Γράφει ο π. Αναστάσιος Γκοτσόπουλος
Επιτέλους, μετά από αναβολές (λόγω παρέλευσης του ωραρίου), την προσεχή Δευτέρα 10.10.22, πρόκειται να δικαστώ (αριθμός πινακίου: 5) ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών, διότι λειτούργησα στην ενορία μου την 25η Μαρτίου 2020, εορτή του Ευαγγελισμού, δηλαδή επιτέλεσα το ιερατικό και εφημεριακό μου καθήκον ως επιτάσσει η εκκλησιαστική μας παράδοση και η συνείδησή μου
Υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με την τότε κυβερνητική απόφαση (ΚΥΑ 2867/16.3.20, ΚΥΑ Δ1α/ΓΠ.οικ. 21285/28.3.20) από 16.3. – 11.4.2020 απαγορευόταν τελείως η τέλεση της Θ. Λειτουργίας σε ολόκληρη την Ελληνική Επικράτεια (ακόμα και στις Ι. Μονές και στο Άγιο Όρος!). Αποτελούσε ποινικό αδίκημα και μόνο η απλή τέλεση της Θ. Λειτουργίας ανεξάρτητα από την παρουσία η μη των πιστών στους ναούς…
Κατά τη διάρκεια της 29ετούς ιερατικής μου διακονίας έχω αξιωθεί άλλες τέσσερις φορές να βρεθώ εγκαλούμενος και κατηγορούμενος διότι δεν υπέκυψα σε πιέσεις και θέλησα να προασπιστώ τα συμφέροντα της ενορίας Αγ. Νικολάου Πατρών, στην οποία είχα τότε ως πρόεδρος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου την ευθύνη της διοικητικής και οικονομικής διαχείρισης.
Το διακύβευμα τότε (1995-2000) ήταν της τάξεως των 100.000.000 δρχ! Και τις τέσσερις φορές αθωώθηκα και τελικά δικαιώθηκε απολύτως ο Ναός στο σύνολο των απαιτήσεών του κατά την τότε πολυετή διένεξη.
Αν τότε διακυβεύονταν κάποια σοβαρά υλικά συμφέροντα, στην παρούσα περίπτωση διακυβεύεται η ίδια η προσωπική και ιερατική τιμή και αξιοπρέπεια, το συνταγματικό δικαίωμα της θρησκευτικής λατρείας του λαού μας και κυρίως η ιερατική διακονία και αξιοπρέπεια του Ορθοδόξου-Έλληνα παπά.
Όπως κατ’ επανάληψη έχω δηλώσει (βλ. συνημμένες τις από 15.9.2020 εξηγήσεις μου στον αρμόδιο Εισαγγελέα) η άσκηση δίωξης για τέτοιο “αδίκημα”, αποτελεί ξεχωριστή τιμή για ένα ιερέα και έτι πλέον. την ύψιστη τιμή -το ανώτατο οφίκιο κατά την εκκλησιαστική ορολογία- μετά την ιεροσύνη, συνιστά η καταδίκη του επειδή επιτέλεσε το ιερατικό του καθήκον.
Υπάρχει όμως μία σκιά που σκιάζει την απονεμηθείσα αυτή ιδιαίτερη τιμή: Το γεγονός ότι στην πατρίδα μας, η Νομοθετική Εξουσία εξουσιοδότησε τους αρμόδιους της Εκτελεστικής να απαγορεύσουν τελείως την τέλεση της Θ. Λειτουργίας και η αρμόδια Δικαστική Εξουσία (Εισαγγελική Αρχή) θεωρεί ως έγκλημα την τέλεση της Θ. Ευχαριστίας, τους δε υπεύθυνους ιερείς που τόλμησαν να ιερουργήσουν ως εγκληματίες, η δε Εκκλησιαστική Ηγεσία παρακολουθεί, στην καλύτερη περίπτωση, σιωπηλή και αμήχανη!
Αν αναλογιστώ ότι παρόμοια διάταξη νόμου, ποινικοποίησης της τέλεσης της Θ. Λειτουργίας, μετά τον θάνατο του Διοκλητιανού (311 μΧ) ίσχυσε στην Ευρώπη μόνο στην Αλβανία του Ενβὲρ Χότζα (1967-1990), αν αναλογιστώ ότι ούτε ο Μωάμεθ ο Πορθητής και οι διάδοχοί του Σουλτάνοι στα 400-500 χρόνια της Τουρκικής σκλαβιάς, ούτε ο Λένιν ούτε ο Στάλιν ούτε ο Τσαουσέσκου τόλμησαν τέτοια ασέβεια εναντίον του ίδιου του εσώτατου πυρήνα της Εκκλησίας, του Μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας, που τόλμησε η Ελληνική Δημοκρατία εν έτει 2020, ασφαλώς και δεν μπορώ να πανηγυρίζω όσο θα ήθελα για την τιμή της ασκηθείσης δίωξης…
Για να είμαι ειλικρινής προβληματίστηκα ιδιαίτερα έντονα για τον αν θα πρέπει να υπερασπιστώ εαυτόν ενώπιον της Ελληνικής Δικαιοσύνης ή να Την αφήσω να με τιμήσει υπερβαλλόντως καταδικάζοντάς με επειδή ενεργώντας σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση και την ιερατική μου συνείδηση λειτούργησα του Ευαγγελισμού μη συμμορφούμενος στις παράλογες και αναποτελεσματικές και ασεβείς και αντισυνταγματικές κρατικές απαγορεύσεις.
Ο μοναδικός λόγος που αποφάσισα να υπερασπιστώ εαυτόν είναι ότι ενώ η καταδίκη μου αποτελεί για εμένα υπέρτατη τιμή, ταυτόχρονα αποτελεί:
* ευθεία πρόκληση στην εκκλησιαστική συνείδηση του πιστού λαού,
* όνειδος για την Ελληνική Πολιτεία, η οποία θέλει να διεκδικεί θέση στις σύγχρονες Δημοκρατίες που σέβονται το δικαίωμα της ελευθερίας της θρησκευτικής λατρείας στους πολίτες τους,
* νομιμοποίηση του Καίσαρα αυτός να καθορίζει, περιφρονώντας την εκκλησιαστική τάξη και παράδοση, αν και πότε και πώς θα λειτουργούμε στους Ναούς μας, και τέλος
* πρόσθετη αφορμή σκανδαλισμού του πιστού λαού και περαιτέρω κλονισμού της εμπιστοσύνης του προς την εκκλησιαστική Ηγεσία της
χώρας μας!
Τελικά, η Ελληνική Δικαιοσύνη επωμίζεται και πάλι το υπέρτατο καθήκον και καλείται να προστατέψει το κύρος και την αξιοπρέπεια της Ελληνικής Πολιτείας και τη συνταγματική της τάξη…