποὺ ἐν προκειμένω μᾶς ἐνδιαφέρει, εἶναι ὅτι
ἐκτὸς τῶν «ἀντικειμενικῶν» κριτηρίων καὶ τῶν Εὐρωπαϊκῶν περιορισμῶν ποὺ
λειτουργοῦν, τὰ ὁποία αἰσθανόμαστε «καλὰ» καὶ ἄνευ ἀμφιβολίας θὰ τὰ αἰσθανθοῦμε
ἔτι πλέον « καλύτερα» στὴν «καμπούρα» μας, αὐτὸ ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει εἶναι ὅτι
καὶ στὴν περίπτωση αὐτή, λειτουργοῦν οἱ λεγόμενοι Πνευματικοὶ Νόμοι.
Οἱ νόμοι αὐτοὶ τοὺς ὁποίους λησμονοῦμε στὴ ζωή μας,
ἀλλὰ ποὺ ἂν τοὺς ἀποδεχθοῦμε ὅπως πρέπει καὶ ἐλεύθερα, δήλ. ἐν μετανοία,
τελικῶς λειτουργοῦν ἀνασταλτικὰ ὡς πρὸς τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία καὶ μᾶς βοηθοῦν
ὥστε νὰ ξαναμποῦμε στοὺς σωστοὺς ρυθμοὺς στὴ ζωή μας. Πιὸ ἁπλά, μᾶς κάνουν
οὐδέποτε νὰ χάνουμε ἀπὸ τὴν συνείδησή μας ὅτι ὁ Θεὸς δὲν παραιτεῖται τῶν
δικαιωμάτων Του.
Μᾶς βοηθοῦν, τώρα στὴν τραγικὴ κατάσταση ποὺ
βρισκόμαστε ὡς κοινωνία καὶ Ἔθνος νὰ ξαναβροῦμε τὸν λησμονημένο λόγο τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος...
Μᾶς ὑπογραμμίζουν ὅτι ὁ κάθε πιστὸς χριστιανὸς θὰ
πρέπει νὰ ἔχει στὸ νοῦ του καὶ κυρίως νὰ βιώνει τὸ «τὴ ταπεινώσει τὰ ὑψηλὰ τὴ
πτωχεία τὰ πλούσια».
Τέλος πάντων, φίλοι μου, καὶ γιὰ τὴν περίπτωση αὐτὴ
τῆς οἰκονομικῆς ἀφαίμαξης καὶ τῆς ἐπιχείρησης τοῦ Ἐθνικοῦ στραγγαλισμοῦ ποὺ μᾶς
ἐπιβάλλουν οἱ «φίλοι καὶ σύμμαχοι», (φανταστεῖτε νὰ ἦταν καὶ ξεκάθαροι ἐχθροί
μας), ἰσχύει ἡ γνωστὴ ρήση «οὐδὲν κακὸν ἀμιγὲς καλοῦ».
Εἴθε, ὅλοι μας νὰ λάβουμε τὸ μάθημά μας καὶ ἐν
ταπεινώσει, ἀφοῦ καὶ πάλι ἀνακαλύψουμε τὶς ρίζες τῆς πονεμένης ρωμηοσύνης, μὲ
λεβεντιά, νὰ ζήσουμε τὰ Ἑλληνοχριστιανικά μας Ἰδανικά!
Υ.Γ.: Τὸ πόσο πλούσιος εἶσαι καὶ τὸ πόσο ἀξίζουν τὰ
πλούτη σου, μετριέται μὲ τὸ πόσο ἀξίζεις, ὅταν χαθεῖ ὅλη ἡ περιουσία σου.